Εκδόσεις Αρχείο Κείμενο: Λοΐζος ΧέρκερτΕπιμέλεια: Αφροδίτη Καμάρα, Λία ΑνδρουλιδάκηΜεταγραφή: Αφροδίτη Καμάρα, Μανώλης ΜαυρομάτηςΣελιδοποίηση - Εξώφυλλο: Νίκος ΑλπαντάκηςΕκτυπώθηκε σε χαρτί διαπιστευμένο κατά FSC με οικολογικά μελάνια από την Macart, Μ. Βαρουξής και Σια Ο.Ε. για λογαριασμό των Εκδόσεων Αρχείο© Copyright 2023Ηρωνικός Ε.Π.Ε. - Εκδόσεις Αρχείοκαι Anne Soyez, Eric HerkertISBN 978-618-5234-30-0Ηρωνικός Ε.Π.Ε. - Εκδόσεις ΑρχείοΜιμνέρμου 5, 106 74 ΑθήναΤηλ: 210 7211187info@archeiobooks.gr
Λοΐζος ΧέρκερτΤο Ημερολόγιοενός ΙερολοχίτηΑπό το Κάιρο στο φλεγόμενο ΑιγαίοΕπιμέλειαΑφροδίτη ΚαμάραΛία Ανδρουλιδάκη
ΠεριεχόμεναΕισαγωγή 9Πρόλογος 15Ημερολόγιο Ιδιόχειρος πρόλογος 21Εκστρατεία Δυτικής Ερήμου 45Η Επιχείρηση Ρόδος 161Μετά τον πόλεμο 165Επίλογος 173Φωτογραφίες από το αρχείο Λ. Χέρκερτ 175Σκίτσα Edward Jeffrey Irving Ardizzone 195Κυριότερες επιχειρήσεις της Εκστρατείας 215Χάρτες 221Βιβλιογραφία 229
Στο Κάιρο, 1940.
ΕισαγωγήΟ Λοΐζος Χέρκερτ γεννήθηκε στο Κάιρο το 1919 από πα-τέρα Γερμανό και μητέρα Ελληνίδα. Ήταν μόλις 19 ετών στο ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και θαύμαζε, όπως και όλοι οι συνομήλικοι συντοπίτες του, τους Έλλη-νες φαντάρους που πολεμούσαν τους Ιταλούς στο μέτωπο της Αλβανίας. Όταν όμως τα γερμανικά στρατεύματα κατέ-βηκαν στην Ελλάδα, η ήττα ήταν ορατή. Ακριβώς τη στιγ-μή εκείνη κλήθηκαν να πολεμήσουν οι νέοι Αιγυπτιώτες. Ο Λοΐζος πέρασε μια πρώτη φάση στρατιωτικής εκπαίδευσης και τον Μάιο του 1941 έγινε δεκανέας. Μια δεύτερη φάση εκπαίδευσης έλαβε χώρα στις αμμοθίνες της Τζενέιφα1, κο-ντά στο στρατόπεδο των αιχμαλώτων πολέμου στη χερσό-νησο του Σουέζ. Στις 2 Ιουλίου του ίδιου έτους, προήχθη σε λοχία. Στη συνέχεια κατετάγη στο σύνταγμα του πεδινού πυροβολικού και χρειάστηκε να εκπαιδευτεί εκ νέου, αυτή τη φορά στην Παλαιστίνη από τους Άγγλους και τους Νε-οζηλανδούς. Τον Οκτώβριο του 1942 ο Υπουργός Στρατι-ωτικών της εξόριστης ελληνικής Κυβέρνησης του Καΐρου, 1 El-Geneifa: τοποθεσία στη χερσόνησο του Σουέζ, όπου οι σύμμαχοι εί-χαν δημιουργήσει στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου.-9-
Παναγιώτης Κανελλόπουλος2, ανακοίνωσε την ίδρυση ενός ειδικού λόχου, που θα αποκαλείτο «Λόχος των Επίλεκτων Αθανάτων». Ο Λοΐζος κατετάγη, μαζί με τους συντρόφους του, σχεδόν υποχρεωτικά. Αμέσως μετά, το στρατιωτικό αυτό σώμα πήρε την επωνυμία «Ιερός Λόχος», όπως και ο λόχος των Θηβαίων του 4ου αι. π.Χ. ή ο λόχος του Αλέξαν-δρου Υψηλάντη στα 1821.Επικεφαλής του λόχου ήταν ο συνταγματάρχης Χριστό-δουλος Τσιγάντες3, με πολύ καλή στρατιωτική κατάρτιση και μεγάλη ανδρεία. Ο Λόχος εκπαιδεύτηκε για μια ακόμη φορά στο Καμπρίτ, κοντά στη διώρυγα του Σουέζ, σε όλες τις μορφές πολέμου και σε όλα τα όπλα. Τον Νοέμβριο 2 Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, γόνος ιστορικής οικογένειας της Πε-λοποννήσου, ήταν Έλληνας πολιτικός αλλά και φιλόσοφος. Διετέλεσε πρόεδρος βραχύβιων ελληνικών κυβερνήσεων το 1945 και το 1967. Ήταν υποστηρικτής της αβασίλευτης δημοκρατίας και του αφαιρέθηκε η θέση σε δημόσιους οργανισμούς. Κατά τη διάρκεια του πολέμου εξέδιδε την εφημερίδα Αχρίς και το 1942 υπήρξε οργανωτής της Πανελλήνιας Ένω-σης Αγωνιζόμενων Νέων (ΠΕΑΝ). Διέφυγε στη Μέση Ανατολή και δι-ορίστηκε Αντιπρόεδρος και Υπουργός Εθνικής Αμύνης στην κυβέρνηση Τσουδερού, στο Κάιρο. Χαρτοφυλάκιο πήρε επίσης και στην κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου το 1944. Γενικά ήταν μετριοπαθής και συνετός πολιτικός της συντηρητικής παράταξης.3 Ο Χριστόδουλος Τσιγάντες καταγόταν από την Κεφαλλονιά, όπου και πέρασε μέρος της παιδικής του ηλικίας. Φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη και στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Συμμετείχε στο κίνημα Εθνικής Αμύνης το 1916. Ήταν ακραιφνής βενιζε-λικός και το 1933 συμμετείχε στην Ελληνική Στρατιωτική Οργάνωση που διοργάνωσε το βενιζελικό κίνημα του 1935. Για τον λόγο αυτό καθαιρέ-θηκε δημοσίως από τα στρατιωτικά του αξιώματα. Μεταξύ 1940 και 1941 πολέμησε με τη Λεγεώνα των Ξένων. Η κυβέρνηση του Καΐρου όμως του απένειμε ξανά τους τίτλους του και ο Τσιγάντες ανέλαβε τη διοίκηση του Ιερού Λόχου Μέσης Ανατολής, λαμβάνοντας μέρος στις επιχειρήσεις της Τύνιδας και της Λιβύης. Με το τέλος του πολέμου, ανέλαβε στρατιωτικός διοικητής Αρχιπελάγους και προετοίμασε την ένωση των Δωδεκανήσων με την Ελλάδα. -10-
-11-του 1942, μια ομάδα 30 αξιωματικών άρχισε μια στρατι-ωτική επιχείρηση, η οποία όμως ματαιώθηκε. Τελικά, στις 23 Ιανουαρίου 1943 έλαβαν εντολή να ετοιμαστούν για αναχώρηση. Την επόμενη μέρα ο Ιερός Λόχος συνάντησε τις υπόλοιπες δυνάμεις και ξεκίνησε για την «Εκστρα-τεία της Δυτικής Ερήμου» («Επιχείρηση Διαβήτης»). Η στρατιωτική πομπή πέρασε από το Ελ Αλαμέιν, το Σιντί Μπαρανί, το Τομπρούκ, τη Βεγγάζη, την Τρίπολη και στις 22 Φεβρουαρίου τέθηκε υπό τη διοίκηση του στρατηγού Λεκλέρκ4 και ενεπλάκη στις μάχες. Συμμετείχε στις επιχει-ρήσεις γύρω από το Κσαρ Ριλάν, τη μεγάλη στρατιωτική επιτυχία του Λεκλέρκ.Ο Λοΐζος Χέρκερτ περιέγραψε τα γεγονότα μέρα με τη μέρα και στιγμή προς στιγμή, κάποιες φορές σαν σκηνοθέτης, κά-ποιες άλλες σαν φιλόσοφος.Οι μάχες διήρκεσαν πλέον του ενός μηνός. Στις 4 Απριλίου ο Ιερός Λόχος τέθηκε υπό τη διοίκηση των Νεοζηλανδών, κάτι πολύ ευχάριστο για τον Λοΐζο και τους συντρόφους του, στους οποίους οι Γάλλοι φαίνονταν αρκετά τεμπέλη-δες. Στη συνέχεια, συμμετείχαν στις στρατιωτικές επιχειρή-σεις του Ουάντι Ακαρίτ, που επονομάστηκαν «Επιχείρηση 4 Philip Leclerc de Hauteclocque (1902-1947), αριστοκρατικής καταγω-γής Γάλλος αξιωματικός του Β΄Π.Π. Φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Σεν Συρ (Saint-Cyr). Το 1933 διακρίθηκε στις γαλλο-γερμανικές δι-αμάχες για την περιοχή του Ρουρ (Ruhr). Μετά τη γαλλική συνθηκολό-γηση συντάχθηκε με τις δυνάμεις του Ντε Γκωλ και κατευθύνθηκε στη Β. Αφρική, όπου συγκρότησε την ειδική δύναμη L-Force (από το αρχικό του επιθέτου Leclerc που είχε υιοθετήσει προκειμένου να προστατέψει την οικογένειά του από τα αντίποινα των Γερμανών). Συμμετείχε σε με-γάλες πολεμικές αναμετρήσεις του Β΄ Π.Π. (γραμμή Mareth, απόβαση της Νορμανδίας, απελευθέρωση Παρισιού και Στρασβούργου). Σκοτώ-θηκε σε αεροπορικό δυστύχημα στην Αλγερία και πήρε το αξίωμα του Στρατηγού (maréchal) μετά θάνατον.
-12-Σκιπίων», κινούμενοι προς το Σφαξ5 και το Ελ Τζεμ6, στην Τυνησία. Έπειτα από την επιτυχία των επιχειρήσεών τους και πριν από την τελική μάχη της Εκστρατείας της Δυτικής Αφρικής, οι Έλληνες στρατιώτες πήραν εντολή να επιστρέ-ψουν στην Αίγυπτο από την ίδια διαδρομή.Ο Λοΐζος επέστρεψε σπίτι του, φέρνοντας δάκρυα στα μά-τια της μητέρας του, και προσφέροντας πολεμικά σουβενίρ που συνέλεξε κατά τη διάρκεια της εκστρατείας. Δέκα μέρες αργότερα, ο Ιερός Λόχος μετατέθηκε στην Παλαιστίνη, κο-ντά στη βρετανική βάση της Ελ Μπάσα, ενός παλαιστινια-κού χωριού όπου οι Άγγλοι φέρθηκαν σκαιά στους κατοί-κους7. Εκεί ο Λόχος έγινε Σύνταγμα, καθώς προσχώρησαν σε αυτόν οικειοθελώς κι άλλοι στρατιώτες.Από το σημείο αυτό ξεκίνησε το δεύτερο μέρος των επιχει-ρήσεων του Ιερού Λόχου στο Αιγαίο. Ο Λόχος διαιρέθηκε και ένα τμήμα του αναχώρησε για τη Σάμο, όπου οι στρατι-ώτες, σε συνεργασία με τους Άγγλους, περίμεναν οδηγίες για πιο λεπτομερείς επιχειρήσεις. Η Ιταλία είχε ήδη εγκαταλεί-5 Sfax: η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Τυνησίας και σημαντικό λιμάνι της Δυτικής Μεσογείου. Ιδρύθηκε στη θέση της ρωμαϊκής πόλης Taparura και κατοικήθηκε διαρκώς έκτοτε, παίζοντας πολύ σημαντικό ρόλο τόσο στην οικονομία όσο και στη γεωπολιτική. 6 El Djem: μικρή πόλη της Τυνησίας, βόρεια του Σφαξ. Είναι γνωστή για τα ρωμαϊκά κατάλοιπα της πόλης Θύσδρου και ιδιαίτερα για το εντυπω-σιακό της αμφιθέατρο. 7 H Al Bassa είναι παλαιστινιακό αραβικό χωριό κοντά στην Άκρα. Κατά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε περιέλθει στα παλαιστι-νιακά εδάφη, αν και η ενδοχώρα του είχε αποδοθεί στο Λίβανο. Όλη η περιοχή βρισκόταν κάτω από βρετανική επικυριαρχία. Το 1938, κατά τη διάρκεια της Αραβοπαλαιστινιακής εξέγερσης (1936-39), τέσσερις στρα-τιώτες δολοφονήθηκαν. Σε αντίποινα, οι βρετανικές δυνάμεις έκαψαν το χωριό και συγκέντρωσαν 50 άνδρες, τους οποίους έβαλαν σε ένα λεω-φορείο και το έστειλαν πάνω σε ναρκοπέδιο. Τουλάχιστον 20 από τους άνδρες διαμελίστηκαν επί τόπου.
-13-ψει τον πόλεμο και οι Σύμμαχοι έσπευσαν να πάρουν στην κατοχή τους τα ελληνικά νησιά, που μέχρι τη στιγμή εκείνη βρίσκονταν κάτω από ιταλική κατοχή. Στο νησί βρίσκονταν και πολλοί Ιταλοί αντιφασίστες στρατιώτες, οι οποίοι τελι-κά συντάχθηκαν με τους Συμμάχους, αλλά και κάποιοι Ιτα-λοί στρατιώτες που παρέμεναν πιστοί στη φασιστική ιδεο-λογία. Η πρώτη επιχείρηση της ομάδας του Λοΐζου ήταν στη Λέρο και, στη συνέχεια, στην Κάλυμνο. Η τελευταία επιχεί-ρηση που περιγράφει είναι αυτή στο νησάκι της Πισκοπής, σήμερα Τήλο, η οποία ονομάστηκε «Επιχείρηση Σπήλαιο».Ο Λοΐζος πολέμησε πολύ σκληρά και παραλίγο να σκοτω-θεί. Δυστυχώς το ημερολόγιό του διακόπτεται κάπως από-τομα και έτσι χρειάστηκε να συμπληρωθούν οι τελευταίες φάσεις της επιχείρησης με πληροφορίες που αντλήθηκαν από τα απομνημονεύματά του, με τη βοήθεια της ανιψιάς του, Λίας Ανδρουλιδάκη.Αφροδίτη Καμάρα
Η οικογένεια Χέρκερτ το 1926. Ο Λοΐζος, 7 ετών, πρώτος αριστερά.
-15-ΠρόλογοςΗ ζωή του Λοΐζου Χέρκερτ πριν από τον πόλεμοΟ Λοΐζος Χέρκερτ γεννήθηκε στο Κάιρο της Αιγύπτου στις 16 Αυγούστου του 1919, τρίτο από τέσσερα παιδιά στην οι-κογένεια –δύο αγόρια, δύο κορίτσια. Οι γονείς του Λοΐζου γνωρίστηκαν τυχαία, αγαπήθηκαν και παντρεύτηκαν γύρω στα 1912. Η μητέρα του, γεννημένη και μεγαλωμένη στην Ίο, είχε πάει στο Κάιρο μαζί με μία από τις αδελφές της, για να βρει δουλειά στον τόπο ο οποίος την εποχή εκείνη εθεωρεί-το «Γη της Επαγγελίας». Ο πατέρας του είχε γεννηθεί στην Αθήνα, από πατέρα Βαυαρό και μητέρα Ιταλίδα. Εκεί έζησε μέχρι την ηλικία των 10 ή 12 ετών, πηγαίνοντας στο ελληνι-κό σχολείο. Στη συνέχεια, η μητέρα του και εκείνος έφυγαν για το Κάιρο, όπου γράφτηκε στο Ιταλικό σχολείο. Μετά τον πρόωρο θάνατο της μητέρας του, παιδί στην εφηβεία ακόμα, δούλεψε ως βιβλιοδέτης και κατόπιν ως υπάλληλος / λογιστής σε εταιρεία εμπορίας καπνού και σιγαρέτων, μέχρι τη συνταξιοδότησή του.Την εποχή εκείνη, η είσοδος στην Αίγυπτο ήταν απόλυτα ελεύθερη. Δεν χρειαζόταν να επιδείξει κανείς βίζα, διαβα-τήριο ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο. Έτσι εξηγείται πώς
-16-μπόρεσαν να μπουν και να εγκατασταθούν στη χώρα τόσο πολλοί ξένοι, μεταξύ των οποίων και οι γονείς του Λοΐζου. Με τα χρόνια όμως, όποιος παρέμενε στην Αίγυπτο έπρεπε να αποδεικνύει ότι έχει κάποια εθνικότητα ή διαβατήριο, διαφορετικά θεωρείτο «άπατρις». Όμως και ως «άπατρις» συνέχιζε να έχει το δικαίωμα να παραμένει στη χώρα, υπό την προϋπόθεση ότι στις αρχές κάθε χρόνου θα ανανέωνε την κάρτα παραμονής του. Οι γονείς του Λοΐζου, φοβούμε-νοι ότι κάποια στιγμή τα πράγματα ίσως άλλαζαν περαιτέ-ρω και τους έδιωχναν ή, ακόμα χειρότερα, καλούσαν τα δύο αγόρια τους στον Αιγυπτιακό στρατό, ξεκίνησαν αλλεπάλ-ληλα αιτήματα προς το Ελληνικό Προξενείο για χορήγηση της ελληνικής υπηκοότητας, χωρίς όμως αποτέλεσμα.Στο σπίτι των Χέρκερτ κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο. Παρά την καταγωγή του, ο πατέρας θεωρούσε τον εαυτό του Έλληνα. Δεν θέλησε ποτέ να μάθει στα παιδιά του τη γερμα-νική γλώσσα, ούτε τη μιλούσε ποτέ μπροστά τους. Αντίθετα, τόσο ο ίδιος όσο και οι περισσότεροι στην οικογένεια, μετα-ξύ των οποίων και ο Λοΐζος, γνώριζαν και μιλούσαν άλλες 3-4 γλώσσες –Ιταλικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Αραβικά. Αυτό βέβαια ήταν αρκετά συνηθισμένο στην Αίγυπτο, που ήταν τότε τόπος διεθνής με πολλά διαφορετικά ακούσματα.Ο Λοΐζος –Λούης για την οικογένεια και τους φίλους– φοί-τησε στο ελληνικό σχολείο της Αμπετείου8, τόσο στο Δημο-8 Η Αμπέτειος Σχολή είναι ελληνικό σχολείο στο Κάιρο της Αιγύπτου. Ιδρύθηκε το 1855 από δωρεά των ελληνικής καταγωγής Σύριων ευερ-γετών Αδελφών Αμπέτ (Ραφαήλ, Ανανία και Γεωργίου), το όνομα των οποίων φέρει. Τα εγκαίνια της Σχολής έγιναν το 1861 στο κτήριο της οδού Sharee Fouad (σήμερα 26ης Ιουλίου). Από τότε αποτελεί ένα από τα πνευ-ματικά κέντρα των Ελλήνων της Αιγύπτου. Η συνεισφορά της Αμπετεί-ου Σχολής στη μόρφωση της ελληνικής και της συριακής παροικίας του Καΐρου υπήρξε τεράστια. Σήμερα η Αμπέτειος Σχολή αποτελείται από
-17-τικό, όσο και στο Γυμνάσιο. Η ζωή, όσο ήταν παιδί του Δη-μοτικού, έρεε ήρεμα με διάβασμα, φιλοξενούμενους από την Ελλάδα στο σπίτι και κυριακάτικες οικογενειακές εκδρομές στα πάρκα του Καΐρου, με γείτονες ή φίλους. Το 1928 η οι-κογένεια πήγε το πρώτο της μεγάλο ταξίδι στην Ελλάδα, όπου τα παιδιά είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν παππού-δες και άλλους συγγενείς στην Ίο και να περιηγηθούν στην Κίμωλο, την οποία επισκέφθηκαν για τα θερμά λουτρά. Το ταξίδι διήρκεσε τρεις μήνες.Στα δεκατέσσερά του περίπου, ο Λούης, μαθητής Γυμνασίου πλέον, ανακάλυψε τις παρέες με άλλους συνομηλίκους, τις σκανταλιές, τη ζωγραφική, τη φωτογραφία, τις μηχανές πα-ντός είδους –από ρολογιών μέχρι αυτοκινήτων– τις οποίες μελετούσε με αφοσίωση. Ο προσωπικός του χώρος στο σπίτι του είχε μετατραπεί σε εργαστήριο. Χαρτιά, τελάρα, πινέ-λα, ακουαρέλες, κάρβουνο, αλλά και ρολά φωτογραφικού φιλμ και υγρά για την εμφάνιση των φωτογραφιών. Πάνω απ’ όλα όμως, λάτρεψε το πατινάζ. Στην πίστα περνούσε τις περισσότερες ώρες της ημέρας, με αποτέλεσμα να γίνει μεν ένας εξαιρετικός πατινέρ, αλλά και να χρειαστεί να επα-ναλάβει τις πρώτες δύο σχολικές χρονιές! «Μετά απ’ αυτό το διπλό πάθημα, έβαλα λίγο μυαλό –τόσο όσο χρειαζόταν για να μην την ξαναπάθω», έλεγε ο ίδιος χαριτολογώντας. Έτσι, χωρίς να εγκαταλείψει τη μεγάλη του αγάπη και χω-τρία τμήματα: το Αραβικό και το Αγγλικό, που στεγάζονται στο κτήριο του Ντεμερντάς, και το Ελληνικό, το οποίο από το 1995, στεγάζεται στο Σπετσεροπούλειο Μέγαρο, στην Ηλιούπολη, προάστιο του Καΐρου. Το Ελληνικό Τμήμα διδάσκει την ελληνική γλώσσα ακολουθώντας το ελλη-νικό πρόγραμμα και επιπλέον διδάσκει και την αραβική, όπως καθορίζει το Υπουργείο Παιδείας της Αιγύπτου. Λειτουργεί Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο, καθώς και εμπορική σχολή στην οποία φοιτούν Αιγύπτιοι ελλη-νικής καταγωγής και άλλοι Αιγύπτιοι Χριστιανοί.
-18-ρίς ιδιαίτερο διάβασμα, συνέχισε απρόσκοπτα τη σχολική του καριέρα.Το 1937, όταν ήταν ακόμα στο Γυμνάσιο, έφτασε και η πο-λυπόθητη ελληνική υπηκοότητα για την οικογένεια. Χωρίς κανένα φόβο πλέον, τελειώνοντας την Αμπέτειο, άρχισε να προετοιμάζεται για το δεύτερο μεγάλο ταξίδι στην Ελλάδα, ως φοιτητής αυτή τη φορά. Ήθελε να σπουδάσει γιατρός και μάλιστα χειρούργος. Όπως, όμως, λέει και ο ίδιος στην αυτοβι-ογραφία του: «Ο Χίτλερ και το τσιράκι του ο Μουσολίνι απο-φάσισαν, για μένα και τον κόσμο ολόκληρο, διαφορετικά».Λία Ανδρουλιδάκη
Ημερολόγιο
Στην εκστρατεία της Ερήμου, στο στρατόπεδο εκπαίδευσης, 1941.
-21-Ιδιόχειρος πρόλογος του Λοΐζου Χέρκερτ στο ΗμερολόγιοΗ ιστορία, τα γεγονότα μάλλον που θα γράψω ανήκουν στο Ιερό Λόχο και ένα κομματάκι από την ιστορία του Ιερού Λόχου του 1942.Δεν πρόκειται να πολυλογήσω, θα διηγηθώ ίσως κάπως ξερά τα γεγονότα όπως τα έζησα, κι αν σε πολλά μέρη γρά-ψω και αναφέρω για το άτομό μου δεν θα ‘ναι για να περι-αυτολογήσω, μα γιατί σε πολλές στιγμές δεν βλέπει κανείς παρά τον εαυτό του.21 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1941-1942Πριν ένα μήνα, μια δήλωση στην εφημερίδα κάλεσε υπό τα όπλα τες9 κλάσεις ’40 και ’41. Δύο κλάσεις, δύο ηλικίες πού αντιπροσώπευαν τη νεολαία της Αιγυπτιακής Ελληνικής Παροικίας.Ενθουσιασμός, χαρά και υπερηφάνεια κρατούσε τη γεμάτη από σφρίγος αυτή νεολαία. Ενθουσιασμός γιατί μέσα στην 9 Σ.τ.Ε.: το κείμενο του Χέρκερτ είναι γραμμένο σε πολυτονικό και με τή-ρηση των κανόνων γραμματικής της καθαρεύουσας (π.χ.: υποτακτική με -η) και με παλιά ορθογραφία λέξεων (π.χ. τραίνο). Επιλέξαμε να διατηρή-σουμε τη γλωσσική ιδιαιτερότητα, αφαιρώντας ωστόσο το πολυτονικό.
-22-ανεμοζάλη του πολέμου, η Ελλάδα έπαιρνε ένα ενεργό μέ-ρος, χαρά γιατί κι αυτή θα προσέφερε κάτι στον πόλεμο για να μεγαλώσει τες νίκες που θάμπωναν τον κόσμο, τες νίκες της Ελλάδας στην Αλβανία, υπερηφάνεια γιατί έτυχε να γεννηθή η νεολαία κείνη Ελληνική για να ’χη πίσω της πανώρια ιστορία, μια ιστορία που φαίνεται μυθική απ’ την ανδρεία, αυτοθυσία και φιλοπατρία που γεμίζει τες σελίδες της, και για να ’χη και παρούσα ιστορία που θα γραφτή, δεν γίνεται θα γραφτή, και θα φέρνη στη μνήμη των συγ-χρόνων του πολέμου αυτού τα άρθρα των Ελληνικών και των ξένων εφημερίδων, τους λόγους των μεγάλων αρχηγών των μεγάλων κρατών που τέθηκαν αντιμέτωποι στη βία του Φασισμού και Ναζισμού.Απ’ το 1939 μόνον ήττες είχαν να αναγγέλλουν τα συμμαχικά ραδιόφωνα και οι εφημερίδες, και μόνον νίκες του Άξονος να σκορπίζουν τον τρόμο για μια γενική επέκταση της κατοχής που άρχισε να κυλά γύρω απ’ τη Γερμανία και να επεκτείνε-ται, να επεκτείνεται χλευάζοντας τες δυνάμεις των συμμάχων, και κείνες να δέχονται τους χλευασμούς χωρίς να μπορούν να αντιδράσουν γιατί τα γεγονότα μιλούσαν, γιατί εχάνοντο τα κράτη το ’να μετά το άλλο, για να προστεθούν στη κατοχή του Άξονα που φαινόταν παντοδύναμος κι ακράτητος.Έπειτα από έναν χρόνο χειροπιαστών αποδείξεων δυνάμε-ως και ορμής του Άξονος, κι έπειτα από έναν χρόνο ηττών των Συμμάχων, στες 28 Οκτωβρίου του 1940 κηρύσσει η Ιταλία τον πόλεμο στην Ελλάδα, που, παρά την αμφιβολία που κρατούσε τον κόσμο όλο για την νίκη, την τελική νίκη, έστησε το κορμί της για να σπάση την ορμή των Φασιστών και ν’ αποδείξη ότι τίποτε δεν είναι αδύνατο, κι ότι και ο Άξων ακόμη μπορεί να νικηθή.Και άρχισε από αμυνομένη η Ελλάδα να γίνεται επιτιθεμέ-
-23-νη, και άρχισε να προχωρή μέσα στην Αλβανία, να σαρώνη τους Ιταλούς σαν σίφουνας, να κυριεύη τες πόλεις και τα χωριά το ’να μετά το άλλο, να συλλαμβάνη χιλιάδες αιχ-μαλώτους, κι ο κόσμος ν’ απορή, κι ο κόσμος ν’ αμφιβάλλη αν αυτά που γίνονται είναι αληθινά, μ’ αφού γίνονται είναι αληθινά, δεν υπάρχει αμφιβολία.Μέσα λοιπόν σ’ αυτήν την εξύψωση του Ελληνισμού, στην κορυφή της δόξας που αγκάλιαζε τα Ελληνικά στρατεύματα, μια αποστολή από λίγους Έλληνες Αξιωματικούς ήρθε για να επιστρατεύση και να πάρη αντιπροσωπεία του Ελληνικού αίματος στην Αίγυπτο. Ήτο λοιπόν επόμενο και δικαιολογη-μένο να πλημμυρίζη την καρδιά της νεολαίας κείνης όλος ο ενθουσιασμός, η χαρά, η υπερηφάνεια· κι έτσι τρέξαμε, τρέ-ξαμε σαν να επρόκειτο για πανηγύρι κι όχι για ανθρωποσφα-γή, λέγω τρέξαμε γιατί και εγώ μαζί στην κλάση του 1940 με τον ίδιο ενθουσιασμό, χαρά κι υπερηφάνεια έτρεξα.Ένα χτυποκάρδι δυνατό με βαστούσε, όταν στην ιατρική εξέ-ταση έφτανε η σειρά μου. Φοβόμουν, φοβόμουν κι εγώ όπως κι άλλοι μην τύχη και βρει ο ιατρός κάτι πάνω μου που θα μ’ εμπόδιζε να πάω κι εγώ στο πανηγύρι αυτό. Και το καρδιο-χτύπι σταμάτησε κι η χαρά ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό μου γιατί ο ιατρός πρόφερε τη λέξη «ικανός». Ναι ήμουν ικανός, καλός για πόλεμο, άξιος να σκοτώσω και να σκοτωθώ.Και με καμάρι έβγαινα απ’ το θάλαμο της εξετάσεως και σαν με ρωτούσαν οι άλλοι που περίμεναν τη σειρά τους «Τι βγήκες;», «Ικανός» απαντούσα, με ύφος που έλεγε «τι άλλο μπορούσε από «ικανός;»Κι έτσι στες 21 Φεβρ. 1941 ένα τραίνο μας πήρε για την Αλε-ξάνδρεια.Σπίτι μου έβλεπα όλων τα πρόσωπα να με κοιτούν στενα-χωρημένα, μάτια να δακρύζουν και άκουγα τες λέξεις να
-24-βγαίνουν απ’ τα στόματα των δικών μου με δυσκολία και τρεμουλιαστές. Όλ’ αυτά με εξενεύριζαν. Γιατί δεν ήσαν και κείνοι ευχαριστημένοι που ο γιος τους, ο κανακάρης τους θα πήγαινε στον πόλεμο; Δεν άκουγαν τι γινόταν στην Αλβα-νία; Δεν έβλεπαν και κείνοι τες Ελληνικές σημαίες να στο-λίζουν τα Ελληνικά καταστήματα και σπίτια σε κάθε νίκη που ανηγγέλλετο; Δεν έβλεπαν τες μποτονιέρες των Ελλήνων να στολίζονται με σήματα Ελληνικά και χρώματα, δεν ήσαν και κείνοι υπερήφανοι που ’σαν Έλληνες και που με μένα θα προσέφεραν κάτι κι αυτοί στην νίκη και το μακελειό αυτό; Δεν διάβαζαν τες εφημερίδες τες δικές μας και τες ξένες που εξεθείαζαν τους Έλληνες; Δεν άκουγαν την Αγγλία που ’λεγε πως οι Έλληνες έδωκαν την απόδειξη πως μπορεί ν’ αντι-σταθεί λαός εναντίον του Άξονος; Μα γιατί λοιπόν λυπό-ντουσαν; Αλλά ούτε τα είκοσί μου χρόνια είχαν και κείνοι κι ήσαν γονείς, ήσαν αδέλφια, ήσαν συγγενείς και αποχωριζό-ντουσαν το παιδί τους, τον αδελφό τους, τον συγγενή τους.Μα στην 21η του Φεβρουαρίου έφυγα· αν και δάκρυσα για-τί έβλεπα τους δικούς μου να κλαίνε, η καρδιά μου πετούσε από χαρά. Στον σταθμό με χαμόγελο τους χαιρετούσα όλους, αν κι ένας κόμπος στο λαιμό μού στεκόταν βλέποντας τον γέρο πατέρα μου να δακρύζη, πράγμα που ποτέ δεν είχα δη μέχρι κείνης της στιγμής.Φτάσαμε κατά το μεσημέρι στο Sidi Bishr10 της Αλεξάνδρει-ας πού ’ταν το στρατόπεδό μας.Πέρασε η υπόλοιπη μέρα χωρίς τίποτε το σπουδαίο. Το απόγευμα μας μοίρασαν από 3 κλινοσκεπάσματα και κοιμη-10 Sidi Bishr: παλαιότερα παραθαλάσσιο θέρετρο των Αλεξανδρινών, σή-μερα αποτελεί ένα από τα πολυπληθή προάστια της Αλεξάνδρειας. Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν βάση των δυνάμεων της Μεσο-γείου αλλά φιλοξενούσε και ένα στρατόπεδο κράτησης αντιφρονούντων.
-25-θήκαμε μεσ’ τες σκηνές πού ’σαν στημένες πάνω στην άμμο του στρατοπέδου.Την άλλη μέρα περνούσαμε ένας-ένας μεσ’ από μια σκηνή, το «Γραφείο», και μας ρωτούσαν - Κλάσις, Ονοματεπώνυμον - Όνομα Πατρός - Μητρός - Επάγγελμα - Γραμματικάς γνώσεις.Πέρασα και γω με τη σειρά μου και απήντησα: 1940, Λοΐ-ζος Χέρκερτ («όχι», μου λένε, «Χέρκερτ Λοΐζος»), λοιπόν, Χέρκερτ Λοΐζος του Μαξίμου και της Μαρίας –ηλεκτρολό-γος, φωτογράφος κλπ, κλπ, σ’ όλα ερασιτέχνης· γέλασαν οι αξ/κοί που ρωτούσαν, «και γραμματικαί γνώσεις;» είπαν, «Απόφοιτος Γυμνασίου». «1ος λόχος» λέει ένας λοχαγός και γράφει ένας Εύελπις 1ης 1ος λόχος. (μεσάνυχτα εγώ παρά πέντε περί λόχου, 1ου, 2ου και λοιπών).Όταν ρώτησα έναν άλλον Εύελπι τι ήταν ο 1ος λόχος μου λέει «για γαλλονάκια λοιπόν πάμε». Γαλλονάκια; Λοιπόν θα έπαιρνα γαλλόνια; Τι ευτυχία!Κι άρχισε έπειτα το χώρισμα σε διμοιρίες, ομάδες, μέσα στον λόχο και σε λίγες μέρες εκπαίδευσις. Κλίνατ’ επ’ αρι-στερά, κλίνατ’ επί δε-ξιά, μετά-βολή, εμπρός μαρς, αλτ. και τα τέτοια, πορείες, θεωρίες, κούραση, φαΐ ελεεινό, ύπνος, κλεισούρα και … «θα περάσετε όλοι απ’ τον κουρέα να κου-ρευτείτε». Μα θα μας χαλούσαν λοιπόν τη χωρίστρα μας; Α! μα αυτό είναι έγκλημα εκ προμελέτης. Τι να γίνει όμως, στον στρατό λένε μόνο διαταγές: ακούς και δεν λες συ τίποτε, πρέπει ν’ αλλάξης, να γίνης από άνθρωπος μηχανή. Να σου λένε κουνήσου και να κουνιέσαι, να σου λένε στάσου και να στέκεσαι, να σου λένε πέθανε και να λες «διατάξτε», να σου λένε κάνε κάτι το θεοπάλαβο κι αν δεν σ’ αρέση έβγα παραπονούμενος στην αναφορά του λόχου, όταν, δε, βγης στην αναφορά, θα πεις το παράπονό σου, θα φας κατσάδα απ’ τον λοχαγό και ίσως και καμιά φυλάκιση, κράτηση ή
περιορισμό. Πάντως η κατσάδα είν’ εξησφαλισμένη.Μα δεν έχουμε εμείς παράπονα. Δεν πάμε για να γίνουμε στρατιώτες. Δεν θέλουμε να γράψουμε σελίδες στην ιστορία, γιατί θα ’χουμε παράπονο τώρα όχι τότε. Να μου κόψουν τα μαλλιά; «διατάξτε» και πρέπει να πας λέει τροχάδην, γιατί ο βαθμοφόρος πιάνει πουλιά στον αέρα, κι εμείς αφού θα γινόμαστε βαθμοφόροι θα πρέπει να πιάνωμε.Με λύπη έβλεπα τες σκάλες των μαλλιών μου να πέφτουν χάμω κουρεμένες απ’ τη σκληρή μηχανή του κουρέα κι ανα-τρίχιαζα αισθανόμενος πάνω στο κρανίο μου το κρύο οδο-ντωτό ατσάλι της μηχανής. Μα δε βάστηξε πολύ. Σε μερικά λεπτά το κεφάλι μου είχε μετατραπεί εις χνουδωτό κολοκύ-θι. Δεν πειράζει όμως, πάνε κι αυτά υπέρ Πατρίδος.Έπειτα από 15 μέρες εντατικής εκπαιδεύσεως στες ασκήσεις αυτές που τες λένε «ασκήσεις αόπλου στρατιώτου», πήραμε όπλα. Ε, δεν ήταν αστείο. Βαστούσαμε όπλα, όπλα αληθινά, όχι σαν κείνα που μας φέρνανε δώρα όταν ήμασταν παιδά-κια, που βαρούσαν κάψουλες, ή σαν και κείνα που βαρού-σαν φελλούς με μπαρούτι το Πάσχα, αυτά ήσαν τουφέκια πραγματικά μαύρα, βαριά, που παίρναν μέσα τους σφαίρες, που σκοτώναν, σκοτώναν ανθρώπους. Μα μη νομίζετε πώς θα γινόμαστε κακούργοι, φονιάδες. Ότι θα μας επέτρεπαν να σκοτώνουμε, τι λέω θα μας επέτρεπαν, θα μας επέβαλαν, γι’ αυτό μας τά ’δωκαν, για να σκοτώσουμε για να πάρουμε τη ζωή κάποιου άλλου.Άρχισε λοιπόν η εξάσκησις στες ασκήσεις ενόπλου στρατι-ώτου. Επ’ ωμουουου-αρρμ!, Παρά πόδααα-αρμ!, Παρουσιά-στεεε-αρμ!, Εις όπλου λόγχη!, Εις θήκην λόγχη! Κι έτσι μέχρι τες 25 Μαρτίου ήμασταν έτοιμοι για να κάνουμε παρέλαση στους δρόμους την Αλεξανδρείας.-26-
Πήγαμε στη δοξολογία, κι έπειτα περήφανοι, κορδιασμένοι11 με τα όπλα στον ώμο, περπατούσαμε με τη μουσική μπροστά και τους Αξ/κούς μας δίπλα στες διμοιρίες, ένα- δύο, εν δυο, εν. Κι εμείς βαδίζαμε. Λουλούδια πέφτανε απ’ τα μπαλκόνια, φωνές, κατακραυγές κοσμοχαλασιά, μα πού εμείς να στρέ-ψουμε το βλέμμα να κυττάξουμε. Καλέ ήμασταν στρατιώτες δεν το πιστεύετε; Ένα μήνα τώρα φορούσαμε το χακί.Το απόγευμα της 25ης Μαρτίου μας δώκανε 3 ώρες άδεια να βγούμε στη πόλη, έπρεπε εξάλλου να δούμε και μείς τι εντύπωση έκανε η πρωινή μας παρέλαση. Και μας έλεγαν οι Αξ/κοί μας: «Πρώτη φορά ύστερα απ’ τον Μέγα Αλέξανδρο παρελαύνουν Ελληνικά στρατεύματα στην Αλεξάνδρεια». Κι εμείς πια όλο χαρά κι υπερηφάνεια. Τι διέφερε ο λοχα-γός μας ο Καμπανάρος απ’ τον Αλέξανδρο; Ήταν κι αυτός ζωσμένος το σπαθί στη μέση, φώναζε, έβριζε, και όταν εμείς πηγαίναμε πορεία κείνος ερχότανε με τ’ άλογο. Τι κι αν δεν το’ λεγαν τ’ άλογο «Βουκεφάλα»; Ήταν άλογο.Ορκισθήκαμε κι όλας, άλλη φασαρία, παπάδες, κόσμος στο στάδιο μέσα. Στρωθήκανε όλοι στες κερκίδες και βλέπανε τους λεβέντες που θα ’διναν τον όρκο στην Πατρίδα και τον βασιλέα, να εκτελούν τες διαταγές των ανωτέρων προθύμως και άνευ αντιλογίας. Αφού λοιπόν ορκιστήκαμε, τώρα λοι-πόν είμαστε πραγματικοί στρατιώται. Φτάνει και το Πάσχα, θα μας δώσουν, λέει, άδεια. Τι λες βρε παιδί άδεια, βρε είναι Παράδεισος εδώ. Δόξα, τιμή, φούσκωμα, ξέχασα να σας πω πώς την 25η Μαρτίου για να διαφέρη ο λόχος Βαθμοφόρων απ’ τους άλλους μας φόρεσαν ένα κίτρινο κορδελλάκι στο αριστερό μανίκι, περπατούσαμε σαν τον κάβουρα με τον αριστερό ώμο προς τα εμπρός. Δεν ήταν αστείο πράγμα!11 Ενν. κορδωμένοι.-27-
Ε, λοιπόν το Πάσχα μας δώκανε δύο μέρες άδεια για τα σπί-τια μας. Δηλαδή οι Καϊρινοί θα έπαιρναν δύο μέρες άδεια οι δ’ Αλεξανδρινοί θα φύλαγαν σκοποί στο στρατόπεδο, ο καθείς με τη σειρά του.Άλλη δόξα στο Κάιρο, μαζί με την χαρά που ξανάβλεπα τους δικούς μου, γιατί σαν τους χαιρετούσα φανταζόμουνα ότι δεν θα τους ξανάβλεπα πριν απ’ το τέλος του πολέμου. Μα όπως βλέπετε τους ξανάδα και πριν το τέλος.Πήγα, επισκέφτηκα τους συγγενείς και τους γνωστούς, πε-ρισσότερο για να δείξω τη στολή μου και …το κορδελλάκι παρά για να τους δω και να με δούνε.Οι δυο μέρες τελείωσαν και ξαναγυρίζουμε στο στρατόπε-δο. Κι οι ασκήσεις ξανάρχισαν, σκοποβολή, ασκήσεις μάχης, κύλισμα στο χώμα, τρέξιμο, λογχομαχία πάνω σε ανδρείκε-λα που χώναμε με μίσος και φωνές τη ξιφολόγχη μέχρι της λαβής για να δείξουμε πώς έτσι θα κάνουμε στον εχθρό, θα φάμε τον κόσμο όλο, είμαστε παλικάρια μπορούμε να σκο-τώσουμε και να γελάμε όλο χαρά!Στη σκοποβολή –τη βολή, όπως λέμε στο στρατό, ήμουν απ’ τους καλλίτερους. Α! Οι σφαίρες μου δεν καταδεχόμουν να πηγαίνουν στ’ άδεια. Μας είχε πη κι ο λοχαγός: «κάθε σφαίρα που θα φεύγη απ’ την κάνη του όπλου σας, πρέ-πει να κατεβάζη κι έναν εχθρό, έτσι θα ’στε άξιοι Έλληνες στρατιώται». Μη φοβάσθε κ. Λοχαγέ, όλες μας οι σφαίρες θα σκοτώνουν, θα’ ναι φυτευτές για να παίρνουν τη ζωή των άλλων. Και σκόπευα και τραβούσα τη σκανδάλη και τρυπούσα τους στόχους. Αχ να ’ταν κορμιά!!!Την 1η Μαΐου 1941 προήχθην δεκανεύς. Ένα κιτρινοκόκκι-νο γαλλόνι. Και περνώ μαζί με τους επιτυχόντες συναδέλ-φους μου στον θάλαμο λοχιών.-28-
-29-Άλλες ασκήσεις, άλλοι κόποι, τρώγαμε κυριολεκτικά τα αμ-μόβουνα της Τζενέφας όπου είχαμε μεταφερθεί. Μας ήρθαν και Άγγλοι υπαξιωματικοί εκπαιδευταί για να μας μάθουν τα αγγλικά συστήματα του πολέμου.Τώρα τα όπλα μας έγιναν περισσότερα οπλοπολυβόλα, πε-ρίστροφα χειροβομβίδες, οπλοβομβίδες και άλλα.Οι στρατιώται των άλλων λόχων είχαν τη φύλαξη των 16.000 Ιταλών αιχμαλώτων πολέμου του στρατοπέδου.Ζέστη ανυπόφορη, λιποθυμούσαν τα παιδιά απ’ τη ζέστη, μα έπρεπε να φυλάξουν σκοποί στους αιχμαλώτους, κι έπρε-πε να γίνουν οι ασκήσεις, ο πόλεμος δεν σταματά όταν κάνη ζέστη. Ένας λοχαγός εξευτέλισε τον λόχο του, τους είπε πως λιποθυμούν σαν κοριτσάκια επειδή κάνει λίγη ζέστη αυτοί, αυτοί οι άνδρες που προορίζονται να φάνε τον εχθρό! Μα …τι ειρωνεία, πριν φθάση στη σκηνή του ο λοχαγός πέφτει φαρδύς πλατύς στην άμμο λιπόθυμος απ’…τη ζέστη. «Φύγετε όλοι απ’ εδώ,» φώναζαν οι άλλοι αξιωματικοί, «ο κ. Λοχα-γός είναι άρρωστος». Βέβαια, μπορεί ο κ. Λοχαγός να λιπο-θυμήση σαν κοριτσάκι επειδή κάνει λίγη ζέστη.Στες φοβερές κείνες μέρες της ζέστης ήρθε για να συμπληρώ-ση το δράμα το χάλασμα της μηχανής που μας προμήθευε το νερό. Νερό δεν υπήρχε. Δεν έβγαινε κανείς για ασκήσεις, δεν ήθελαν να φυλάξουν σκοποί στες ηλιόλουστες σκοπιές του κλωβού των αιχμαλώτων. Μα είπαμε, οι ασκήσεις έπρεπε να γίνουν, οι σκοπιές να φυλαχθούν, ο πόλεμος δεν σταματά όταν κάνη ζέστη και όταν δεν έχει νερό.Με το πιστόλι λοιπόν στο χέρι ένας υπολοχαγός πήγε να βγάλη τους άνδρας απ’ τη σκηνή, που μισόγυμνοι ανέπνεαν δύσκολα. Μα αντί άλλης απαντήσεως οι στρατιώται τρά-βηξαν τες ξιφολόγχες και σηκώθηκαν λέγοντας στον υπο-
-30-λοχαγό «βάρα». Ο υπολοχαγός δεν είχε σκοπό να βαρέσει βέβαια, το πιστόλι ήταν άδειο, μα στο θέαμα των 16 λογχών έφυγε και πήγε στη σκηνή του κλαίγοντας και λέγοντας ότι δεν έγιναν ακόμα στρατιώτες. Μα όχι είχαν γίνει στρατιώ-τες. Δεν τους είχαν εκπαιδεύσει κι αυτούς να βγάζουν την λόγχη απ’ τη θήκη της; Δεν τους είπαν να σκοτώσουν; Κείνη τη στιγμή έβλεπαν όλους εχθρούς.Οι ζέστες εξακολουθούσαν και το νερό ερχόταν μόνο μια ώρα το 24ωρο. Οι αιχμάλωτοι νόμιζαν ότι τους κόβαμε το νερό για να τους βασανίζουμε, κι άρχισαν να κάμουν στά-σεις, φωνάζοντας όλοι μαζί «άκουα - άκουα12».Οι σκοποί διπλασιάστηκαν και ιδιαίτερες διαταγές προσοχής εδόθηκαν. Ένας αιχμάλωτος ως αντιπρόσωπος όλων ήθελε να βγη απ’ τον κλωβό των συρματοπλεγμάτων. Μα η διαταγή ήταν αυτή: να μην πλησιάσει κανείς το συρματόπλεγμα.Το μέλλον, που θα ’χε τον κόσμο υποπόδιον με τον Μουσο-λίνι Θεό του, έβριζε Ελλάδα, Βασιλέα, έθνος και λαό.Ο σκοπός δεν ήξευρε Ιταλικά και δεν καταλάβαινε τι εξέ-φραζε η αποθήκη κείνη του φαμφαρόνου στόματός του, μα ένας άλλος φρουρός που γνώριζε Ιταλικά, η μητέρα του ήταν Ιταλίδα, και κατάλαβε τι έλεγε, χωρίς να διστάση του ’χωσε την ξιφολόγχη στην κοιλιά και για να τελειώση γρηγορό-τερα όπλισε και πυροβόλησε στο στήθος του αιχμαλώτου.«Πας σκοπός υβριζόμενος, κάνει χρήσιν του όπλου του», λέει ο κανονισμός. Λοιπόν το καθήκον του έκανε ο σκοπός. Του ’παν «μπράβο», τον κέρασαν και μπύρα. Και κείνος όλος χαρά φιλούσε το τουφέκι του «γεια σου λεβέντη μου», του ’λεγε, «το ’δειξες».Ναι το ’δειξε, σκότωσε έναν άοπλο, έναν αιχμάλωτο. Μα 12 Acqua (ιτ.): νερό.
-31-ήταν εν τάξει με τον κανονισμό. Αν ήταν πολίτης και σκό-τωνε έναν όμοιό του, θα πήγαινε φυλακή και θα του αντα-πέδιδε η δικαιοσύνη τα ίσα, μα τώρα όχι δα αφού είναι στρατιώτης, έχει καθήκον να σκοτώση.Στες 2 Ιουλίου του 1941 τελειώνει ο ουλαμός Λοχιών και προάγομαι εις λοχίαν.Μας βγάζουν λόγους, γίνονται γλέντια, μας επισκέπτεται ένας Συνταγματάρχης και μας παρακαλεί να προσπαθήσου-με να κρατήσουμε τον στρατό μας να μην διαλυθή. Ναι, για-τί έτρεχε ο στρατός στη διάλυση. Έφταναν απ’ την Ελλάδα λίγοι-λίγοι. Διερωτώμεθα αν όλοι οι Έλληνες ήσαν σαν κι αυτούς που έφθαναν κάθε τόσο. Ελεεινοί από απόψεως αν-θρώπων, χασικλήδες, μαχαιροβγάλτες, υβριστές,πρόστυχοι. Ως στρατιώται δε, με την έννοια του στρατού που είχαμε πάρει στους έξη αυτούς μήνες που φορούσαμε το χακί, ήσαν κάθε άλλο παρά στρατιώται. Έβριζαν τους αξι-ωματικούς, σήκωναν και χέρι εναντίον τους. Δήλωναν κα-τηγορηματικά ότι δεν ήρθαν για να πολεμήσουν ότι ήταν να κάνουν το ’καναν στην Αλβανία, ότι θέλουν να τους αφή-σουν ελευθέρους, να βγουν να δουλέψουν, να κάνουν πα-ράδες και άλλα, και τα μάτια μας ανοίγονταν από απορία. Οι περισσότεροι τους απέφευγαν σαν τους λεπριασμένους άλλοι πάλι εύρισκαν τες θεωρίες τους σωστές.Γιατί να πολεμήσουν; Δεν έφτανε το αίμα που χύθηκε κει στα βουνά της Αλβανίας; Αρκεί η δόξα, είναι άσβεστη, ας πάνε άλλοι να την ελευθερώσουν τώρα την Ελλάδα.Μα πότε με το καλό, πότε με το κακό, με συμβουλές με τι-μωρίες, ανακάτεψαν τα στοιχεία αυτά με τους Αιγυπτιώτες Έλληνες, παρακαλώντας μας σε συγκεντρώσεις των λόχων οι ανώτεροι Αξιωματικοί να προσπαθήσουμε να διορθώ-σουμε εμείς αυτούς και να προσέξουμε μη χαλάσουμε εμείς
-32-κοντά τους. Και αρχίζει έτσι ο χωρισμός του στρατού εις Αιγυπτιώτας Έλληνας και εις εξ Ελλάδος.Από την 27η Ιουλίου του ’41 εγγράφομαι στη δύναμη του νεοσύστατου Πρώτου Συντάγματος Πεδινού Πυροβολικού.Δύο μόνο πυροβολαρχίες αποτελούσαν το Σύνταγμα τότε, και όλος ο οπλισμός μας ήταν ένα πυροβόλο των 25 λιβρών.Σιγά σιγά μεγάλωνε η δύναμις του Συντάγματος, ηύξανε ο οπλισμός και κατά τον Σεπτέμβρη το Σύνταγμα ήταν πλήρες από άνδρας και πυροβόλα. Σύνθεσις Αγγλική 24 πυροβόλα των 25 λιβρών 8 πυροβόλα σε κάθε μια απ’ τες τρεις μοίρες.Ως λοχίας στο Πυρ/κό δεν μπορούσα να χρησιμοποιηθώ γιατί η εκπαίδευσίς μου ήταν εκπαίδευσις πεζικού κι έτσι άρχισε νέα πάλι εκπαίδευσις με έναν λοχία Νεοζηλανδό.Στην εκπαίδευση ήμασταν 9 λοχίαι Αιγυπτιώται και τρεις λοχίαι εξ Ελλάδος. Η εκπαίδευσις κράτησε περί τους δύο μήνες. Μετά μπήκαμε στο Σύνταγμα και αναλάβαμε ο κα-θείς ένα στοιχείο. Εγώ μπήκα σε στοιχείο οδηγών.Μ’ αγαπούσαν οι Στρατιώτες μου μα και τους αγαπούσα. Γνώριζα τον χαρακτήρα και τες ιδιοτροπίες του καθενός και έρριχνα τες ευθύνες των πράξεών τους πάνω μου για να μην τιμωρηθούν αυτοί. Όταν κατάλαβαν ότι τιμωρούμουν εγώ για σφάλματα δικά τους, τους έπιασε το φιλότιμο, το αιώνιο ρωμέικο, και έγιναν υπόδειγμα στρατιώτη. Στες αρχές του Οκτωβρίου φεύγουμε απ’ τη Geneifa και πη-γαίνουμε στην Kfar-Yona13, στην Παλαιστίνη. Ελλείψει οδη-γών, με διέταξε η Μοίρα μου να οδηγήσω εν’ αυτοκίνητο ρυ-μουλκό με το πυροβολικό και βλητοφόρο στην Παλαιστίνη.13 Kfar-Yona: πόλη στο σημερινό Ισραήλ που ονομάστηκε προς τιμήν του Βέλγου Σιωνιστή Jean (Yona) Fischer. Σήμερα βρίσκεται στην περιφέρεια Σαρόν, 7 χλμ. ανατολικά της Νετάνυα.
-33-Στες 22 του Οκτωβρίου 1941 διαγράφομαι της δυνάμεως του 1ου Συν/τος Πεδινού Πυροβολικού, και μετατίθεμαι στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών.Αρχίζει εκεί άλλη εκπαίδευσις. Το μεγαλύτερο μέρος της εκπαιδεύσεως συνίσταται σε θεωρίες του Πυροβολικού και προβλήματα. Λίγη πρακτική στα πυροβόλα και τοπογρα-φία. Η εκπαίδευσις στην Σχολή κράτησε μέχρι το Μάη. Μια απ’ τες καλλίτερες περιόδους της στρατιωτικής μου ζωής ήταν στη σχολή.Στην εποχή κείνη της Σχολής γνώρισα στη Natanya μια νεαρά κυρία, τη Lilly Frau από τη Βιέννη της Αυστρίας, διωχθείσα απ’ τον Ναζισμό το ’39 που κατέφυγε στην Παλαιστίνη. 28 χρονών με κανονικά χαρακτηριστικά, μελαχροινή με πράσι-να μάτια, καρδιά αγγελική και τελεία αφιλοκέρδεια, ανεπτύ-χθη μεταξύ μας μια αμοιβαία συμπάθεια, που δεν άγγιζε τα όρια του έρωτος. Παντρεμένη, μ’ ένα χαριτωμένο κοριτσάκι, μου εχάριζε όλη την τρυφερότητα της φιλίας της κι έτσι η παραμονή μου στην Παλαιστίνη ήταν απ’ τες πιο ευχάριστες. Η φιλία μας κράτησε χρόνια χωρίς να χαλάση ούτε στο ελά-χιστο ποτέ. Την θυμάμαι πάντοτε με ευγνωμοσύνη κι αγάπη.Στες 12 Μαΐου του 1942 ονομάζομαι Έφεδρος Δόκιμος Αξι-ωματικός και μετατίθεμαι στο 1ο Συν/μα Πεδ. Πυροβολικού.Τον Ιούλιο φεύγουμε με το 1ο Συν/μα από την Παλαιστίνη και πηγαίνουμε στο Ras-Baalbek14 της Συρίας. Εκεί εξετέ-λουν χρέη εκπαιδευτού οδηγών και αξιωματικού κινήσεως της Α΄ Μοίρας.14 Ras Baalbek: χωριό στη Βόρεια Κοιλάδα Μπεκάα, σήμερα στον Λίβα-νο. Μέχρι πρόσφατα κατοικούνταν σχεδόν αποκλειστικά από Χριστια-νούς, Σύρους Καθολικούς, και είναι γνωστό για την ομώνυμη μονή της Παναγίας, αλλά και για νεολιθική βραχοσκεπή που ανακαλύφθηκε εκεί στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα.
-34-Τον Αύγουστο του 1942 μετατίθεμαι στο 2ο Συν/μα Πεδ. Πυρ/κού της Β΄ Ταξιαρχίας.Σ’ όλο το διάστημα της παραμονής μου στο 2ο Συν/μα, ήμουν εκπαιδευτής οδηγών. Για δύο βδομάδες ήμουν Αξ/κός κινήσεως του Συν/τος.Τον Οκτώβριο του ’42, σε συγκέντρωση Αξ/κών εις τον κι-νηματογράφο του στρατοπέδου της Kfar-Yonna, εκφωνεί λόγο ο Υπουργός των Στρατιωτικών Παν. Κανελλόπουλος και μας αναγγέλλει εισήγησιν του Συν/ρχου Μπουρδάρα15, Ταξίαρχου της 2ας Ταξιαρχίας. δια την σύστασιν λόχου Αξ/κών υπό το όνομα «Λόχος επιλέκτων Αθανάτων» και δηλοί ότι εγκρίνει την εισήγησιν του Συντ/ρχου Μπουρδάρα.Μετά ταύτα εκφωνεί λόγον ο Συντ/ρχης Μπουρδάρας δια την σύστασιν του λόχου αυτού, και καλεί τους Αξ/κους της Ταξιαρχίας να κάνουν αιτήσεις μ’ αυτά περίπου τα λόγια: «Κύριοι Αξ/κοί, δεν είναι υποχρεωτική η αίτησις δια τον λόχον αυτόν των Αξ/κών, είναι ο λόχος εθελοντικός. Αλλά επιθυμώ να κάμετε όλοι υμείς αίτησιν, και καθώς γνωρίζετε η επιθυμία του διοικητού είναι και διαταγή!!!»Έτσι λοιπόν ο Ταξίαρχος εδήλωσε την επιθυμίαν του και με αυτόν τον τρόπον ήτο «εθελοντικός» ο λόχος Επίλεκτων Αθανάτων.Από το 2ο Συν/μα Πεδ. Πυρ/κού, κατόπιν συνεννοήσεων, 15 Αλκιβιάδης Μπουρδάρας, 1895-1959, ανώτατος αξιωματικός, κατα-γόμενος από τα Φουρνά της Ευρυτανίας. Διακρίθηκε στη Μικρασιατι-κή Εκστρατεία, συμμετείχε στο κίνημα του 1922 και ήταν ένας από τους στρατοδίκες στη Δίκη των Έξι. Συμμετείχε επίσης στο κίνημα του 1935, συνέπεια του οποίου ήταν να αποταχθεί. Επέστρεψε στο στράτευμα με την έκρηξη του ελληνοϊταλικού πολέμου και διέφυγε στη Μικρά Ασία μετά την υποταγή της Ελλάδας στους Γερμανούς. Εκεί ανέλαβε τη διοίκη-ση της 2ης Ελληνικής Ταξιαρχίας.
-35-μόνον ένας από τους Εφ. Δοκίμους Αξ/κούς έκαμε αίτηση για τον λόχον.Καλεί ο Υποδιοικητής του Συν/τος Ταγμ/ρχης Σπανογιαν-νάκης όλους μας τους δοκίμους και μας λέγει να σκεφθούμε καλλίτερα και να κάνουμε όλοι αιτήσεις δια τον λόχον.Συνεκεντρώθημεν και πάλιν όλοι οι Δόκιμοι και βγάλαμε απόφαση δια ψηφοφορίας –«όχι»– με 90%. Η απόφασις ελή-φθη, εδηλώθη και αιτήσεις δεν έγιναν.Αλλά προφανώς την 13 Νοεμβρίου 1942 στην κατάσταση των εις τον λόχον Επιλέκτων Αθανάτων μετατιθεμένων ευρίσκοντο τα ονόματά μας, τα οποία με μεγάλο θεατρι-νισμό ο Συντ/ρχης διοικητής του 2ου Συν/τος Πεδ. Πυρ/κού ηρνήτο να διαγράψη, όπως έλεγε στην ημερήσια Δ/γή Συν/τος, από της δυνάμεως των Αξ/κών του Συν/τος. Δεν ήτο πιά μόνο θέλησις του διοικητού, επιθυμία, αλλά δια-ταγή ρητή, μια και το φύλλον μεταβάσεως είχε εκδοθεί. Εί-ναι λοιπόν φανερό το πόσον «εθελοντικός» ήταν ο λόχος Επιλέκτων Αθανάτων. Συνεκεντρωθήκαμε στο Beit-Lid16 όπου ορίσθη το στρατόπεδο του Λόχου. Εκεί περιμέναμε. Κάθε μέρα και νέαι διαταγαί αναμονής.Μαθαίνουμε πως ο Μπουρδάρας εζήτησε να προσαρτηθή ο λόχος στην 2α Ταξιαρχία. Το Υπουργείο όμως ορίζει ως Διοικητήν του λόχου τον Συν/ρχην Τσιγάντε Χ., ο οποίος αρνείται την προσάρτηση του λόχου στην Ταξιαρχία διότι αυτός ήτο αρχαιότερος από τον Μπουρδάρα. Κατόπιν δια-μάχης ο λόχος κηρύσσεται υπό του υπουργείου ανεξάρτη-τος μονάς εξαρτωμένη μόνον από το Υπουργείο Στρατιωτι-κών. Γιατί όμως η απομάκρυνσις ορισμένων αξ/κών από τας 16 Beit-Lid: κωμόπολη στη δυτική Όχθη του Ιορδάνη, στα σημερινά Πα-λαιστινιακά εδάφη.