Ο πειρασμός (14.4.53)* 185Ο παράδεισος των σκύλων (25.4.53)* 186Ζωολογικά (28.4.53)* 187Ανθρωποφάγος γάιδαρος (14.5.53)* 189Της μουριάς τα πάθη (4.6.53) 190Ο ύπνος του υπαίθρου (10.6.53) 191Ζωοφιλία (12.6.53) 192Η μύγα (15.6.53) 193Ζωοφιλία (27.6.53) 195«Λυσσόπληκτος» (26.8.53) 196Απορίες και παραμύθια (30.8.53) 197Σπουργίτες και λαός (6.12.53) 1981954Απορίαι «μυίγας» (7.6.54) 201Αφέντη σκύλε! (6.8.54) 202Τ’ ανθρωπόσκυλα (17.10.54) 203«Κύων λυσσών…» (11.12.54) 204Λύσσα και τουρισμός (14.12.54) 2051955Το φίμωτρο (22.1.55) 207Τα κουτορνίθια (11.3.55) 208Λιοντάρι κι αρνί… (9.4.55) 2091956Η γηραιά αλώπηξ (17.2.56) 211Αλεπούδες κι άνθρωποι (Γράμμα «Συγχρονισμένου») (18.2.56) 212Πολιτισμός τετραπόδων (Σκέψεις νομιμόφρονος) (9.5.56) 2131957Σκύλας γέννα (2.6.57) 215«Εντάξει…» (6.7.57) 216Αλώπηξ και κόραξ (10.10.57) 217ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ 219
Ο πειρασμός (14.4.53)* 185Ο παράδεισος των σκύλων (25.4.53)* 186Ζωολογικά (28.4.53)* 187Ανθρωποφάγος γάιδαρος (14.5.53)* 189Της μουριάς τα πάθη (4.6.53) 190Ο ύπνος του υπαίθρου (10.6.53) 191Ζωοφιλία (12.6.53) 192Η μύγα (15.6.53) 193Ζωοφιλία (27.6.53) 195«Λυσσόπληκτος» (26.8.53) 196Απορίες και παραμύθια (30.8.53) 197Σπουργίτες και λαός (6.12.53) 1981954Απορίαι «μυίγας» (7.6.54) 201Αφέντη σκύλε! (6.8.54) 202Τ’ ανθρωπόσκυλα (17.10.54) 203«Κύων λυσσών…» (11.12.54) 204Λύσσα και τουρισμός (14.12.54) 2051955Το φίμωτρο (22.1.55) 207Τα κουτορνίθια (11.3.55) 208Λιοντάρι κι αρνί… (9.4.55) 2091956Η γηραιά αλώπηξ (17.2.56) 211Αλεπούδες κι άνθρωποι (Γράμμα «Συγχρονισμένου») (18.2.56) 212Πολιτισμός τετραπόδων (Σκέψεις νομιμόφρονος) (9.5.56) 2131957Σκύλας γέννα (2.6.57) 215«Εντάξει…» (6.7.57) 216Αλώπηξ και κόραξ (10.10.57) 217ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ 219
Εκδόσεις ΑρχείοΦιλολογική επιμέλεια - Κείμενα: Νίκος ΣαραντάκοςΕπιμέλεια έκδοσης: Ηρώ Διαμαντούρου, Νίκος ΑλπαντάκηςΣελιδοποίηση - Σύνθεση εξωφύλλου: Νίκος ΑλπαντάκηςΕκτυπώθηκε σε χαρτί διαπιστευμένο κατά FSC με οικολογικά μελάνιααπό την Macart, Μ. Βαρουξής και Σια Ο.Ε. για λογαριασμό των Εκδόσεων Αρχείο© Copyright 2024Ηρωνικός Ε.Π.Ε. - Εκδόσεις Αρχείοκαι Ευγενία ΒάρναληISBN 978-618-5234-33-1Ηρωνικός Ε.Π.Ε. - Εκδόσεις ΑρχείοΜιμνέρμου 5, 106 74 ΑθήναΤηλ: 210 7211187info@archeiobooks.gr
Κώστας ΒάρναληςΖωολογικά137 χρονογραφήματα (1939-1957) για τα ζώα και τα φυτά, το φυσικό περιβάλλον και τη στάση μας απέναντί τους Φιλολογική επιμέλεια - ΚείμεναΝίκος Σαραντάκος
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑΕΙΣΑΓΩΓΗ από τον Νίκο Σαραντάκο 9Χρονογραφήματα 1939-19571939Κανκαλαμπέ… (21.10.39) 25Ειρηνική ζούγκλα! (23.10.39) 27Δίκες ζώων (2.11.39) 28Λύκος και λύκοι (5.12.39) 301940Ο «φιλόσοφος» σαλίγκαρος (14.1.40) 33Κνηθοκάμπη η πιτυοκάμπη (26.2.40) 34Πουλιά… (8.4.40) 36Η μουριά (17.6.40) 37Οι αθώοι… καρχαρίες (29.6.40) 38Από πού ερχόμαστε; (9.7.40) 40Από πού προήλθομεν; (10.7.40) 41Το πλοίον της ερήμου (31.7.40) 43Οι μέλισσες ομιλούν! (3.8.40) 44Διασκεδαστικός κήπος (15.8.40) 46Πριν 360 εκατομμύρια χρόνια! (25.8.40) 47Γιγαντογονία (1.9.40) 49Τι είναι η ζωή; (12.9.40) 51Μία επίσκεψις στη βασίλισσα των τερμιτών (11.10.40) 52Ποταμόχοιρος ο χοίρος (24.10.40) 541941Η Α.Μ. η Μύγα (7.5.41) 57
Η πορφύρα (12.5.41) 59Τα έξι γελάδια (18.5.41) 60Το άλλο πρόβλημα (20.5.41) 61Το εξάμηνο νυχτέρι (22.5.41) 63Περί όνου σκιάς (30.5.41) 65Λαθραμπελοκορφολόγοι κ.τ.λ. (1.6.41) 67Τρία-τρύ’α (3.6.41) 68Ζώα και άνθρωποι (8.7.41) 70Ο ελάχιστος αδελφός (12.7.41) 71Οφθαλμόν αντί οφθαλμού (16.7.41) 73«Σώσατε τας ψυχάς μας» (24.7.41) 74Διαμαρτυρία λαθροϋλοτόμου (26.7.41) 76Μελιγκόνια κτλ. (29.8.41) 77Ο μακροταξιδευτής (9.10.41) 79Το μαύρο βάσανο (22.10.41) 80Η ζημιά της γάτας (24.10.41) 821942Το ψάρεμα (5.2.42) 85Ο Κίτσος (25.2.42) 86Η Αρετή (11.3.42) 88Οι δεκατρείς όνοι… (13.3.42) 89Μονόλογος στο «δάσος» (18.3.42) 90Μουσμουλιά (20.3.42) 91Ο Ναβουχοδονόσορ (25.3.42) 92Τα αγαθά ζώα (2.4.42) 94Το άκακον αρνίον (5.4.42) 95«Μη τα ζώα…» (22.4.42) 96Η ακακία (29.4.42) 97Κόρις ο των κλινών (13.5.42) 98Παιδικός εφιάλτης (14.5.42) 100Τα κληματόφυλλα (23.7.42) 101Ορνιθοκτονία (1.8.42) 102Σπουργίτια (14.8.42) 104Σκώληξ ο ακοίμητος (20.8.42) 105Τι απέγιναν τα μικρόβια; (2.9.42) 106Ο κέρβερος (9.9.42) 107Μυία η λαθρεπιβάτις (18.9.42) 109Το πουλάκι (8.11.42) 1101943Η γάτα (19.1.43) 113Αριθμός δεκάξι (27.3.43) 114Το γουρουνόπουλο (7.7.43) 115Οι φίλοι του (4.8.43) 117Το κουδούνι κι ο κόκορας (5.8.43) 118Κακός σκύλος (10.8.43) 119Χλωρίς η χλωρίς (24.11.43) 120Κόκορας και κότα (9.12.43) 1221944Η μυγδαλιά (19.1.44) 125
Χελιδόνια (2.3.44) 126Ένα με δέκα (25.3.44) 127Ο κόκορας (9.4.44) 129Χελιδόνια και έρως (2.5.44) 130Η πεντάμορφη (9.5.44) 131Αγιόκλημα (16.5.44) 132Κίτσος ο Α΄(29.6.44) 133Σπουργίτες (25.7.44) 1341950Ανθρωποπίθηκοι (28.4.50) 137«Ονοδρομίες» (3.5.50) 138Οι αδερφοί μας τα δέντρα (5.5.50) 140Οι αλεπούδες (30.5.50) 141Σκώληξ ο Ακοίμητος (9.6.50) 142Ζωολογικά (15.6.50) 143Δηλητηριάσεις (17.6.50) 145Διακόσια γουρούνια (8.7.50) 146«Φωνήεντα…» (19.9.50) 147Πρακτικές συμβουλές (20.9.50) 148Ο γάιδαρος (22.11.50) 1501951Μύγες (8.1.51) 153Η κάμπια (15.1.51) 154Λυσσώντες κύνες (1.3.51) 155Απωλέσθη (9.3.51) 156Ο κόκορας (3.5.51) 157Ο κόκορας (6.6.51) 159Ένα πακέτο γάτες (14.6.51) 160Τα καναρίνια της (15.6.51) 161Ζωοφιλία (30.6.51) 162Λοιμώδης βηξ (22.9.51) 1631952Μαϊμούδες κι άνθρωποι (9.1.52) 165Σύρματα (5.2.52) 166Σκύλος αιμοδότης (4.4.52) 167«Το γυαλί του ψαρά» (24.5.52) 168Περί όνου σκιάς (12.9.52) 169Οι πελαργοί (11.10.52) 170«Ουδέν πτηνόν…» (30.10.52) 171Εβδομηνταδυό… γατιά (1.11.52) 173Τα κακά στερνά του Τάκη (12.11.52) 174Ωραία η ζωή (21.11.52) 175Παραμύθι μυθικό… (24.11.52) 1761953Μύθοι του Αισώπου (8.1.53) 179Άλλοι «μύθοι» (15.1.53) 180Τα Αισώπεια (16.1.53) 181Ο δράκος του Μαχμούτ (31.1.53) 183Μύθοι παράλληλοι (24.3.53) 184
Ο πειρασμός (14.4.53)* 185Ο παράδεισος των σκύλων (25.4.53)* 186Ζωολογικά (28.4.53)* 187Ανθρωποφάγος γάιδαρος (14.5.53)* 189Της μουριάς τα πάθη (4.6.53) 190Ο ύπνος του υπαίθρου (10.6.53) 191Ζωοφιλία (12.6.53) 192Η μύγα (15.6.53) 193Ζωοφιλία (27.6.53) 195«Λυσσόπληκτος» (26.8.53) 196Απορίες και παραμύθια (30.8.53) 197Σπουργίτες και λαός (6.12.53) 1981954Απορίαι «μυίγας» (7.6.54) 201Αφέντη σκύλε! (6.8.54) 202Τ’ ανθρωπόσκυλα (17.10.54) 203«Κύων λυσσών…» (11.12.54) 204Λύσσα και τουρισμός (14.12.54) 2051955Το φίμωτρο (22.1.55) 207Τα κουτορνίθια (11.3.55) 208Λιοντάρι κι αρνί… (9.4.55) 2091956Η γηραιά αλώπηξ (17.2.56) 211Αλεπούδες κι άνθρωποι (Γράμμα «Συγχρονισμένου») (18.2.56) 212Πολιτισμός τετραπόδων (Σκέψεις νομιμόφρονος) (9.5.56) 2131957Σκύλας γέννα (2.6.57) 215«Εντάξει…» (6.7.57) 216Αλώπηξ και κόραξ (10.10.57) 217ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ 219
ΕΙΣΑΓΩΓΗΤο βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας περιέχει 137 χρονογραφήματα του Κώστα Βάρναλη, που δημοσιεύτηκαν σε τέσσερις εφημερίδες της Αθήνας από το 1939 έως το 1957, και που έχουν θέμα τα ζώα, τα φυτά και τη φύση. Τα Ζωολογικά είναι ο όγδοος τόμος με χρονογραφήματα του Βάρναλη που εκδί-δεται από τις εκδόσεις Αρχείο. Προηγήθηκαν, πάλι σε δική μου επιμέλεια, το 2016 τα Αττικά με 400 χρονογραφήματα που είχαν ως θέμα τους την Αθήνα και την Αττική, το 2017 τα Αστυνομικά με 265 χρονογραφήματα με θέμα παρμένο από το αστυνομικό δελτίο, το 2019 τα Συμποσιακά με 154 χρονογραφήματα αφιερωμένα στην ταβέρνα και στο καφενείο, στο ποτό και το φαγητό, το 2020 τα Πολεμικά με 81 χρονογραφήματα γραμμένα κατά τον πόλεμο του 1940-41, το 2021 τα Ερωτικά με 181 χρονογραφήματα εμπνευσμένα από τον έρωτα, τον γάμο και τις σχέσεις των δύο φύλων, το 2022 τα Ιστορικά με 153 χρονογραφήματα εμπνευσμένα από την ιστορία και το 2023 τα Φιλολογικά με 400 χρονογραφήματα.1 Έτσι, σιγά σιγά απέκτησε σάρκα και οστά ο χρονογράφος Κώστας Βάρναλης, αφού έχουν πλέον εκδοθεί περισσότερα από 1750 χρονογραφήματά του. Βέβαια, η έκδοση των χρονογραφημάτων δεν αναιρεί το γεγονός ότι ο Βάρναλης πρωταρχικά ποιητής ήταν και δίκαια καταλαμβάνει μια από τις πρώτες θέσεις στο λογοτεχνικό μας στερέωμα. Ωστόσο η συνεργασία του με εφημερίδες ήταν όχι μόνο μακρόχρονη και πολύ δημιουργική, αλλά και βιοποριστικά απαραίτητη: μετά την απόλυσή του για πολιτικούς λόγους από τη Μέση Εκπαίδευση, ο ποιητής βρέθηκε στην ανάγκη να κερδίζει το ψωμί του με την πένα του· αρχικά δούλεψε σε λεξικά και εγκυκλοπαίδειες κι έπειτα άρχισε την τακτική, πρώτα εβδομαδιαία και αργότερα καθημερινή, συνεργασία με εφημερίδες. 1 Αναπόφευκτα, σε τούτην εδώ την εισαγωγή επαναλαμβάνονται αρκετά πράγματα από την εισα-γωγή των προηγούμενων τόμων.
Οπότε, η ενασχόληση του Βάρναλη με το χρονογράφημα είναι απόρροια της ενα-σχόλησής του με τη δημοσιογραφία, και ο χρονογράφος Βάρναλης είναι συνέχεια του δημοσιογράφου Βάρναλη, που είναι άλλωστε και το επάγγελμα από το οποίο συνταξιοδοτήθηκε, από την Αυγή το 1958, αφού, αν δεν κάνω λάθος, δεν του ανα-γνωρίστηκε συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την προηγούμενη δημοσιοϋπαλληλική θητεία του στην εκπαίδευση (1908-1926).Φυσικά, ακόμα και τον καιρό που υπηρετούσε ως δημόσιος υπάλληλος, ο Βάρνα-λης είχε δημοσιεύσεις σε διάφορες εφημερίδες, όμως σποραδικές και ευκαιριακές. Η τακτική συνεργασία του αρχίζει μετά την απόλυσή του από τη Μέση Εκπαί-δευση, που έγινε τον Φεβρουάριο του 1926, επί δικτατορίας Πάγκαλου, ενώ είχε προηγηθεί εξάμηνη παύση του το 1925. Ο Βάρναλης πλήρωσε την εμπλοκή του στο λεγόμενο σκάνδαλο των Μαρασλειακών, που ήταν η επιτυχημένη τελικά προσπά-θεια των αντιδραστικών κύκλων να ακυρώσουν την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1923-24, μεταρρύθμιση που είχε βρει την υλοποίησή της στη δημιουργία της Παιδαγωγικής Ακαδημίας με επικεφαλής τον Δημήτρη Γληνό και στην αναβάθμι-ση του Μαράσλειου Διδασκαλείου με τον Αλέξανδρο Δελμούζο. Πρώτος ο Βάρ-ναλης δέχτηκε τα βέλη της σκοταδιστικής συμμαχίας, η οποία επέσειε την απειλή του «μαλλιαροκομμουνισμού». Αφορμή ήταν οι «αντιπατριωτικοί» και «αντιθρη-σκευτικοί» στίχοι που είχε γράψει τρία χρόνια νωρίτερα στο Φως που καίει.Πρώτη τακτική, αν και βραχύβια, συνεργασία του Βάρναλη με εφημερίδα ήταν το 1926 όταν, με έξοδα της αθηναϊκής εφημερίδας Πρόοδος, μεταβαίνει ως αντα-ποκριτής στο Παρίσι και από εκεί στέλνει μια σειρά ανταποκρίσεις, άλλες αισθη-τικές και άλλες ταξιδιωτικές.2 Αυτή η πρώτη συνεργασία διάρκεσε λίγους μήνες. Για αρκετά από τα επόμενα χρόνια ο Βάρναλης θα δουλέψει σε εγκυκλοπαίδειες και λεξικά. Η επόμενη τακτική συνεργασία με εφημερίδα έρχεται το 1934, όταν ο Βάρναλης ταξιδεύει μαζί με τον Γληνό στη Μόσχα για να παρακολουθήσει το 1ο Συνέδριο των Σοβιετικών Συγγραφέων και δημοσιεύει τις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις στον Ελεύθερο Άνθρωπο,3 εφημερίδα ευρείας κυκλοφορίας που θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε «αριστερίζουσα». Στη συνέχεια, ο Βάρναλης συνεργάστηκε το 1935 με τον Ανεξάρτητο, όπου δημοσίευσε κυρίως φιλολογικές αναμνήσεις,4 και το 1936 με τον Ριζοσπάστη, όπου δημοσιεύει λογοτεχνική κριτική και επιφυλλίδες χωρίς όμως να έχει τακτική στήλη. Ο Κώστας Βάρναλης, η Πρωία, και το χρονογράφημαΜετά την κήρυξη της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, όταν ο Ριζοσπάστης έκλει-σε και το ΚΚΕ τέθηκε εκτός νόμου, ο Βάρναλης συνεργάστηκε με την εφημερίδα Πρωία, αφού προηγουμένως στις αρχές της δεκαετίας είχε συνεργαστεί με το Λεξι-κό της. Ξεκινώντας από τον Μάιο του 1937, άρχισε να δημοσιεύει κάθε εβδομάδα «φυσιογνωμίες λογοτεχνών που έλειψαν», δηλαδή φιλολογικά πορτρέτα, που αρ-2 Σήμερα στο βιβλίο Γράμματα από το Παρίσι (Εκδόσεις Αρχείο 2013) σε δική μου επιμέλεια.3 Σήμερα στο βιβλίο Τι είδα εις την Ρωσσίαν των Σοβιέτ (Εκδόσεις Αρχείο 2014) σε δική μου επιμέλεια.4 Σήμερα στο βιβλίο Φιλολογικά απομνημονεύματα σε επιμέλεια Κώστα Παπαγεωργίου (Κέδρος 1981).10 ΕΙΣΑΓΩΓΗ
γότερα τα συμπεριέλαβε στο βιβλίο του Ζωντανοί άνθρωποι. Το 1938 συνεχίζει, πάντοτε κάθε Δευτέρα, με αισθητικά δοκίμια (με τον γενικό τίτλο «Καλλιτεχνικά και φιλολογικά ζητήματα»). Τα περισσότερα από αυτά τα συμπεριέλαβε αργό-τερα στο βιβλίο «Αισθητικά-κριτικά» ή στα «Σολωμικά». Επίσης μέσα στο 1938 δημοσιεύει μια σειρά με εντυπώσεις από το Δημόσιο Ψυχιατρείο, που αργότερα μπήκαν στο βιβλίο του Αληθινοί άνθρωποι.5 Όλες αυτές οι δημοσιεύσεις γίνονται ανώνυμα ή ψευδώνυμα. Ο λόγος είναι απλός: μέσα στη δικτατορία, ο Βάρναλης μπορεί μεν να γράφει, αλλά του απαγορεύε-ται αυστηρά να υπογράφει τα κείμενά του, έστω κι αν όλοι οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ ήξεραν σε ποιον ανήκουν οι δημοσιεύσεις αυτές. Η απαγόρευση δεν αφορούσε μόνο τη δημοσιογραφική του δουλειά. Το 1938, ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο η κωμωδία του Μολιέρου «Οι ψευτοσπουδαίες» σε μετάφραση κάποιου Β. που βεβαίως ήταν ο Βάρναλης, ενώ το 1937 ο ποιητής συνεργάστηκε με τον Νώντα Έλατο [Επαμεινώνδα Παπαμιχαήλ] στη συλλογή παιδικών ποιημάτων «Ο Κορυδαλλός» αλλά κατόπιν συμφωνίας συγγραφέας αναφέρθηκε μόνο ο Έλατος.6Το 1939 ο Βάρναλης δημοσιεύει σε συνέχειες στην Πρωία, ανώνυμα, τη μυθιστο-ρηματική βιογραφία «Ο αυτοκράτωρ Νέρων», η οποία τελειώνει στις 6 Αυγού-στου. Από εκείνο το φύλλο και μετά, αρχίζει να δημοσιεύεται σε συνέχειες, πάλι ανώνυμα, η βιογραφία «Κλεοπάτρα, η εστεμμένη Αφροδίτη». Ωστόσο, λίγες μέρες αργότερα πεθαίνει ο φίλος του Γιώργος Σερούιος, που κρατούσε το καθημερινό χρονογράφημα στην Πρωία με τον γενικό τίτλο «Τέχνη και ζωή», υπογράφοντας ως SER. Η διεύθυνση της Πρωίας ανέθεσε το καθημερινό χρονογράφημα στον Βάρναλη, ο οποίος φαίνεται αρχικά να είχε κάποιες επιφυλάξεις.Στην τιμητική εκδήλωση που διοργάνωσε η ΕΣΗΕΑ το 1974 για να τιμήσει τον ποιητή, κατά σύμπτωση λίγες ώρες πριν από τον θάνατό του, μίλησε ο Γεώργιος Καράντζας, φίλος του Βάρναλη και πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ στην Κατοχή, και αφη-γήθηκε πώς άρχισε αυτή η συνεργασία:Επαγγελματίας δημοσιογράφος έγινε μόνον το 1940, χωρίς μάλιστα καλά καλά να το θέλει ο ίδιος. Η Πρωία έχασε τότε ένα εξαιρετικό συνεργά-τη της, τον αλησμόνητο Γιώργο Σερούιο, που έγραφε χρονογραφήματα με την υπογραφή “Σερ”. Δημιουργήθηκε λοιπόν θέμα διαδοχής τού “Σερ” και εγώ πρότεινα τότε στον Διευθυντή μας, τον κ. Στέφανο Πεσμαζόγλου, σαν χρονογράφο τον Βάρναλη. Ο κ. Πεσμαζόγλου, που νομίζω πως πρέπει σή-μερα να εξάρω ένα μεγάλο προτέρημά του, πως δεν είναι καθόλου μισαλ-λόδοξος, δέχθηκε προθυμότατα την εισήγησή μου. Δεν την δέχθηκε όμως με τόση προθυμία και ο Βάρναλης. «Το χρονογράφημα», μου είπε, «είναι κάτι πρόχειρο. Κι εγώ δεν μπορώ να γράφω έτσι πρόχειρα!». Εγώ επέμεινα: «Ίσα ίσα», του είπα. «Επειδή είσαι τέτοιος που σε ξέρω και δεν μπορείς να γράφεις τόσο πρόχειρα, θα δώσεις κάποιο βάθος στο χρονογράφημα, που είναι μια σπουδαία έπαλξη για όσους είναι αγωνιστές σαν εσένα.»7Ο Καράντζας κάνει ένα λαθάκι στη χρονολογία: ο θάνατος του Σερούιου συνέ-5 Τα δυο βιβλία «Ζωντανοί άνθρωποι» και «Αληθινοί άνθρωποι» κυκλοφορούν πλέον σε έναν τόμο από τον Κέδρο με τον τίτλο Άνθρωποι. 6 Δεν είναι ακριβές, και υποτιμά τον Βάρναλη, αυτό που γράφτηκε ότι, τάχα, ο Βάρναλης πούλησε τα ποιήματά του στον Παπαμιχαήλ. 7 Γ. Καράντζας, «Ο Βάρναλης στη δημοσιογραφία», Αιολικά Γράμματα τχ. 25 (1975) [Αφιέρωμα Βάρναλη] σ. 37.11ΕΙΣΑΓΩΓΗ
βη τον Αύγουστο του 1939· τότε ξεκίνησε η καθημερινή συνεργασία του Βάρνα-λη. Πράγματι, στις 18 Αυγούστου 1939, έξι μέρες μετά τον θάνατο του Σερούιου, δημοσιεύεται το πρώτο χρονογράφημα του Βάρναλη στην Πρωία, ανυπόγραφο αλλά αναγνωρίσιμο, με τον τίτλο «Ο ‘Ίντεξ’ της Αγίας Έδρας» και θέμα του τα βιβλία που απαγορεύτηκαν κατά καιρούς από την Καθολική Εκκλησία. Θα μπο-ρούσαμε να το χαρακτηρίσουμε και «επιφυλλίδα» αντί για «χρονογράφημα»· ο Βάρναλης, τον πρώτο χρόνο της καθημερινής του συνεργασίας διατήρησε σε με-γάλο βαθμό το πνεύμα των κειμένων του Σερούιου, που ήταν περισσότερο επιφυλ-λίδες ή εκλαϊκευτικά αισθητικά δοκίμια γύρω από την ιστορία της τέχνης και της φιλολογίας ή για τη διεθνή πνευματική κίνηση. Τα πρώτα πρώτα κείμενα του Βάρναλη στη στήλη «Τέχνη και ζωή» ήταν ανυ-πόγραφα, αλλά από τις 24 Αυγούστου καθιερώνει την υπογραφή Τ.κ.Ζ. (όπως είπαμε, δεν του επιτρεπόταν να υπογράφει με το πραγματικό του όνομα). Στις 4 Σεπτεμβρίου ο Βάρναλης αφιερώνει το χρονογράφημά του στη νεκρολογία του Σερούιου, αποτίοντας φόρο τιμής στον προκάτοχό του και παίρνοντας επίσημα, θα λέγαμε, τη σκυτάλη του χρονογράφου της εφημερίδας. Στους δεκατέσσερις μήνες από τον Σεπτέμβριο του 1939 έως και τον Οκτώβριο του 1940, ο Βάρναλης θα δημοσιεύσει στη στήλη «Τέχνη και ζωή» περί τα 420 κείμενα, τα περισσότερα από τα οποία όμως συγγενεύουν μάλλον με επιφυλλίδα, στο πνεύ-μα του Σερούιου, παρά με καθαρόαιμο χρονογράφημα.Όλα αλλάζουν με την κήρυξη του πολέμου στις 28 Οκτωβρίου 1940. Τώρα πια, το χρονογράφημα του Βάρναλη παρακολουθεί την πολεμική καθημερινότητα, στρα-τεύεται κι αυτό στην πολεμική προσπάθεια. Ένα μικροφιλολογικό μυστήριο, στο οποίο δεν έχω να προτείνω κάποια πιθανή εξήγηση, είναι το γεγονός ότι ο Βάρνα-λης άρχισε να υπογράφει τα κείμενά του όχι μετά ή αμέσως με την κήρυξη του πο-λέμου, επωφελούμενος από την αυτονόητη χαλάρωση των λογοκριτικών περιορι-σμών, όπως έχει γραφτεί, αλλά από την προηγούμενη μέρα, από το φύλλο της 27ης Οκτωβρίου! Το πρώτο χρονογράφημα στην Πρωία που το υπέγραψε ο Βάρναλης με το όνομά του, στις 27.10.1940, έχει τίτλο «Ψυχαγωγία-διδασκαλία». Από τότε, η στήλη «Τέχνη και ζωή» φέρει την υπογραφή Κ. ΒΑΡΝΑΛΗΣ.Τα «πολεμικά» χρονογραφήματα του Βάρναλη τα έχουμε συμπεριλάβει σε ειδικό τόμο (Πολεμικά, Εκδόσεις Αρχείο 2020). Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι από τις 12/1/41 έως τις 7/1/41 ο Βάρναλης δεν έγραφε χρονογράφημα, αλλά επιφυλλίδες για τις σκοτεινές σελίδες της ιστορίας της αρχαίας Ρώμης. Ξαναρχίζει να γράφει χρονογράφημα στις 8 Απριλίου, με τη γερμανική επίθεση. Στις 27 Απριλίου 1941 μπαίνουν στην Αθήνα οι Γερμανοί. Αρχίζει η Κατοχή. Ο Βάρναλης γράφει καθημερινά το χρονογράφημα στην Πρωία, η οποία, μέσα στις κατοχικές συνθήκες, κυκλοφορεί μόνο σε 2 σελίδες, ένα μονόφυλλο μεγάλου σχή-ματος, χωρίς καθόλου γελοιογραφίες, εικονογραφήσεις ή φωτογραφίες. Τα κατοχικά χρονογραφήματα του Βάρναλη πλησιάζουν τα χίλια, και πολλά από αυτά συγκαταλέγονται στα αριστουργήματα του είδους. Μέσα στον ζόφο της ξέ-νης κατοχής και της πείνας, ο Βάρναλης προσπαθεί να παρηγορήσει και να εμψυ-χώσει το αναγνωστικό κοινό και να ανοίξει παράθυρα αισιοδοξίας και ελπίδας. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1944 όλες οι καθημερινές αθηναϊκές εφημερίδες, ανάμεσά τους και η Πρωία, αναγκάστηκαν να κλείσουν λόγω έλλειψης δημοσιογραφι-κού χαρτιού και στη θέση τους εκδόθηκαν δύο μόνο εφημερίδες, μία πρωινή και μία απογευματινή. Οι εφημερίδες Ακρόπολις, Ελεύθερον Βήμα, Καθημερινή και 12 ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Πρωία, συγχωνεύθηκαν στον Ηνωμένο Τύπο με υπότιτλο «Ημερησία έκδοσις των πρωϊνών εφημερίδων των Αθηνών», ενώ από τη σύμπραξη της Βραδυνής και των Αθηναϊκών Νέων προέκυψαν τα Βραδυνά Νέα.Ο Βάρναλης ανέλαβε το χρονογράφημα στον Ηνωμένο Τύπο, ένδειξη του κύρους του. Δεν υπάρχει πλήρες σώμα της βραχύβιας άλλωστε αυτής έκδοσης αλλά στο αρχείο Βάρναλη σώζονται 2-3 χρονογραφήματα. Πάντως, στα τέλη Σεπτεμβρίου σταμάτησε και αυτή η έκδοση. Η Πρωία δεν επανεκδόθηκε μετά την Κατοχή, αλλά έτσι κι αλλιώς ο ποιητής είχε πια βρεθεί στον φυσικό του χώρο, αφού αμέσως μετά την απελευθέρωση άρχισε να συνεργάζεται με τον Ριζοσπάστη (και αργότερα με τον Ρίζο της Δευτέρας) με κριτική, δοκίμια και επιφυλλίδες. Ωστόσο, το καθημερινό χρονογράφημα του μεταπολεμικού Ριζοσπάστη το ανέλαβε ο Απόστολος Σπήλιος. Το 1946, με παρέμ-βαση του Ζαχαριάδη, ο Βάρναλης πήρε άδεια μετ’ αποδοχών από τον Ριζοσπάστη για να ολοκληρώσει το μυθιστόρημά του Το ημερολόγιο της Πηνελόπης, που δη-μοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα. Στα τέλη του 1947 το ΚΚΕ τέθηκε εκτός νόμου και τα έντυπά του έκλεισαν και έτσι σταμάτησε αυτή η περίοδος δημοσιο-γραφικής δραστηριότητας του Κ. Βάρναλη.Δεκαετία του 1950:Προοδευτικός Φιλελεύθερος, Προοδευτική Αλλαγή και ΑυγήΕπόμενη συνεργασία, τον Απρίλιο του 1950, η εφημερίδα Προοδευτικός Φιλελεύ-θερος. Επρόκειτο για νεότευκτη εφημερίδα, που είχε αρχικά εκδοθεί ως εβδομα-διαία (κυριακάτικη) στις 12.2.1950 προκειμένου να στηρίξει το κεντρώο κόμμα ΕΠΕΚ του Ν. Πλαστήρα στις επικείμενες εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950 και στη συνέχεια μετατράπηκε, από τις αρχές Απριλίου, σε καθημερινή απογευματινή εφη-μερίδα «προοδευτικών φιλελευθέρων αρχών» σύμφωνα με την προμετωπίδα της. Ο Φιλελεύθερος φρόντιζε να έχει και αριστερούς συνεργάτες, τόσο για πολιτι-κούς λόγους όσο και για κυκλοφοριακούς, αφού οι αριστερές εφημερίδες, όταν και όπως κυκλοφορούσαν, βρίσκονταν διαρκώς υπό τη δαμόκλειο σπάθη της λο-γοκρισίας ή του κλεισίματος. Στις 8.4.1950, Μεγάλο Σάββατο, δημοσιεύεται στην εφημερίδα το διήγημα του Βάρναλη «Το Πάσχα του Παπαδιαμάντη», ενώ από τις 24 Απριλίου 1950 ο ποιητής αναλαμβάνει το καθημερινό χρονογράφημα, με τον γενικό τίτλο «Από μέρα σε μέρα».Τώρα που δεν υπάρχουν οι κατοχικοί περιορισμοί, ο Βάρναλης δεν τσιγκουνεύεται τους τσουχτερούς πολιτικούς υπαινιγμούς. Τα περισσότερα χρονογραφήματά του έχουν ευθείες αναφορές στην τρέχουσα πολιτική κατάσταση, εγχώρια και διεθνή. Το διάστημα που ήταν συνεργάτης του Προοδευτικού Φιλελεύθερου, ο Βάρνα-λης συνεργάστηκε και με δύο άλλες εφημερίδες. Καταρχάς, από τον Σεπτέμβριο του 1951 έως τις αρχές του 1952 δημοσίευε στην εβδομαδιαία αριστερή εφημερίδα Δημοκρατική ιστορικές επιφυλλίδες τις οποίες υπέγραφε με τα αρχικά Κ.Β. Η συ-νεργασία αυτή είχε μείνει εντελώς ακατάγραπτη, αφού ούτε στο αρχείο Βάρναλη σώζονται ίχνη της, με εξαίρεση ένα δικό μου άρθρο.88 Νίκος Σαραντάκος, «Μια ακατάγραφτη συνεργασία του Κώστα Βάρναλη», Μικροφιλολογικά, τχ. 38 (2015), σελ. 25.13ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Πιο σχετική με το θέμα μας είναι η δεύτερη συνεργασία του, που άρχισε τον Μάιο του 1953, με την πρωινή εφημερίδα Προοδευτική Αλλαγή, η οποία είχε αρχίσει να εκδίδεται από το 1951 με διευθυντή τον Νικ. Παπαπολίτη, ηγετικό στέλεχος της ΕΠΕΚ του Πλαστήρα, αλλά, όπως και ο Προοδευτικός Φιλελεύθερος, είχε και αρι-στερούς συνεργάτες (ο Γιάνης Κορδάτος έγραφε επιφυλλίδες, και μουσικοκριτική ο Μίκης Θεοδωράκης). Εδώ ο Βάρναλης γράφει καθημερινό χρονογράφημα, με τον γενικό τίτλο «Πρωινά λόγια». Έτσι, για μερικούς μήνες του 1953 δημοσιεύονταν καθημερινά δύο δικά του χρονογραφήματα. Τα χρονογραφήματα του Βάρναλη στην Αλλαγή δεν διαφέρουν καθόλου στο πνεύμα από εκείνα στον Φιλελεύθερο. Να σημειωθεί ότι την περίοδο 1951-1953 ο Βάρναλης, εκτός από χρονογράφημα, δημοσίευσε στον Φιλελεύθερο τέσσερα ιστορικά μυθιστορήματα βιογραφικού χα-ρακτήρα σε συνέχειες, με θέμα την Κλεοπάτρα, τον Αλκιβιάδη, τη Σαπφώ και τον Αττίλα, ενώ επίσης δημοσίευσε άλλο ένα παρόμοιο αφήγημα με θέμα τον Ηρώδη το 1953 στην Αλλαγή. Σύμφωνα με τη Θεανώ Μιχαηλίδου, αυτές οι βιογραφίες, όπως και οι άλλες δύο που είχε δημοσιεύσει προπολεμικά στην Πρωία, δεν είναι πρωτότυπη δουλειά αλλά ελεύθερες αποδόσεις γαλλικών βιβλίων.Ωστόσο, από το 1952 έχει εκδοθεί, αρχικά τον Αύγουστο εβδομαδιαία και από τα τέλη του χρόνου καθημερινή, η Αυγή, το όργανο της Ενιαίας Δημοκρατικής Αρι-στεράς. Τον Αύγουστο του 1953 ο Βάρναλης αρχίζει να συνεργάζεται με την Αυγή, σταματώντας τη συνεργασία του με τις δύο κεντρώες εφημερίδες, οι οποίες άλλω-στε λίγο αργότερα διέκοψαν τη λειτουργία τους καθώς ύστερα από τον θάνατο του Πλαστήρα (26.7.1953) το κόμμα της ΕΠΕΚ διασπάστηκε και αποδυναμώθηκε.Στην Αυγή ο Βάρναλης δημοσίευε καθημερινό χρονογράφημα σε στήλη με τον γενικό τίτλο «Λόγια που καίνε». Όπως δείχνει και ο τίτλος, τα χρονογραφήματα του Βάρναλη ήταν, κατά κανόνα, πολιτικά και μαχητικά. Στην Αυγή ο Βάρναλης βρέθηκε ξανά στον φυσικό χώρο του. Μάλιστα, για πρώτη φορά γράφει χρονο-γράφημα σε μια εφημερίδα με της οποίας την πολιτική γραμμή συμφωνεί (στον Ριζοσπάστη δεν έγραψε χρονογραφήματα). Σχολιάζει λοιπόν δηκτικά την πολι-τική κατάσταση και ιδίως την πολιτική εξάρτηση της χώρας από τους υπερατλα-ντικούς πάτρωνες, δίνει αγώνα για τους εξόριστους και στους φυλακισμένους της Αριστεράς, γράφει πύρινα χρονογραφήματα για το Κυπριακό, ένα ζήτημα που δέσποζε στην πολιτική επικαιρότητα όλα εκείνα τα χρόνια, ή καταγγέλλει τις διώξεις και εκτοπίσεις αριστερών συγγραφέων όπως ο Μενέλαος Λουντέμης ή ο Θέμος Κορνάρος. Βέβαια, τα χρόνια περνάνε, και ο Βάρναλης έχει πια περάσει τα 70, οπότε δεν γράφει χρονογράφημα αδιάλειπτα κάθε μέρα όπως πριν. Τελικά, όταν το 1958 μια σοβαρή ασθένεια τον αναγκάζει σε μακρά νοσηλεία, η δημοσιογραφική του θητεία τερματίζεται –και ο ίδιος συνταξιοδοτείται, όπως είπαμε, ως δημοσιογρά-φος, από την Αυγή.Το χρονογράφημα, είδος εφήμεροΣύμφωνα με το Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας, το χρονογράφημα είναι «είδος έντεχνου πεζού λόγου, σύντομο συνήθως λογοτεχνικό κείμενο, το οποίο δημοσιεύεται στον Τύπο και σχολιάζει με εύθυμο τρόπο την επικαιρότητα». Οι πε-ρισσότεροι μελετητές θεωρούν ότι βρίσκεται μεταξύ λογοτεχνίας και δημοσιογρα-14 ΕΙΣΑΓΩΓΗ
φίας· ο Σπύρος Μελάς, που το υπηρέτησε επί δεκαετίες, το αποκάλεσε «πρεσβευτή της λογοτεχνίας στη δημοσιογραφία», διότι, ακόμα κι αν το χαρακτηρίσουμε απλώς «είδος έντεχνου πεζού λόγου με λογοτεχνική χροιά», δεν μπορούμε να παραβλέψου-με ότι το υπηρέτησαν κορυφαίοι λογοτέχνες, από τον Ροΐδη και τον Κονδυλάκη ίσαμε τον Παπαντωνίου και τον Νιρβάνα, και φυσικά τον Βάρναλη. Άλλωστε, αν σκεφτούμε ότι το Νόμπελ Λογοτεχνίας του 2015 απονεμήθηκε στη Λευκορωσίδα συγγραφέα και δημοσιογράφο Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, που έχει δώσει έργα που μπο-ρούν να χαρακτηριστούν ρεπορτάζ, βλέπουμε ότι στην εποχή μας τα όρια μεταξύ λογοτεχνίας και δημοσιογραφίας έχουν γίνει ακόμα πιο δυσδιάκριτα. Ο Νίκος Δήμου, θεράποντας και μελετητής του είδους, έγραψε το 1991 ότι «Το Ελ-ληνικό χρονογράφημα πέθανε μια βραδιά της δεκαετίας του 70»9 και μάλιστα ότι το σκότωσε, άθελά του, ο Δημήτρης Ψαθάς επειδή το μόλυνε με το μικρόβιο της πολιτικής. Ωστόσο, χρονογραφήματα γράφονται και σήμερα, και το είδος υπηρε-τήθηκε και στον αιώνα μας από καλούς λογοτέχνες –θα αναφέρω μόνο τον Γιώργο Σκαμπαρδώνη. Βέβαια, στις μέρες μας το σχήμα των εφημερίδων έχει αλλάξει και το χρονογράφημα έχει εκτοπιστεί από την πρώτη σελίδα, όπου δέσποζε επί έναν αιώνα πλάι στο κύριο άρθρο. Ούτε είναι απαραίτητο σήμερα για μια εφημερίδα να δημοσιεύει χρονογράφημα, όπως ήταν πριν από 100 χρόνια, όταν κάποιες εφημερί-δες τις αγόραζαν πολλοί κυρίως ή και μόνο για το χρονογράφημα (π.χ. την Εστία για τον Νιρβάνα). Οπότε, δεν είναι τυχαίο ότι το Χρηστικό Λεξικό, που τον ορισμό του δώσαμε παραπάνω, θεωρεί πως ο ορισμός, χωρίς να είναι παρωχημένος, αφορά «κυρίως παλαιότερα» κείμενα.Όπως είπαμε, το χρονογράφημα είναι είδος εφήμερο: «Ιστορία του λεπτού και του δευτερολέπτου. Συμβάντα, επεισόδια, σκηναί της ζωής, ασήμαντα κάποτε γεγονότα, τα οποία θα περνούσαν απαρατήρητα, παραλαμβάνονται από τον χρονογράφον, ιστορούνται, διυλίζονται, καλούνται ν’ αποδώσουν την βαθυτέραν των ουσίαν και, κάποτε, την βαθυτέραν των έννοια», γράφει ο Παύλος Νιρβάνας,10 που διέπρεψε στο χρονογράφημα, υπηρετώντας το επί δεκαετίες. Ως είδος εφήμερο, που δημοσιεύεται σε μέσο εφήμερο, το χρονογράφημα, αντέχει λιγότερο στον χρόνο από άλλα είδη, κακογερνάει θα λέγαμε. Ωστόσο, τα χρονογρα-φήματα των μεγάλων λογοτεχνών, ιδίως όταν δεν αναφέρονται σε ξεχασμένα πια περιστατικά της πολιτικής επικαιρότητας, διατηρούν την αξία τους σε δυο επίπεδα. Καταρχάς, δίνουν στον αναγνώστη την ευκαιρία να γνωρίσει μιαν ακόμα πτυχή του έργου του λογοτέχνη. Κι έπειτα, τα χρονογραφήματα ενός μεγάλου μάστορα (όπως ήταν ο Βάρναλης) έχουν για τους αναγνώστες των επόμενων γενεών και μιαν άλλη αξία, ότι μας δίνουν την ευκαιρία να γνωρίσουμε μια εικόνα της ζωής πριν από με-ρικές δεκαετίες, για πράγματα που έχουν αναντίστρεπτα αλλάξει. Από τα παλιά χρονογραφήματα λοιπόν παίρνουμε μιαν εικόνα για το πώς ζούσαν οι πατεράδες ή οι παππούδες μας που δεν μας τη δίνει η μεγάλη ιστορία. Γι’ αυτό και δεν είναι ασυνήθιστο να εκδίδονται ανθολογίες ή και πλήρεις συλλογές με τα χρονογραφήματα που έγραψαν οι μεγάλοι του είδους, είτε σε χρονολογική είτε σε θεματική ταξινόμηση, ακόμα και σε πολλούς τόμους (ο Νιρβάνας εξέδωσε οχτώ τό-μους με χρονογραφήματά του, οργανωμένα θεματικά).9 Νίκος Δήμου, «Ο θάνατος του χρονογραφήματος», Δοκίμια ΙΙ, Τα πρόσωπα της ποίησης, Νεφέλη 1993, σελ. 167-177.10 Το παραθέτει ο Γ. Ζεβελάκης στον πρόλογό του (Φέιγ βολάν της Κατοχής, σ. 16).15ΕΙΣΑΓΩΓΗ
16Τα χρονογραφήματα του ΒάρναληΚαταρχάς, πόσα είναι; Συνολικά τα χρονογραφήματα του Βάρναλη ξεπερνούν τα 3500 κείμενα: περίπου 1450 στην Πρωία (ωστόσο περίπου 300 από αυτά πρέπει να χαρακτηριστούν επιφυλλίδες), καμιά δεκαριά στον Ηνωμένο Τύπο, 1020 στον Προ-οδευτικό Φιλελεύθερο, 115 στην Προοδευτική Αλλαγή και περίπου 980 στην Αυγή. Μια παράμετρος που ίσως δεν έχει προσεχτεί σε σχέση με την δημοσιογραφική δου-λειά και τα χρονογραφήματα του Βάρναλη, είναι ότι, όσον καιρό συνεργαζόταν καθημερινά με εφημερίδες, πολύ λίγα λογοτεχνικά έργα έγραψε. Η δημοσιογραφι-κή δουλειά, όπως και νωρίτερα η δουλειά στα λεξικά και τις εγκυκλοπαίδειες, τον κούραζε ή ίσως τον αφυδάτωνε. Όπως άλλωστε έχει τονίσει κι ο ίδιος ήδη από το 1932, «για να δημιουργήσεις, χρειάζεται να ’χεις άνεση και κέφι, να περνάς μια ζωή ‘οτσιόζαμ’, τεμπέλικη, όπως λεν κι οι Λατίνοι»,11 Μη μπορώντας να βρει την άνεση, οικονομική ή άνεση χρόνου, ο Βάρναλης σχεδόν σταμάτησε να γράφει λογοτεχνία. Ενδεικτικό είναι ότι, μόλις συνταξιοδοτήθηκε, στράφηκε και πάλι στη λογοτεχνία ολοκληρώνοντας, αν και άρρωστος, το θεατρικό του έργο Άτταλος ο Γ΄ και γρά-φοντας, σε προχωρημένη πια ηλικία, τα ποιήματα της συλλογής Ελεύθερος κόσμος ύστερα από δεκαετίες σχεδόν ολικής ποιητικής σιγής. Οπότε, τα χρόνια εκείνα της λογοτεχνικής του αγρανάπαυσης στα χρονογραφήμα-τα κυρίως διοχέτευε ο Βάρναλης την ποιητική του διάθεση, γι’ αυτό και πολλά από τα κομμάτια του δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από καθαυτό λογοτεχνικά έργα, καθώς λειτουργούν σαν «παραθύρια απ’ όπου μπορούσε να ξανασάνει ο ποιητικός του λογισμός. Μπορεί το καθένα να αποτελεί ένα πολύ συνοπτικό πεζογραφικό έργο, όμως σε πολλά από αυτά έχει εισχωρήσει η ποίησή του», όπως επισήμανε ο Αντώνης Μπουλούτζας σε ανακοίνωσή του στο 34ο Συμπόσιο Ποίησης της Πάτρας, το αφιερωμένο στον Κ. Βάρναλη.12 Ο Βάρναλης δεν περιφρονούσε τη δημοσιογραφική δουλειά του, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι εξέδωσε σε βιβλίο και συμπεριέλαβε στα Άπαντά του αρκετά δημο-σιογραφικά του κείμενα. Και από τα χρονογραφήματα του πολλά, που έχουν φι-λολογικό θέμα, τα έχει συμπεριλάβει στα Αισθητικά-Κριτικά ή στα Σολωμικά του. Τα υπόλοιπα χρονογραφήματά του δεν τα αξιοποίησε, παρόλο που φαίνεται πως υπήρχε τέτοια σκέψη: όταν αναγγέλθηκε η έκδοση των Απάντων του από τον Κέ-δρο, στον αρχικό σχεδιασμό που ανακοινώθηκε στον Τύπο (π.χ. Αυγή 7.9.1956, σελ. 2) περιλαμβανόταν και μια ενότητα με Χρονογραφήματα.Επίσης, η επισκόπηση του αρχείου του υποβάλλει την ιδέα ότι σχεδίαζε να τα αξιο-ποιήσει με κάποιον τρόπο. Τα αποκόμματα των εφημερίδων με τα χρονογραφήματα είναι σχολαστικά φυλαγμένα, συνήθως με αναφορά της χρονολογίας δημοσίευσης. Μάλιστα, όταν κάποιο χρονογράφημα λείπει, ο Βάρναλης ή η Δ. Μοάτσου σημει-ώνει «Το έδωσα στον Κ.» (πρόκειται για τον Κ. Καρθαίο) ή, άλλοτε, «στις τάδε του μηνός δεν είχε χρονογράφημα» ή «την τάδε απεργούσαν οι εφημερίδες». Κάποια χρονογραφήματα είναι ταξινομημένα θεματικά, ενώ άλλα έχουν ιδιόγραφες διορθώσεις και προσθήκες που αφορούν όχι μόνο τυπογραφικά λάθη αλλά και τρο-ποποιήσεις ουσίας (κάποιες σημειώνονται σε υποσημειώσεις του παρόντος τόμου). 11 Γ. Κοτζιούλας, «Μια ώρα με τον κ. Κώστα Βάρναλη», Μπουκέτο τχ. 420 (1932), σελ. 384.12 Αντώνης Μπουλούτζας, «Ο χρονογράφος Κώστας Βάρναλης» (εκκρεμεί δημοσίευση).ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στο αρχείο Βάρναλη βρίσκουμε και πρόχειρα φύλλα που έχει κρατήσει ο Βάρναλης με σημειώσεις για χρονογραφήματα. Ας πούμε, αποδελτίωνε γλωσσικά λάθη από τις εφημερίδες και τις σχετικές σημειώσεις τις αξιοποιούσε σε χρονογραφήματα, που τα έχουμε συμπεριλάβει στον τόμο Φιλολογικά. Αλλού, έχει κόψει ειδησά-ρια του αστυνομικού δελτίου, που τα έχει καρφιτσωμένα σε φύλλα, με θεματική κατάταξη –σε άλλο φύλλο χαρτί πέντε ειδησάκια για «εγκλήματα τιμής», σε άλλο ειδήσεις για απάτες. Αυτά τα χρησιμοποίησε σε χρονογραφήματα που έχουμε συ-μπεριλάβει στον τόμο Αστυνομικά. Τα χρονογραφήματα του Βάρναλη δεν περνούσαν απαρατήρητα στην εποχή τους. Πολλά έδωσαν αφορμή για έντονες συζητήσεις, εντάχθηκαν στην αντιπαράθεση των ιδεών της εποχής τους (όπως, ας πούμε, η τετράδα χρονογραφημάτων «Περί σκότους» το 1942) και διαβάζονταν με πολλή προσοχή τόσο από επώνυμους όσο και από ανώνυμους.Ακόμη και στο διάστημα 1939-40, που υπέγραφε με τα αρχικά ΤκΖ αφού η λογο-κρισία του δικτατορικού καθεστώτος δεν του επέτρεπε να υπογράφει με το όνο-μά του, όλοι ήξεραν ποιος κρύβεται πίσω από τα αρχικά. Σε ανύποπτο χρόνο, η Νέα Εστία σημειώνει ότι τα χρονογραφήματα είναι «γνωστού, ως εσημειώθη και άλλοτε, λογοτέχνου, δυσκόλως κρυπτομένου υπό τα αρχικά αυτά».13 Αργότερα, τόσο στην Κατοχή όσο και στη δεκαετία του 1950, που ο Βάρναλης υπέγραφε με το όνομά του, η Νέα Εστία συχνά, στην ανασκόπηση του τύπου, αναφέρεται σε χρονογραφήματα του Βάρναλη. Στο αρχείο Βάρναλη, πλάι στις άφθονες επιστολές απλών αναγνωστών που εκφράζουν τον θαυμασμό τους για το τάδε ή το δείνα χρονογράφημα, υπάρχουν επίσης γράμματα λογίων (Ν. Β. Τωμαδάκης, Μ. Καραγάτσης, Κώστας Μπίρης, Γιώργος Κοτζιούλας) σχετικά με ζητήματα που είχε θίξει ο Βάρναλης σε κάποιο χρονογράφημά του ή με απορίες που είχε εκφράσει. Είναι δηλαδή σαφές ότι τα χρονογραφήματα του Βάρναλη στην εποχή τους αποτελούσαν πνευματικό γεγονός και καθημερινό ανάγνωσμα. (Πά-ντως υπάρχουν στο αρχείο και μερικές ανώνυμες υβριστικές επιστολές: ένας ανώνυμος ρωτάει τον διευθυντή της Πρωίας πώς ανέχεται έναν απαίσιο συνεργάτη που «ρίχνει φαρμακερές σαΐτες εναντίον των χριστιανικών μας παραδόσεων», ενώ ένας άλλος, αγανακτισμένος για τον δημοτικισμό του Βάρναλη, λυπάται που «οι ενταύθα Γερμα-νοί δεν ηξεύρουν ελληνικά για να σε γραπώσουν και σε τακτοποιήσουν»!)Αρκετοί μελετητές έχουν αναφερθεί στα χρονογραφήματα του Βάρναλη. Πέρα από τον Γιώργο Ζεβελάκη, τον Αντώνη Μπουλούτζα και τον Γεράσιμο Σταύρου, που ήδη αναφέραμε, μπορούμε επίσης να μνημονεύσουμε τον Κ. Πορφύρη, ο οποίος εξήρε τον ρόλο που έπαιξαν τα κατοχικά χρονογραφήματα στην εμψύχωση του σκλαβωμένου λαού,14 τον Τάσο Ζάππα,15 την Μαρία Πριπάκη16 ή τον Γρηγόρη Τραγγανίδα.17 Ειδικά για τα κατοχικά χρονογραφήματα, ο Αλέξανδρος Αργυρί-13 Νέα Εστία, τχ. 329, 1.9.1940, σ. 1104. 14 Κ. Πορφύρης, «Οι πνευματικοί άνθρωποι στην Εθνική Αντίσταση», Επιθεώρηση Τέχνης, τχ. 87-88 (1962), σελ. 338-340.15 Τάσος Ζάππας, «Ο Βάρναλης μέσ’ απ’ τα χρονογραφήματά του», Νεοελληνικός Λόγος ’75-’76, τχ. 25 (1977), σελ. 151-163.16 Μαρία Πριπάκη, «Ο Κώστας Βάρναλης ως χρονογράφος», Αιολικά Γράμματα τχ. 25 (1975) [Αφι-έρωμα Βάρναλη] σελ. 43-45.17 Γρηγόρης Τραγγανίδας, «Ο δημοσιογράφος Κ. Βάρναλης», Κώστας Βάρναλης. Φως που πάντα καίει, Σύγχρονη Εποχή 2012, σελ. 333-337.17ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ου γράφει: Τα άρθρα του της Κατοχής είχαν μια ευφορία αξιοθαύμαστη· ποιος εκδότης θα βρεθεί να τ’ αναδημοσιεύσει; (Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της, Τόμ. 3, σελ. 80).Σε κάποια αφιερώματα περιοδικών παρατίθενται και ένα-δυο χρονογραφήματα του Βάρναλη, ή αποσπάσματά τους, ενώ όχι λίγα έχουν παρουσιαστεί και στο ιστολόγιό μου σε ηλεκτρονική μορφή. Ωστόσο, μέχρι να ξεκινήσει η δική μου προσπάθεια το 2016, η μόνη ανθολογία χρονογραφημάτων του Βάρναλη που είχε εκδοθεί ήταν του Γιώργου Ζεβελάκη, ο οποίος, κάνοντας υποδειγματική δουλειά, συγκέντρωσε 80 χρονογραφήματα των ετών 1942 και 1943 στο βιβλίο Φέιγ βολάν της Κατοχής (Κα-στανιώτης 2007). Πιο πρόσφατα, η Αυγή άρχισε να εκδίδει και να διανέμει στους αναγνώστες της τομίδια με τα χρονογραφήματα του Βάρναλη στην εφημερίδα.Και πάλι όμως, ο μεγάλος όγκος των βαρναλικών χρονογραφημάτων παραμένει δυ-σπρόσιτος στο νεότερο κοινό και επιπλέον η έκδοσή τους εκπληρώνει ένα χρέος προς τα γράμματά μας, αν και βέβαια παραμένει πάντοτε ανεξόφλητο ένα πολύ με-γαλύτερο χρέος, αφού ο σημερινός αναγνώστης εξακολουθεί να μην έχει πρόσβαση στο σύνολο των ποιημάτων του Βάρναλη.Τα χρονογραφήματα αυτού του τόμουΟ παρών τόμος είναι ο όγδοος με χρονογραφήματα του Κώστα Βάρναλη από τις εκ-δόσεις Αρχείο. Με βάση τον προγραμματισμό που έχουμε κάνει, θα ακολουθήσουν άλλοι δύο τόμοι, αρκεί βέβαια να αντέξουν οι δυνάμεις του εκδοτικού οίκου και του επιμελητή, έτσι ώστε τελικά να δημοσιευτεί το μεγαλύτερο μέρος των χρονογραφη-μάτων του Βάρναλη.Όπως είπαμε, τα χρονογραφήματα του Βάρναλη είναι πάνω από 3500. Από αυτά διαλέξαμε για τον παρόντα τόμο 137 κείμενα, με την εξής κατανομή: 74 προπολεμικά ή κατοχικά (όλα στην Πρωία) 63 της μεταπολεμικής περιόδου 1950-57, από τα οποία 44 στον Προοδευτικό Φιλε-λεύθερο, 4 στην Προοδευτική Αλλαγή και 15 στην Αυγή.Υπάρχει δηλαδή μια μικρή υπεροχή της προπολεμικής περιόδου. Τα χρονογραφήματα του τόμου αυτού τα ονόμασα, για τις ανάγκες του τίτλου, ζωολογικά –πρόκειται για χρονογραφήματα με θέμα τη χλωρίδα και την πανίδα· δηλαδή με τα ζώα, κατοικίδια, εξημερωμένα και άγρια, και τα φυτά, όπως και για τη σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον. Ο παρών τόμος, ας το ομολογήσω εγώ πρώτος, έχει ένα ψεγάδι. Πολλά χρονογρα-φήματά του, πάνω από 20, έχουν δημοσιευτεί σε προηγούμενους θεματικούς τόμους, και ιδίως στον τόμο Αττικά, που ήταν ο πρώτος της σειράς. Πράγματι, η θεματική κατάταξη αναγκάζει σε δύσκολες αποφάσεις, καθώς ένα χρο-νογράφημα μπορεί να ανήκει σε δύο θεματικές κατηγορίες. Όταν κατάρτισα τα πε-ριεχόμενα του τόμου Αττικά, το 2015-16, δεν είχα πολύ καθαρή εικόνα της έκτασης που θα έπαιρνε το εκδοτικό αυτό εγχείρημα, οπότε κάποια χρονογραφήματα που θα ταίριαζαν περισσότερο στον παρόντα τόμο δημοσιεύτηκαν εκεί. Θα ήταν κρίμα όμως να λείπουν από τον τόμο που κρατάτε στα χέρια σας, οπότε η επανάληψή τους είναι το μικρότερο κακό.18 ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ομολογώ επίσης ότι με δυσκόλεψε ο τίτλος του τόμου· η παράδοση του εκδοτικού μας εγχειρήματος θέλει τίτλο μονολεκτικό, σε -ικά, κάτι που απέκλειε επιλογές όπως «Ζώα και φυτά». Τελικά, τη λύση την έδωσε, κατά κάποιο τρόπο, ο ίδιος ο Βάρνα-λης, που χρησιμοποιεί τον τίτλο «Ζωολογικά» σε ένα από τα χρονογραφήματα του τόμου (της 16.5.1950, βλ. πιο κάτω). Εξάλλου, ο τίτλος «Ζωολογικά» δεν είναι παραπλανητικός, αφού τα περισσότερα χρονογραφήματα του τόμου αφορούν ζώα. Ο Βάρναλης εξετάζει τα ζώα από πολλές απόψεις. Στα χρονογραφήματα της πρώτης περιόδου, δηλαδή προπολεμικά και κα-τοχικά, υπάρχουν χρονογραφήματα με επιστημονικό χαρακτήρα, υπάρχουν καθη-μερινές σκηνές όπου πρωταγωνιστούν κατοικίδια ζώα ή ζώα συντροφιάς, υπάρχουν επίσης μικρά δοκίμια για τη σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον. Στη δεύτερη περίοδο, τη μεταπολεμική, τα χρονογραφήματα του Βάρναλη έχουν πάρει συγκεκαλυμμένα ή και απροκάλυπτα πολιτικό προσανατολισμό, κι έτσι τα ζώα χρησιμοποιούνται κυρίως ως όχημα για την πολιτική καταγγελία, συχνά μέσα από μύθους σαν εκείνους του Αισώπου. Στη σημερινή εποχή, ο κάτοικος των πόλεων έρχεται σε επαφή κυρίως με ζώα συ-ντροφιάς, κατά κύριο λόγο σκύλους και γάτες. Ογδόντα χρόνια πριν, στην εποχή του Βάρναλη, ήταν πολύ συνηθισμένο, ακόμα και στο κέντρο της Αθήνας, και στο Κολωνάκι όπου κατοικούσε ο Βάρναλης, να υπάρχουν κοτέτσια στα σπίτια και να διασχίζουν τους αθηναϊκούς δρόμους γαϊδούρια και άλογα, ενίοτε και γελάδες. Έτσι, μερικά χρονογραφήματα περιγράφουν τη μεγαλοπρέπεια του κόκορα του γει-τονικού κοτετσιού αλλά και την ενόχληση όσων δεν χορταίνουν ύπνο εξαιτίας του: το βάσανο της γειτονιάς, ο ακοίμητος σαλπιγκτής. Άλλες είναι σήμερα οι ηχητικές ενοχλήσεις για τους κατοίκους των αστικών κέντρων. Κάτι άλλο που διαφοροποιεί την εποχή εκείνη από τη σημερινή, είναι ο φόβος της λύσσας που επικρατούσε στην Αθήνα, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, από λυσ-σασμένα αδέσποτα σκυλιά –και πάλι, όχι μόνο σε απόκεντρους συνοικισμούς. Και στο θέμα αυτό έχει αφιερώσει χρονογραφήματα ο Βάρναλης. Δεν λείπουν χρονογραφήματα για τα ζώα συντροφιάς· και ενώ ο Βάρναλης δεν είναι ο τυπικός φιλόζωος, και ενώ σε χρονογραφήματα του 1955 ειρωνεύεται τους Βρετανούς που φροντίζουν να μην κακοπάθει η αλεπού στο παραδοσιακό κυνή-γι της αλλά την ίδια στιγμή στέλνουν στην κρεμάλα τους Κύπριους αγωνιστές, ωστόσο περιγράφει πολύ πειστικά, αφοπλιστικά θα έλεγα, πώς ένα μικρό γατάκι άρκεσε για να ξαναδώσει τη χαρά της ζωής σε ένα άτεκνο ζευγάρι ηλικιωμένων, να τους κάνει να γνωρίσουν «το φίλτρο της πατρότητας και της μητρότητας και την ηδονή τού να δαπανά κανείς τον εαυτό του για τους άλλους χωρίς αμοιβή». Να σημειωθεί επίσης ότι σε κάποια κατοχικά χρονογραφήματα βλέπουμε και την προσαρμογή των ζώων συντροφιάς στις νέες συνθήκες και στην αναγκαστική αλ-λαγή του διαιτολογίου τους. Για να κάνω μια παρένθεση, ο ίδιος ο Βάρναλης και η Δώρα Μοάτσου, όπως με πληροφόρησε η κόρη τους, η Ευγενία Βάρναλη, είχαν γάτες. Μία από αυτές, θυμά-ται, ονομαζόταν Μασκότ. Ο Βάρναλης πήγαινε και της αγόραζε ψάρια. Έναν καιρό είχαν και καναρίνι, που μάλιστα το άφηναν να πετάει στο διαμέρισμα έξω από το κλουβί –και η γάτα δεν το πείραζε. Εκτός όμως από τα ζώα συντροφιάς, ο Βάρναλης γράφει επίσης για τα ενοχλητικά ζώα και ζωύφια του σπιτιού, και κυρίως τα έντομα, για τα οποία τρέφει απέχθεια και φόβο, σε βαθμό υπερβολής θα λέγαμε· ας πούμε, αφού θαυμάσει τη σβελτάδα της 19ΕΙΣΑΓΩΓΗ
μύγας, ομολογεί τον φόβο του διότι «κουβαλεί απάνω της και μέσα της όλων των ειδών τους θανάτους: τα μικρόβια του τύφου, της φυματίωσης, της λέπρας, της χολέ-ρας, της πανούκλας, της δυσεντερίας, του σπληνάνθρακος, της ευλογιάς». Άλλωστε, και εκτός σπιτιού παραπονιέται για τα έντομα, σαν τα μερμήγκια που χαλάνε τον μεσημεριανό ύπνο στο ύπαιθρο.Αν απεχθάνεται τα έντομα, ο Βάρναλης αγαπάει από τα μεν θηλαστικά τούς γαϊδά-ρους και, από τα πουλιά, τα σπουργίτια. Για τον γάιδαρο άλλωστε έχει γράψει και το γνωστό του ποίημα, που έγινε ακόμα γνωστότερο μελοποιημένο. Τα χρονογρα-φήματά του στον τόμο αυτό είναι γεμάτα αγάπη για αυτό το αγαθότατο ζώο, που, όπως λέει ο ποιητής Φρανσίς Ζαμ, που τον παραθέτει ο Βάρναλης, θα βρει διάπλατα ανοιχτή την πόρτα του Παράδεισου. Όσο για τα σπουργίτια, δηλώνει πως είναι «οι μόνοι του πραγματικοί φίλοι» και τους συμπαθεί για τον αλήτικο τρόπο που ζουν. Όμως, παρατηρεί ότι στην Ελλάδα οι σπουργίτες και τα άλλα μικρά πουλιά φοβούνται και αποφεύγουν τον άνθρωπο, ενώ «οι σπουργίτες των παρισινών πάρκων κάθονται στους ώμους των ανθρώπων και τσιμπούνε τα ψίχουλα από τα χέρια τους». Σε άλλο χρονογράφημα, γενικεύει αυτή την παρατήρηση για όλα τα ζώα, και βά-ζει πολύ κακό βαθμό στους Έλληνες: «Γι’ αυτό, όλα τα ζώα στην Ελλάδα, άμα ιδούνε άνθρωπο, φεύγουνε τρομοκρατημένα. Αναμεταξύ τους έχουν εμπιστοσύνη· δεν έχουν εμπιστοσύνη στον άνθρωπο. Κι έχω δίκιο, μου φαίνεται, όταν λέγω πως ο πολιτισμός ενός τόπου μπορεί να μελετηθεί από την ημερότητα ή την τρομάρα των ζώων του».Εξίσου κατηγορεί ο Βάρναλης όσους ρημάζουν τα δέντρα, στον δρόμο και στην ύπαιθρο, είτε για γούστο είτε για να δρέψουν τους καρπούς τους. Βέβαια, στις συν-θήκες της Κατοχής αναγνωρίζει τα επιχειρήματα των «λαθροϋλοτόμων» και παρου-σιάζει και τη δική τους οπτική γωνία. Όπως είπα και πιο πριν, σε πολλά μεταπολεμικά χρονογραφήματα ο Βάρναλης ανα-φέρεται στα ζώα προκειμένου να καταγγείλει την πολιτική κατάσταση, μετά την ήττα της Αριστεράς στον εμφύλιο, και τις συνακόλουθες διώξεις, όπως και την ξένη εξάρτηση στη δεκαετία του 1950. Σε πολλά χρονογραφήματα παραθέτει μύθους όπου πρωταγωνιστούν ζώα, σαν τους αισώπειους –χαρακτηριστικά, το τελευταίο χρονογράφημα του τόμου, γραμμένο το 1957, έχει τίτλο «Αλώπηξ και κόραξ». * * *Όπως και στους προηγούμενους τόμους, επειδή ο Βάρναλης συνηθίζει να διανθίζει τα χρονογραφήματά του με παραθέματα στίχων και φιλολογικές αναφορές, αλλά και με αναφορές στην πνευματικήν επικαιρότητα της εποχής, ο επιμελητής έχει πολ-λή δουλειά να κάνει, κι έτσι ο τόμος έχει εκατοντάδες υποσημειώσεις. Προτίμησα να σχολιάσω και κάποια πράγματα που ορισμένοι αναγνώστες θα τα βρουν γνωστά ή ακόμη και αυτονόητα. Τα κείμενα έχουν μετατραπεί σε μονοτονικό και στη σημερινή ορθογραφία, κάτι που πιστεύω πως πρέπει να είναι ο γενικός κανόνας όταν εκδίδουμε σήμερα παλαι-ότερα νεοελληνικά κείμενα, με μια εξαίρεση: όταν έχουμε παραθέματα από κείμενα της καθαρεύουσας δεν εκσυγχρονίζω πάντα την ορθογραφία.Ευχαριστώ τον Νίκο Αλπαντάκη για την πολύτιμη τεχνική βοήθεια στην επιμέλεια. Ευχαριστώ την Ευγενία Βάρναλη που παραχώρησε τα δικαιώματα της έκδοσης, το Αρχείο Βάρναλη στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη για την παραχώρηση της πρόσβασης στο υλικό του και ιδίως την Ελευθερία Δαλέζιου για την πάντα πρόθυμη βοήθεια, 20 ΕΙΣΑΓΩΓΗ
καθώς και την κυρία Θεανώ Μιχαηλίδου για διευκρινίσεις σχετικά με το υλικό του αρχείου. Ευχαριστώ τον φίλο Γιώργο Ζεβελάκη, που με είχε ενθαρρύνει να προχω-ρήσω στην έκδοση αυτών των τόμων. Τέλος, ευχαριστίες οφείλω και πάλι στην εκδότρια, τη φίλη Ηρώ Διαμαντούρου, που αγκάλιασε την ιδέα του βιβλίου και επέμεινε να μην περιοριστούμε σε μια χρο-νολογική ανθολογία αλλά να προσπαθήσουμε να εκδώσουμε το μεγαλύτερο μέρος των βαρναλικών χρονογραφημάτων σε θεματικούς τόμους, ενώ επίσης συνδιαμόρ-φωσε την επιλογή του υλικού.ΥπόμνημαΤα χρονογραφήματα παρουσιάζονται με τη χρονολογική σειρά της δημοσίευσής τους. Το έντυπο στο οποίο δημοσιεύτηκε κάθε χρονογράφημα δεν αναφέρεται κάθε φορά, αλλά τεκμαίρεται εύκολα, με βάση την εξής αντιστοιχία:Πρωία 21.10.1939 - 25.7.1944Προοδευτικός Φιλελεύθερος 28.4.1950 - 26.8.1953Αυγή 30.8.1953 - 10.10.1957Τα χρονογραφήματα που δημοσιεύτηκαν στην Προοδευτική Αλλαγή το 1953 επισημαίνο-νται με αστερίσκο πλάι στην ημερομηνία που συνοδεύει τον τίτλο τους.21ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, Τμήμα Αρχείων, Αρχείο Κώστα Βάρναλη.
Ζωολογικά
193921 Οκτωβρίου Κανκαλαμπέ…Ξέρετε τι είναι το Κανκαλαμπέ; Ούτε εγώ! Από κει πήρα ένα γράμμα. Βρίσκεται στη Γαλλική Γουινέα (Δυτική Αφρική) που απλώνεται ανάμεσα στην 5η - 10η μοίρα βορείου πλάτους.18 Το Κανκαλαμπέ αυτό θα είναι κανένα χωριό Νέγρων με καλυ-βόσπιτα φκιαγμένα από καλάμια. Κι ότι είναι χωριό, φαίνεται από την πληροφορία που μου δίνει ο φίλος, πως μου γράφει στο γόνατο. Άρα δεν υπάρχουνε… τραπέζια.Ο φίλος μου δεν είναι κανένας αντιπρόσωπος του ελληνικού «δαιμονίου», που το κυνήγι της Τύχης (που είναι το φοβερότερο θεριό του κόσμου) τον έφερε εκεί, που ο ήλιος ρίχνει τη φωτιά του κατάκορφα και ψήνει το ψωμί στον άμμο. Δεν είναι έμπορος. Δεν αγοράζει και πουλεί ελεφαντόδοντο ή δέρματα αγρίων θηρίων, ούτε εκμεταλλεύεται δάση, βάζοντας τους δούλους του να κόβουνε ξύλα 20 ώρες την ημέρα! Είναι φυσιοδίφης ειδικευμένος στην ειδικότατη επιστήμη της Κογχυλι-ολογίας. Έχει εκδώσει πριν πέντε χρόνια ένα περισπούδαστο βιβλίο «Πορφύρα»,19 που έφτασε το ρεκόρ της πούλησης προς τα κάτω: μόλις πουληθήκανε δύο αντίτυ-πα από το βιβλίο σ’ ολάκερη την Ελλάδα! Και πολύ ήτανε! Γι’ αυτό ο συγγραφέας κ. Γιώργος Μοάτσος γράφει στο εξής γαλλικά τα έργα του.Έχει μελετήσει ως τώρα επιτόπου τα κοχύλια και τα μαλάκια του Γαλλικού Σουδάν20 (Τομπουκτού), των Πικρών Λιμνών21 και του Καναλιού του Σουέζ και της Γαλλικής Γουινέας.22 Τ’ αποτελέσματα των ερευνών του στις Πικρές Λίμνες και στο Κανάλι του Σουέζ τα εδημοσίευσε τώρα τελευταία στο Ινστιτούτο της Αιγύ-18 Σήμερα, το Κανκαλαμπέ (Kankalabé) είναι πόλη 15.000 κατοίκων στην ανεξάρτητη πλέον Γουινέα. 19 Το βιβλίο αυτό του Γ. Μοάτσου (1893-1975) το έχει παρουσιάσει ο Βάρναλης σε χρονογράφημα (11.8.1943, τώρα στα Φιλολογικά, σελ. 239.) Το βιβλίο στην έκδοση του 1932 διατίθεται ελεύθερα στον ιστότοπο anemi.lib.uoc.gr. Έχει επανεκδοθεί (Τροχαλία, 1998).20 Το σημερινό Μάλι. 21 Στην Αίγυπτο. 22 Η σημερινή Δημοκρατία της Γουινέας.
πτου σε ιδιαίτερον τόμο (13ον) των «Υπομνημάτων» του με τίτλο: «Οστρακόδερμα θαλασσινά μαλάκια του Καναλιού του Σουέζ». Ο τόμος αποτελείται από 283 σε-λίδες εις 4ον με 14 πίνακες και 4 χάρτες εκτός κειμένου. Ο κ. Μοάτσος ετοιμάζει, επίσης γαλλικά, ένα άλλο του επιστημονικό έργο: «Τα φυτά του Ομήρου».Ο κ. Μοάτσος κατέχει μια πλουσιότατη συλλογή κοχυλιών, από τις λίγες που υπάρχουν. Αυτοί οι αναθεματισμένοι κογχυλιολόγοι, που δεν τους πιάνει το μάτι σου, έχουνε τα ειδικά περιοδικά τους, έχουνε τιμοκαταλόγους των διαφόρων κο-χυλιών (όπως οι συλλογείς γραμματοσήμων) και κάνουνε επιστημονικά συνέδρια κάθε τόσο, όπως του Παρισιού στα 1935. Η δουλειά τους ωστόσο δεν είναι αστείο πράμα! Το ένα με το άλλο τα περισσότερα κοχύλια μοιάζουν αναμεταξύ τους. Το μάτι ενός ατζαμή δε θα ’βρισκε ποτές τη διαφορά τους. Έπειτα έχουν ονόματα πολύ παράξενα. Κάθε κοχύλι έχει δυο ονόματα λατινικά και στο τέλος τα αρχικά του επι-στήμονα που το βάφτισε. Μονάχα να τα βλέπεις τα όστρακα αυτά ζωγραφισμένα και να διαβάζεις τα ονόματά τους, ζαλίζεσαι, πόσο μάλλον και να τα ξεχωρίζεις ο ίδιος και να τους δίνεις το σωστό τους όνομα! «Λίμα φράγκιλις» Σεμν., «Κάρντιουμ αουρίκουλα» Σομ., «Ανκιλάρια αλμπιφασκιάτα» Σβεν., κτλ.Αλλά τι τ’ όφελος να τα ιδεί και να τα διαβάσει ο αμύητος; Άμα τα βρει στη θάλασσα, δε θα ξέρει ποιο είναι το καθένα. Οι κογχυλιολόγοι είναι σαν τους βο-τανικούς και τους εντομολόγους. Πολύ ζόρικοι επιστήμονες.* * *Όταν στις 7 Νοεμβρίου του 1860 ο Φερδινάνδος Λεσέψ ένωνε δύο θάλασσες: τη Μεσόγειο και την Ερυθρά και χώριζε δυο ηπείρους: την Αφρική από την Ασία με το κανάλι του Σουέζ, ο πολύς κόσμος εθαύμαζε το μέγα ανθρώπινο έργο, οι κυ-βερνήσεις αναμετρούσαν τα τεράστια οικονομικά αποτελέσματα αυτού του έργου και κανένας δε σκέφτηκε: τώρα τι θα γίνει με τα ζώα και τα φυτά του καναλιού και των Πικρών Λιμνών με τα πολλά τενάγη τους, όταν ανακατευθούν τα νερά των δύο θαλασσών; Θα γίνουν μεταναστεύσεις ειδών από τη μια θάλασσα στην άλλη; Θα προκύψουν νέες ποικιλίες με τη διασταύρωση των ειδών; Πώς θα προ-σαρμοσθούν τα είδη της μιας θάλασσας στους όρους του περιβάλλοντος, που θα βρούνε στην άλλη θάλασσα;Αυτά τα ερωτήματα τα επρόβαλαν οι φυσιοδίφες, όχι όταν κόπηκε ο ισθμός, αλλά από τη στιγμή που άρχισε να κόβεται. Αυτές όμως οι «ανησυχίες» δε φτάσανε ποτέ ως το πολύ κοινό. Ο πρώτος που άρχισε τη μελέτη της πανίδος του κόλπου του Σουέζ ήτανε ο Φραντσέζος Λέων Βαγιάν το 1864. Πολύ πρωτύτερα όμως, στα 1817, μια πλειάδα άλλων επιστημόνων, από κείνους που είχανε συνοδεύσει το Βοναπάρτη στην Αίγυπτο, είχε εκδώσει ένα μνημειακό έργο «Περιγραφή της Αιγύπτου», που ήταν συλ-λογή αρχαιολογικών, γεωγραφικών, λαογραφικών και φυσικών μελετών της χώρας.Μετά τις εργασίες τού Βαγιάν, πολλοί άλλοι κατά διάφορα χρονικά διαστήμα-τα ασχοληθήκανε με τα ίδια προβλήματα. Τώρα πια δεν υπάρχουν μυστήρια μέσα στο κανάλι και τις λίμνες του. Είναι βεβαιωμένο, πως επικρατούν τα κοχύλια και τα μαλάκια της Ερυθράς και πως κανένας καινούργιος τύπος δεν προέκυψε από τη διασταύρωση μεσογειακών και ερυθραϊκών ειδών. Τελευταία επιστημονική απο-στολή στο Κανάλι ήτανε του καθηγητού κ. Γκριβέλ, που είχε για βοηθό του τον κ. Γ. Μοάτσο (1932).Ο κ. Μοάτσος ερεύνησε τις Πικρές Λίμνες και τα πολλά τενάγη τους. Και το αποτέλεσμα των ερευνών του το εδημοσίευσε γαλλικά το Ινστιτούτο της Αιγύπτου, όπως είπαμε. Αλλά ξεχάσαμε το… Κανκαλαμπέ! Αύριο λοιπόν!ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ26
23 Οκτωβρίου Ειρηνική ζούγκλα!Μετά από τα κοχύλια και τα μαλάκια, μετά από την «Φισουρέλα Ρουπέλι», την «Μελεαγρίνα Όκα» και τον «Τρόχους ερυθραίους», ας ιδούμε τι νέα μας στέλνει από το Κανκαλαμπέ της Γαλλικής Γουινέας ο κ. Μοάτσος. Μην περιμένετε να ιδείτε σπαραγμένα λιοντάρια, ξεκοιλιασμένους πάνθηρες ή στραγγαλισμένους πύθωνες! Ο φίλος που μας γράφει, δεν είναι ούτε κυνηγός, ούτε ψεύτης, ούτε και το χειρότερο από τα δυο: δημοσιογράφος. Είναι καλός φίλος και καλύτερος επιστήμονας.«Πέρασα τη Σαχάρα και βρίσκομαι στη Γουινέα. Τόπος θαυμάσιος, πρωτόγο-νος και που η ευρωπαϊκή κατάχτηση δεν έκανε ακόμα πολλές προόδους κι έτσι δε… χάλασε ο τόπος. Συγκοινωνίες δύσκολες. Αυτό το γράμμα πιστεύω να φύγει σε μια βδομάδα από την Πίτα κι από κει στο Κόνακρι και θα ταξιδεύει ένα μήνα!Η περιφέρεια του Φούτα Τζαλόν, όπου βρίσκομαι, είναι ένα μεγάλο οροπέδιο κάπου 1200 μ. ύψος. Κλίμα έξοχο, ξερό, όχι πολλή ζέστη, μα τη νύχτα κάνει κρύο, καμιά φορά ένα ως δυο βαθμούς κάτω από το μηδενικό. Θηρία πολλά, αλλά… δεν είδα κανένα. Τα θηρία είναι πάντα κρυμμένα φυσικά, βλέπω όμως τα ίχνη τους στα μονοπάτια του δάσους κι οι μαύροι μου λένε: «να μότο», δηλαδή ύαινα· «να κεγκέλο» δηλαδή πάνθηρας!Εδώ κατοικεί μια περίεργη φυλή, οι Φουλά, που είναι μαύροι από το κανελί ίσα-με το κάρβουνο. Για την καταγωγή τους λένε πολλά. Έχουν λεπτά χαρακτηριστικά κι αποτελούν ωραίον ανθρώπινο τύπο, –προπάντων οι γυναίκες. Είναι γραφικό, αλήθεια, το θέαμα του γυρισμού των γυναικών από το παζάρι κατά το δειλινό, στον απέραντο σκονισμένο δρόμο, μέσα στο χρύσωμα του ήλιου, που βασιλεύει!Πηγαίνουν 6 έως 8 στη σειρά, η μια πίσω από την άλλη, με τα εβένινα ντούρα κορμιά, με το φόρτωμα επάνω στο κεφάλι, ενώ δυο ωραία στήθη ελαφρά λικνίζο-νται σα να κανονίζουν το ρυθμό της περπατιάς. Τα σώματά τους είναι άψογα στις γραμμές τους, σαν χυτά από μέταλλο –όταν φυσικά είναι νέες.Λένε και γράφουν, πως οι Φουλά είναι Βέρβεροι ανακατεμένοι με Μαύρους, πως είναι Σημίτες, πως είναι Χαμίτες, πως είναι Μαύροι ανακατεμένοι με τους Ουόλφ της Σενεγάλης, πως είναι Ινδοί, Μαλαίοι. Ατσίγγανοι ή… Ρωμαίοι! Εγώ συμ-φωνώ με κείνους που λένε, πως είναι Κουσίτες, δηλ. Αιθίοπες (Αβησσυνοί). Δηλ. είναι ερυθρόδερμοι, που χάρις στις πολλές των διασταυρώσεις… μαυρίσανε! Είναι λαός έξυπνος και ειρηνικός, γιατί είναι λαός ποιμενικός. Πηγαίνω τα βράδια στα γλέντια τους. Κάθε βράδυ τραγουδούν και χορεύουν κι ο μουσικός, ο γκριότ, παίζει το μπαλαφόν, ένα όργανο πολύ περίεργο· είναι συνδυασμός από φλασκάκια και ξυλαράκια, που κάνουν μια πλούσια γκάμα· μοιάζει με σπινέτα, το αρχαίο πιάνο. Οι σκοποί τους είναι πλούσιοι, σαν ευρω-παϊκοί, καθόλου μονότονοι κι ο χορός ρυθμικός: πότε σιγανός, πότε σαν ρούμπα και πότε τελειώνει με δαιμονισμένη γρηγοράδα, ώστε την κοπέλα που χορεύει, στο τέλος την αρπάζουν οι άλλες γυναίκες για να μην κυλήσει χάμου. Χορεύουν και οι άντρες. Και κείνον που χορεύει τον φορτώνουν με τα χρωματιστά μαντίλια τους. Δεν ξέρω αυτό τι σημαίνει.Έχει άφθονα κι όμορφα πουλιά. Το πρωί με ξυπνούνε παπαγάλοι και κοτσύ-φια. Έχει πολλά έντομα και πολύ κυνήγι. Οι άνθρωποι κατοικούνε σε καλύβες. Των αρχηγών είναι περίφημες και δροσερές. Είμαι κατενθουσιασμένος μ’ αυτήν τη φυσική ζωή. Νιώθω τον εαυτό μου να μου ανήκει ολάκερος…Το φαγί μας είναι κυνήγι: πέρδικες, αντιλόπες. Υπάρχει ακόμα και ρύζι, μα-27ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1939
νιόκ, φόνιο, μπάμιες, ντομάτες και φρούτα: παπαγιά, κούρα, μαγκό, λεμόνια, πορ-τοκάλια κι ωραίες μεγάλες μπανάνες.Επισκέφθηκα πολλές πηγές και καταρράχτες. Οι καταρράκτες του Κοκουλό έχουν ύψος 75 μ. Από κει το νερό γκρεμίζεται μέσα σε βαθιά χαράδρα. Ο καταρ-ράχτης του Σάλα έχει ύψος 200 μέτρα. Από πάνω από το βουνό το νερό πηδά στο χάος και κάνει και σκαλοπάτια, όσο να πέσει στη γούβα του ανάμεσα σε δυο βουνά σκεπασμένα με πυκνά δάση.Κοχύλια στη Γουινέα δεν υπάρχουν. Ίσως γιατί δεν υπάρχει ασβέστιο. Τα ψά-ρια στα ποτάμια μένουν πάντα νάνοι. Για ποιο λόγο αυτός ο «νανισμός»; Στη Σενεγάλη και στο Νίγηρα γίνονται μεγάλα.Πήγα σ’ ένα μάγο να μου πει την τύχη μου. Ανακάτεψε μέσα σ’ ένα τσουκάλι, που άχνιζε, διάφορα βότανα, έκανε πολλά καβαλιστικά σημεία και στο τέλος μού είπε πως βλέπει το σώμα μου κάτω από μια γη γεμάτη λουλούδια! Ήτανε φυσικά ένα… κομπλιμέντο αυτά τα λουλούδια! Τον αρώτησα, αν βλέπει τώρα κοντά τον τάφο μου. Μου απάντησε: «Ακολουθείς το κουρουρί». Το κουρουρί είναι ένα που-λί, που πετά πολύ ψηλά και σπάνια το βλέπει ο άνθρωπος. «Το κουρουρί σε έφερε εδώ κι αυτό θα σε πάει εκεί που πας». —«Και δεν μπορώ να το πιάσω;» —«Αλίμο-νο! Έπιασε ποτέ κανείς την τύχη του;»Ήτανε έξυπνος κι ωραία τα έλεγε. Φυσικά. Αλλιώς τι μάγος θα ήτανε!»2 Νοεμβρίου Δίκες ζώωνΤον παλιό καιρό ίσαμε το 18ο αιώνα η ανθρώπινη Δικαιοσύνη δεν τιμωρούσε μονάχα τα δίποδα, αλλά και τα τετράποδα και τα πολύποδα. Τιμωρούσε δηλ. όχι μονάχα τους ανθρώπους παρά και τα ζώα και τα έντομα. Γαϊδούρια, αγελάδες, γουρούνες, σκυλιά τα συνελάμβανε η Δικαιοσύνη, τα φυλάκιζε και τα δίκαζε με όλους τους τύπους· κι ύστερα εχτελούσε την ποινή τους, δηλ. τα εσκότωνε, δημο-σία. Τα έντομα όμως, μερμήγκια, κάμπιες, ακρίδες, βδέλλες, μύγες, γυμνοσαλιά-γκους, καθώς και τα τρωκτικά: ποντίκια, τυφλοπόντικους κτλ. δεν μπορούσε να τα συλλάβει και να τα φυλακίσει κτλ. και γι’ αυτόν το λόγο υπήρχε διαφορετική διαδικασία γι’ αυτά.* * *Αυτή η συνήθεια να δικάζουν οι άνθρωποι τα ζώα είναι παλαιότατη. Οι αρ-χαίοι Αθηναίοι είχανε ξεχωριστό δικαστήριο, το «επί Πρυτανείω», που δίκαζε τα ζώα, και τα άψυχα αντικείμενα ή φονικά όργανα: βόδια, μουλάρια, μαχαίρια, ξύλα, πέτρες, κτλ. Τα άψυχα αντικείμενα τα καταδικάζανε σε υπερορία: τα βγά-ζανε έξω από τα σύνορα της Αττικής κι εκεί τα ρίχνανε ως πράγματα καταραμένα. Την προεδρία αυτού του δικαστηρίου την είχε ο βασιλεύς. Οι Ρωμαίοι, όπως θεωρούσανε ζώα ιερά τις χήνες, γιατί με τις φωνές τους ξυ-πνήσανε την φρουρά του Καπιτωλίου κι έτσι σώσανε την Ακρόπολη της Ρώμης από την νυχτερινή έφοδο των Γαλατών, όμοια θεωρούσανε καταραμένα ζώα τα σκυλιά, επειδή τη νύχτα εκείνη της γαλατικής εφόδου δεν… γαβγίσανε. Και γι’ αυτό κάθε χρόνο σέρνανε ένα σκυλί δεμένο στους δρόμους με μεγάλη πομπή και στο τέλος το σταυρώνανε για να τιμωρήσουν το έγκλημα των προγόνων του. Ο μωσαϊκός νόμος όριζε: «Ἐὰν δὲ κερατίσῃ ταῦρος ἄνδρα ἢ γυναῖκα, καὶ ἀπο-ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ28
θάνῃ, λίθοις λιθοβοληθήσεται ὁ ταῦρος, καὶ οὐ βρωθήσεται τὰ κρέα αὐτοῦ» (Έξ. ΚΑ΄).23 Ο μέγας Ινδός νομοθέτης Μανού κάνει το αντίθετο: προστατεύει τα ζώα εναντίον των… ανθρώπων. Όποιος σκοτώσει γελάδα, οφείλει να ξουρίσει το κε-φάλι του και να τρώγει επί ένα μήνα κριθάρι και να γυρίζει στο λιβάδι μαζί με το κοπάδι τα βόδια κουκουλωμένος το τομάρι της γελάδας, που τη σκότωσε…Στο Μεσαίωνα οι δίκες των ζώων ήτανε από τα πιο συνηθισμένα πράγματα. Αλλά τα έντομα και τα τρωκτικά; Πολύ συχνά την εποχή εκείνη έπεφταν ακρίδες και κάμπιες στα χωράφια και στα περιβόλια και στα αμπέλια και καταστρέφανε ολάκερες επαρχίες. Η επιστήμη δεν μπορούσε να πολεμήσει αυτές τις φυσικές μάστι-γες. Κι ο λαός απελπισμένος πήγαινε και ζητούσε προστασία από τους παπάδες. Η Δ. Εκκλησία είχε στα χέρια της ένα τρομερό όπλο εναντίον των κακών χριστιανών: τον αφορισμό. Το ίδιο όπλο χρησιμοποιούσε κι εναντίον του Σατανά: ακρίδες, κά-μπιες, τυφλοπόντικοι κτλ. ήτανε μεταμορφώσεις του Σατανά.Αλλά ο αφορισμός δε γινότανε χωρίς να τηρηθούν όλοι οι τύποι. Στην αρχή ει-δοποιούσανε με κλητήρες τους ενόχους, ας πούμε τις κάμπιες, να επανορθώσουνε τις ζημιές που κάνανε. Αν οι κάμπιες δεν υπάκουαν, τότε τις καλούσανε τρεις φο-ρές να παρουσιαστούν στο δικαστήριο. Οι τρεις αυτές κλήσεις ήτανε απαραίτητες για να μπορούν οι ένοχοι να δικαστούν ερήμην. Έτσι όριζε το Ρωμαϊκό Δίκαιο.Όταν έβγαινε η απόφαση του αφορισμού, τη διαβάζανε στην εκκλησία. Ο λαός φώναζε στο τέλος: «Ναι! Ναι! Ναι!». Ύστερα οι παπάδες ρίχνανε στο πάτωμα τα κεριά τους και τα πατούσανε με τα πόδια τους. Αυτή η συμβολική πράξη εσή-μαινε τον αιώνιο θάνατο.Τα μεγάλα όμως ζώα, τα τετράποδα, δεν ήτανε ανάγκη να τ’ αφορίζουν. Αυτά τα έπιανε η Δικαιοσύνη του Μεσαίωνα και τα τιμωρούσε… αυτοπροσώπως. Τα βόδια, τα άλογα, τα γαϊδούρια και προπάντων τα γουρούνια ήτανε οι κυριότεροι πελάτες των «ζωοδικαστηρίων». Να μια περίεργη διάταξη του «Χάρτου της Ελεονώρας», της Σαρδηνίας, του 1395: «Την πρώτη φορά που θα βρεθεί ένας γάιδαρος μέσα σ’ ένα σπαρμένο χω-ράφι, θα του κόβεται το ένα αυτί· αν το ξανακάνει, θα του κόβεται το άλλο αυτί. Την τρίτη φορά, αντίς να τον κρεμάσουν, όπως τ’ άλλα ζώα, θα τον παίρνει ο Άρχοντας στο κοπάδι το δικό του».Φυσικά αυτές οι ποινές είναι για απλές αγροζημίες. Αν ο γάιδαρος σκότωνε άνθρωπο, τότε δεν θα έχανε τ’ αυτιά του και δε θα άλλαζε μονάχα αφέντη. Θα πάθαινε ό,τι και τα γουρούνια, οι μεγαλύτεροι ένοχοι ανθρωποκτονίας. Γιατί τα γουρούνια στο Μεσαίωνα γυρνούσανε στους δρόμους ή μπαίνανε στις αυλές των σπιτιών και μέσα στα σπίτια. Άμα συναντούσανε κανένα ξεμοναχιασμένο παιδά-κι, το τρώγανε –κυρίως τα μωρά στην κούνια τους.Τότες πιάνανε το γουρούνι και το δικάζανε. Μπορούσανε να καλέσουνε μάρ-τυρες άλλα ζώα: το σκύλο ή τον κόκορα του αφέντη, που είδανε με τα μάτια τους το φάγωμα του μωρού. Συχνά εφαρμόζανε και βασανιστήρια εναντίον του ενόχου για να… ομολογήσει σκούζοντας από τον πόνο. Ύστερα έβγαινε η απόφαση και το γουρούνι το κρεμούσανε ανάποδα από κανένα δέντρο από τα πισινά του πόδια, αφού πρώτα του κόβανε το λαρύγγι.Μας διασώθηκε η περιγραφή μιας τέτοιας «εκτέλεσης», που έγινε στη Φαλέζ της Γαλλίας. Πρώτα πρώτα κόψανε τη μύτη του γουρουνιού και του φορέσανε στο κεφάλι μια μάσκα ανθρώπινη. Ύστερα του φορέσανε σακάκι, πανταλόνια στα 23 Για την ακρίβεια, Έξοδος, 21.28. «Εάν ταύρος χτυπήσει με τα κέρατά του άντρα ή γυναίκα, που θα πεθάνει, ο ταύρος θα θανατώνεται με λιθοβολισμό και το κρέας του δεν θα τρώγεται». 29ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1939
πισινά του πόδια και άσπρα… γάντια στα μπροστινά του. Κι έτσι μεταμορφωμένο σε άνθρωπο, το κρεμάσανε ανάποδα. Πώς μπορούσανε οι άνθρωποι να ικανοποιούνται με τέτοιου είδους δικαιοσύ-νη; Απλούστατα ήσαν βάρβαροι. Οι πρωτόγονοι άνθρωποι ζητούν να εκδικηθούν ό,τι τους βλάπτει: οι άγριοι τρυπούνε με τα κοντάρια τους σα λυσσασμένοι τη σκοτωμένη τίγρη· και τα παιδιά δέρνουνε το χώμα, όταν πέσουνε και χτυπήσουνε. 5 Δεκεμβρίου Λύκος και λύκοιΈνας χωρικός, όπως λένε τα τηλεγραφήματα, σκότωσε με το στειλιάρι, που βαστούσε στα χέρια, ένα λύκο, που του ρίχτηκε. Το πράμα μπορεί να είναι ασυνή-θιστο, μα δεν είναι κι αδύνατο.Αλλά να κι ένας λύκος, που αντί να τρώει τους ανθρώπους (και τα ζώα τους) συνθηκολόγησε μαζί τους κι έζησε όλη του τη ζωή αδερφικά στην πολιτεία τους. Αυτό το περιστατικό είναι τόσο ασυνήθιστο και αδύνατο, που μονάχα μέσα στην αγνή λαϊκή καρδιά μπορούσε να συμβεί.Αυτός ο λύκος είναι ο λύκος του Αγκούμπιο. Κι εκείνος, που τον ημέρωσε, είναι ο πιο αγαπημένος άγιος της Δυτικής Εκκλησίας, ο ιδρυτής του τάγματος των Ελαχίστων Αδελφών, ο άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης, που δίδασκε στα πουλιά το λόγο της Αληθείας και δέχτηκε στις παλάμες του τα στίγματα του Εσταυρωμένου (1182-1226).Και να πώς έχει «η παράδοση του λύκου», όπως την αφηγείται με μοναδικήν αφέλεια και ατράνταχτη πίστη ο παλαιός «βίος» του αγίου:Τα χρόνια, που ζούσε ο αγιότατος πάτερ Φραγκίσκος, υπήρχε στα περίχωρα του Αγκούμπιο ένας λύκος τρομερά μεγάλος στο μπόι και τρομερά λυσσασμένος της πείνας.Αυτό το φοβερό θερίο έτρωγε όχι μονάχα τα ζώα παρά και τους άντρες και τις γυναίκες, ώστε όλοι, όταν βγαίνανε έξω από την πολιτεία, βγαίνανε αρματωμένοι, σα να πηγαίνανε σε πόλεμο. Αλλά παρ’ όλα τ’ άρματά τους, άμα τους συναντούσε ο λύκος δε γλιτώνανε από τα κοφτερά του δόντια, ώστε τους έπιασε τόσος φόβος όλους τους κατοίκους, που ζήτημα είναι αν κανένας ξεθαρρευότανε να βγει έξω από τα τειχιά της πολιτείας.Λοιπόν ο Θεός, επειδή ήθελε να δείξει στους κατοίκους αυτής της πολιτείας την αγιότητα του Φραγκίσκου, που βρισκότανε κείνον τον καιρό σ’ αυτά τα μέρη, και επειδή ακόμα τους λυπήθηκε, διάταξε τον άγιο να πάει να συναντήσει το λύκο.Όλοι οι κάτοικοι του φωνάζανε:—Αδερφέ Φραγκίσκε, μη βγαίνεις έξω από τα τειχιά, γιατί ο λύκος θα σε φάει.Μα ο Άγιος Φραγκίσκος έλπιζε στο Θεό και βγήκε χωρίς να πάρει άρματα παρά μονάχα τον τίμιο σταυρό.Πολλοί κάτοικοι ανεβήκανε στα ψηλότερα σημεία της περιοχής για να ιδούνε τι θα συμβεί. Ξαφνικά ο τρομερότατος λύκος χύθηκε με ανοιγμένο το στόμα απά-νω στον άγιο Φραγκίσκο.Μα ο μακάριος πατήρ τού άπλωσε το σταυρό κι ο λύκος όχι μονάχα σταμάτη-σε παρά έκλεισε και το στόμα.—Έλα σε μένα, αδερφέ λύκε, και στο όνομα του Χριστού σού απαγορεύω στο εξής να πειράζεις τους ανθρώπους και τα ζωντανά τους. ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ30
Ο λύκος αμέσως έπεσε στα πόδια του αγίου, τον προσκύνησε κι έγινε αρνάκι.—Αδερφέ λύκε, του είπε τότε ο Άγιος Φραγκίσκος. Φέρνεσαι πολύ άσκημα όχι μονάχα στα ζώα παρά και στους ανθρώπους, που είναι καμωμένοι κατ’ εικόνα του Θεού… Μα εγώ ήρθα να σε συμφιλιώσω με τους ανθρώπους, ώστε και συ να μην τους βλάφτεις στο εξής κι αυτοί να σου συγχωρέσουνε τ’ ανομήματά σου. Κι εγώ σου δίνω το λόγο μου πως όσο ζεις, οι άνθρωποι θα σου προμηθεύσουνε το φαγί σου, γιατί ξέρω πως ό,τι κάνεις, το κάνεις από την πείνα. Μα πρώτα θα μου υποσχεθείς, πως δε θα πειράξεις στο εξής κανέναν άνθρωπο και κανένα ζώο… Και θέλω να μου δώσεις μιαν εγγύηση, πως θα βαστάξεις τη συμφωνία μας.Ο λύκος σήκωσε το μπροστινό δεξί του πόδι και το έβαλε μέσα στο χέρι του αγίου.Και τότες ο Άγιος Φραγκίσκος του είπε:—Αδερφέ λύκε, σε διατάζω στο όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού να έρθεις αμέσως μαζί μου στο Αγκούμπιο για να κλείσουμε εκεί την ειρήνη.Κι ο λύκος υποταχτικός ακολούθησε τον άγιο σαν το ημερότερο αρνάκι.Άμα είδανε αυτή την παράξενη παρέα, που ερχότανε, οι κάτοικοι του Αγκού-μπιο τρέξανε όλοι άντρες, γυναίκες και παιδιά στην πλατεία της πολιτείας, γιατί εκεί έφερε το λύκο ο Άγιος Φραγκίσκος.Και τότε ήρθε η σειρά των ανθρώπων! Ο άγιος τους μίλησε και τους είπε τ’ ακόλουθα σοφά λόγια: πως ο Θεός στέλνει τ’ άγρια θεριά, τις αρρώστιες και τους πολέμους για να τιμωρεί τις αμαρτίες των ανθρώπων. Τους είπε ακόμα, πως η λυσ-σασμένη πείνα του λύκου δεν είναι τίποτα μπροστά στο πυρ το εξώτερον, που θα τους καίει μεθαύριο εις αιώνα τον άπαντα.—Ξαναγυρίστε, λοιπόν, αδερφοί μου, στο δρόμο του Θεού και μετανοήστε σκληρά. Κι ο Θεός θα σας γλιτώσει τώρα από το λύκο και μεθαύριο από τη γέεννα του πυρός.Μετά τους είπε:—Ακούστε με τώρα, αδερφοί μου. Ο αδερφός μου ο λύκος, που τονε βλέπετ’ εδώ μπροστά μας, μου υποσχέθηκε να κάνει ειρήνη μαζί σας και να μη σας βλάψει ποτέ, αν μονάχα του εξασφαλίσετε το καθημερινό του φαγί. Κι εγώ εγγυέμαι, πως ο αδερφός μου ο λύκος θα βαστάξει το λόγο του.Τότες ολάκερο το πλήθος με μια φωνή υποσχέθηκε πως θα εξασφαλίσει το καθημερινό φαγί του λύκου κι ο λύκος υποσχέθηκε γονατίζοντας και σκύβοντας το κεφάλι του και σαλεύοντας την ουρά του και τσιτώνοντας τ' αυτιά του, πως δε θα βλάψει πια κανένανε. Και σηκώνοντας το μπροστινό του πόδι το έβαλε μέσα στην παλάμη του αγίου…»Έτσι λοιπόν μια φορά κι έναν καιρό μπορούσαν οι απλοϊκοί άνθρωποι του Μεσαίωνα να κάνουνε τους λύκους αδερφούς! Σήμερα οι αδερφοί γίνανε λύκοι.31ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1939
194014 Ιανουαρίου Ο «φιλόσοφος» σαλίγκαροςΕίναι πολύ πιο ενδιαφέρο να μελετήσει κανείς τη ζωή των σαλιγκαριών παρά να ζητεί να καταλάβει γιατί σκοτώνονται οι άνθρωποι αναμεταξύ τους. Το γαστε-ρόποδον αυτό, που ζει και στη στεριά και στη θά λασσα, που έχει τέσσαρα κέ ρατα και στην άκρη τους τα μάτια του και τ’ αυτιά του κι είναι ζώο αρσενικοθήλυκο, έχει διάφορα μεγέθη, σχήματα και χρώματα και μπορεί να γίνει τόσο μεγάλο, ώστε να ζυγίζει ένα κιλό, όπως είναι ο «αγαθίνος» της δυτικής Αφρικής.Ο σαλίγκαρος είναι τόσο συνδεδεμένος με την αγροτική ζωή και με την άνοι-ξη, ώστε ν’ αποτελεί μαζί με τα χελιδόνια το πιο αγαπημένο ζωντανό για τους φυσιολάτρες, το σύμβολο της ήσυχης, της ειρηνικής, της ευτυχισμένης ζωής. Ένας από τους καλύτερους σημερινούς ξυλογράφους της Γαλλίας, ο Μπελό,24 έχει μανία με το σαλίγ καρο, τον αποκαλεί «φιλόσοφο» και σχεδόν δεν κάμνει κανένα έργο χωρίς να τον τοποθετήσει κι αυτόνε κάπου. Είναι το οικόσημό του!Ο φυσιοδίφης Μαρσέλ Ρολάν,25 καλλιέργησε μέσα στον κήπο του δυο αποικί-ες σαλιγκαριών, εμελέτησε σαν επιστή μονας την εξέλιξή τους και την περιέγραψε σαν ποιητής. Μέσα σέ δυο διαφορετικά βάζα έβα λε τ’ αυγά των σαλιγκαριών επά-νω σ' ένα στρώμα κοσκινισμένης σιδεροσκουριάς. Τα αυγά είναι όλα μαζί ενω-μένα, αλλά δεν είναι και κολλημένα αναμεταξύ τους. Είναι πολύ ελαστικά και στερεά. Όταν τα χτυπήσεις επάνω σε μια λεία επι φάνεια, αναπηδούν χωρίς να χαλάσουν.Αξίζει τον κόπο να παρα κολουθήσουμε μαζί με τον Μαρσέλ Ρολάν την ιστο-ρία αυτή. Ας βυθισθούμε μέσα στη μικρή αυτή κοσμογονία, για να ξεχάσουμε το δυστύχημα, που είμαστε άνθρωποι –ζώα λο γικά!Η επώασις των αυγών βα στά δυο ή τρεις εβδομάδες. Το καθένα απ’ αυτά έχει διάμετρο τριών χιλιοστομέτρων. Μια μέρα σπάζει το τσόφλι και βγαί νει από μέσα 24 Πρόκειται για τον ξυλογλύπτη, ποιητή και ζωγράφο Gabriel Belot (1882-1962).25 Ο Marcel Roland (1879-1955), Γάλλος φυσιοδίφης και συγγραφέας εκλαϊκευτικών έργων.
34 ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣμια πηχτή ύλη διαφανής και κρυσταλλική. Σιγά σιγά φουσκώνει και σε λίγες ώρες μ’ ένα δυνατό φακό ξεχωρίζει κανείς στην εξωτερική της επιφάνεια λεπτότατες ραβδώσεις. Είναι το έμβρυο, σκεπασμένο με μια φλούδα ασβεστολιθική, πού σιγά σιγά πήζει: είναι το κοχύλι.Όσο μεγαλώνει το ζώο, τό σο μεγαλώνει και το κοχύλι. Στην αρχή το κοχύλι έχει μια μονάχα σπείρα. Αλλά με τις ημέρες πληθαίνουν. Κι οι σπεί ρες αυτές γυρί-ζουν κατά κανό να από τα δεξιά προς τ’ αριστερά. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις, που οι σπείρες γυρί ζουν ανάποδα. Στην αρχή το κέλυφος είναι λεπτότατο. Μοιά ζει με σιντέφι όπου ιριδίζει το φως τού ήλιου. Με τον καιρό γίνεται στερεότερο.Άμα βγει από τ’ αυγό ο νε οφώτιστος σαλίγκαρος, δεν έχει ακόμα... κέρατα. Αλλά πριν ακόμα αποκτήσει κέρατα και πριν να φάγει, αρχίζει να παράγει σάλιο. Αυτό το σάλιο είναι μια από τις πιο θεμελιακές λειτουργίες του ζώου. Μ’ αυτό θα σημειώνει το πέρασμά του στη ζωή, όσο να πεθάνει ή να... φαγωθεί από τα πουλιά, από τις χελώνες, από τα φίδια ή από τον άνθρωπο.Αλλά γιατί ο σαλίγκαρος παράγει ακατάπαυστα σάλιο; Με το σάλιο του βγά-ζει ανθρακικό ασβέστιο, που μ’ αυτό φκιάνει το κοχύλι του, φκιάνει την τσίπα, που μ’ αυτήν κλεί νει το κοχύλι του τον χειμώνα όταν βυθίζεται σ’ ένα είδος μι-σονάρκης κι επιδιορθώνει τις ζημίες τού... σπιτιού του. Επιπλέον μέσα στο σάλιο αυτό υ πάρχουν κι άλλες ουσίες, ό πως φωσφορικόν άλας και διά φορες χρωστικές ουσίες, που του χρειάζονται.Την τρίτη μέρα από τη γέν νησή τους, τα σαλιγκάρια αποκτούν κέρατα! Κι από τη στιγμή εκείνη είναι... τέλεια πλάσματα! Αποχωρίζονται το ένα από το άλλο, αρχίζουν να ερευνούν το μέρος, που γεννη θήκανε, κι ύστερα σκαρφαλώ νουν στα χείλη των βάζων για να φύγουν. Η πείνα είναι ο... οδηγός τους. Κι έτσι τα σαλιγ-κάρια αυτά με το κοχύλι των δύο χιλιοστομέτρων, με τα τέσσαρα κερατάκια τους, που είναι τα λιλιπούτεια περισκόπιά τους, ξεκινούν για την κατάκτηση της ζωής.Αλλά πώς τρώνε;Ας παρακολουθήσουμε έναν σαλίγκαρο, που ζητάει τροφή. Θα την βρει με τα... κέρατα, τα μεγαλύτερα. Γιατί εκεί στην κορφή τους εδράζεται η όσφρη σή του, που είναι ισχυροτάτη, όπως στην κορφή των μικρών κεράτων του εδράζεται η όρασή του, που δεν είναι περίφημη. Άμα φτάσει στην τροφή του (π.χ. σ’ ένα αχλά-δι) σαλιώνον τας το δρόμο του, θα κολλήσει επάνω τα χείλη του σαν βεν τούζα. Τότε θα βγάλει από το στόμα του μια «ξύστρα» πολύ ευκίνητη, γαρνιρισμένη με πολ λές σειρές δόντια. Η ξύστρα χώνεται μέσα στο αχλάδι και δουλεύει: πολτοποι-εί τη σάρκα του αχλαδιού, ενώ η βεντούζα των χειλιών βυζαίνει το χυμό.Έτσι ο σαλίγκαρος, ο «φι λόσοφος», ο ψύχραιμος (πολύ δίκια) θα χρησιμοποι-εί σ' όλη του τη ζωή τα κέρατά του, τη βεντούζα του, την ξύστρα του και το σάλιο του χωρίς να σκεφθεί κακό για κανένα, γι’ αυτό και θα καταλήξει στο στομάχι καμιάς όρνιθας ή στον τέντζε ρη. Ο αγών περί υπάρξεως δεν θέλει... φιλοσόφους και αγαθά πλάσματα!26 Φεβρουαρίου Κνηθοκάμπη η πιτυοκάμπηΜε το πρώτο ανοιξιάτικο χαμόγελο τ’ ουρανού, με την πρώτη βελουδένια πρασινάδα των βουνών και των κάμπων και με το πρώτο ερωτικό τραγούδι των κυμάτων στην αμμουδιά, όταν κυριεύει τα νιάτα η γλυκιά αγωνία του μυστηρίου
κι η στάσιμη ηλικία νιώθει μέσα της τη νοσταλγία των χαμένων παραδείσων, νά-τηνε παρουσιάζεται η Α. Μ. η Κάμπια των πεύκων, για να σκοτώσει τη Χαρά και την Ομορφιά, απ’ όπου περνάει.Το επίσημο όνομά της (όπως αναγράφεται στο «Λίμπρο ντ’ Όρο» της Ζωολο-γίας) είναι «Κνηθοκάμπη η πιτυοκάμπη». Αδερφή της είναι η άλλη κάμπια, που ρημάζει τις βαλανιδιές, η «Κνηθοκάμπη η πομπική» ή «Κνηθοκάμπη η λιτανεύου-σα». Αν αυτή πήρε το όνομά της από το σχηματισμό των φαλάγγων της, όταν βρί-σκεται σε πορεία, κι εκείνη των πεύκων προχωρεί «κατά παραγωγήν». Αλλά δεν προχωρεί, προβαίνει, όπως είπε για την αυτοκράτειρα Ελισάβετ ο Χρηστομάνος.26Νάτηνε με τη σαμουρόγουνά της, με την κορόνα της, με τα έξι μάτια της, με τ’ αμέτρητα ποδαράκια της και με την τρίχινη φούντα στην ουρά της!Αφού κατάπιε όλες τις πράσινες βελόνες του πεύκου, που την φιλοξένησε όλον τον χειμώνα (όπως πάνου-κάτου καταπίνουνε τα σπαθιά οι σαλτιμπάγκοι των πανηγυριών) κατηφορίζει για να πάει να βρει άλλα θύματα. Δεν είναι μια. Είναι λαός. Προβαίνουν η μία πίσω από την άλλη σε αδιάκοπη γραμμή δαγκώ-νοντας η πισινή τη φούντα της μπροστινής. Το κορμί τους ανατριχιάζει, όπως του άμαθου κοριτσιού, όταν βρίσκεται στο χείλος της Αβύσσου. Μπροστά ο αρχηγός. Ο αρχηγός ξετυλίγει στο χώμα μια μεταξένια κλωστή κι όλες οι άλλες περπατούν επάνω στ’ αχνάρι της. Η κλωστή αυτή θα μείνει για να τους δείξει το δρόμο του γυρισμού στο «μητρικό» τους πεύκο.Αφού ρημάξουνε τα πεύκα της περιοχής, τέλη Ιουλίου μεταμορφώνονται σε πεταλούδες με κορμί τριχωτό, κέρατα κοντόχοντρα και με τέσσαρα φτερά, δύο σκούρα (απάνω) και δύο άσπρα (κάτω) –θαρρείς πως είναι αθώοι… άγγελοι! Αυ-τός ο άγγελος θα βρει την πιο απάνεμη μεριά του πεύκου (κατά προτίμηση τη νο-τιοανατολική) κι εκεί θα φκιάσει το σακούλι του με τ’ αυγά της ερχόμενης γενεάς!Αυτή η έρπουσα Εριννύα, αυτός ο Γαργαντούας, ο «Σκώληξ ο Ακοίμητος», ο «Τριγμός και ο Βρυγμός των οδόντων»,27 η Κνηθοκάμπη η πιτυοκάμπη ζει και βασιλεύει χάρη στην ανοχή μας. Ευτυχώς τα μέτρα που λαβαίνει το υπουργείο Γεωργίας θα περιορίσουνε πολύ το κακό. Το αποτέλεσμα θα ήταν ασφαλώς σπου-δαιότατο, αν η εκστρατεία εναντίον της κάμπιας άρχιζε νωρίτερα: από τον Δεκέμ-βρη ακόμα. Γιατί στα μέσα του Φλεβάρη όλες σχεδόν οι κάμπιες έχουνε βγει στο κλαρί κι έχουνε φάγει πολλά πεύκα.Φαίνεται, πως η νεοελληνική μοιρολατρία και η αδιαφορία για κάθε κακό, που δεν αφορά το άτομό μας, είναι η κυριότερη αιτία, που αυτός ο εχθρός δεν μπορεί να λείψει τόσα χρόνια. Καλά οι χωριάτες, που περνούνε μέσα από τα δάση που δεν είναι δικά τους και βλέπουνε την καταστροφή, μα δεν νοιάζονται. «Πάλι θα ξαναγίνουνε τα φύλλα», σου λένε. Αλλά εκείνοι που έχουνε ιδιόκτητα πεύκα μέσα στο κτήμα τους ή στην αυλή τους; Στην Αγία Παρασκευή είδα σε κάποιαν αυλή δύο πεύκα γεμάτα σακούλια με κάμπιες. Ένας εργάτης σκυμμένος στο χώμα κλάδευε τα κλήματα. —Γιατί, ρε πατριώτη, δεν καθαρίζεις τα πεύκα; του φωνάξαμε από την πόρτα.Σήκωσε το κεφάλι του, το κούνησε και είπε:—Δεν έχουμε καιρό για χάσιμο! Αλλά ό,τι δε θα το φανταζότανε κανείς είναι το εξής: Μέσα στην Αθήνα υπάρχουνε σκολειά, που έχουν στις αυλές τους ένα δύο ή πέντε πεύκα. Από πάνου 26 Ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος (1867-1911) έγραψε Το βιβλίο της αυτοκράτειρας Ελισάβετ.27 Μοτίβα της εκκλησιαστικής γλώσσας, π.χ.. «εἰς τὸ πῦρ τὸ ἐξώτερον, ὅπου ὁ σκώληξ ὁ ἀκοίμητος, καὶ βρυγμὸς ὀδόντων» στον Ιωάννη Χρυσόστομο.35ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
από την μάντρα χύνουν προς τα έξω τη βρύση των κλαδιών τους. Τα κλαδιά αυτά με το αεράκι κουνάνε και νανουρίζουνε μέσα στην μπαμπακένια κούνια τους τη νέα γενεά της κάμπιας. Καμιά φορά τα σκολειά αυτά έχουνε 500-1000 παιδιά. Αυτά τα παιδιά μέσα σε μια ώρα θα μπορούσανε να καθαρίσουνε ισάριθμα πεύ-κα. Κι όμως δεν υπάρχει σε κανέναν η αγάπη του πρασίνου. Μαζί με τα ψαλίδια που θα δοθούνε στα παιδιά, για την «αντικαμπική» εκστρατεία, πρέπει να γίνουν και μερικά μαθήματα σε μικρούς και μεγάλους «περί των καθηκόντων του πολί-του προς τα δέντρα».8 Απριλίου Πουλιά...Αυτό έγινε στα παλιά εκείνα χρόνια, που η Δεξαμενή ήτανε καλόκαρδο άσυλο των πουλιών και των συγγραφέων. Ένα δειλινό, αρχές του φθινοπώρου, σκοτεί-νιασε άξαφνα ο ουρανός, έπιασε μια δυνατή σοροκάδα, που ετράνταζε τις λεύκες και τα πεύκα της Δεξαμενής, και σε λίγα λεφτά έπιασε μια πρωτοφανής χαλα-ζοθύελλα με απανωτά αστραποβρόντια. Το κακό όμως δε βάσταξε πολύ. Όταν σταμάτησε αέρας και νεροποντή και βγήκαμε έξω από το καφενεδάκι του κυρ Σωτήρη, και προχωρήσαμε μέσα στα νερά ίσαμε κάτου από τις λεύκες, είδαμε τη γης στρωμένη με… πουλιά. Οι σπουργίτες, που μόλις προφτάξανε να κουρνιάσουν μέσα στα πυκνά κλαδιά των κυπαρισσιών, είχανε βραχεί και πέσει χάμου. Ο κυρ Σωτήρης, παλιός κυνηγός και μερακλής καλοφαγάς, πήγε μέσα στο καφενείο, πήρε ένα φανάρι, φώναξε και τη σκύλα του την Μπέλα και βαστώντας ένα γκαζοτενεκέ στο χέρι, άρχισε να μαζεύει κι αυτός κι η Μπέλα τα μισοπνιγμένα σπουργίτια. Τον βοηθούσαμε κι εμείς. Σε λίγο γέμισε ο γκαζοτενεκές. Μαζί με τα σπουργίτια ήτανε κι ένα χελιδόνι. Όταν ξαναπήγαμε μέσα, ο κυρ Σωτήρης σκέπασε τον γκαζοτενεκέ με μια πε-τσέτα, τον ακούμπησε δίπλα στο τζάκι και τρίβοντας τα χέρια του εδήλωσε, πως τα σπουργίτια αυτά θα γίνουν ένα πρώτης τάξεως… πιλάφι. Κι εμείς οι ρομαντικοί νέοι νομίζαμε, πως θα τα στεγνώναμε τα κακομοίρικα τα πουλιά στο τζάκι και κατόπι θα τ’ αποδίδαμε «αναστημένα» στο λεύτερο διάστημα και στον αέρα, που «όπου θέλει πνει»28 και που είναι το βασίλειό τους. Επαναστατήσαμε, λοιπόν, ενα-ντίον των αγρίων ενστίκτων του κυρ Σωτήρη και τον αναγκάσαμε ν’ αδειάσει τον τενεκέ και να τ’ αφήσει τα πουλιά να φύγουν, άμα θα στεγνώνανε. Κι έτσι έγινε. Ιδιαίτερη φροντίδα βάναμε όλοι να σώσουμε το χελιδόνι. Γιατί είναι πουλάκι λε-πτοκαμωμένο κι έδειχνε σημεία, πως θα υπέκυπτε στο μοιραίον τέλος. Και προς μεγάλη μας χαρά το σώσαμε.Αυτήν την ιστορία τη θυμήθηκα ύστερα από τριάντα σχεδόν χρόνια, όταν διάβασα τελευταία τη μελέτη ενός ορνιθολόγου για το βάρος των μικρών πουλιών, το «γλυκό βάρος», όπως το λέει ο ποιητής Ντελίλ.29 Ο ορνιθολόγος αυτός είχε την υπομονή να κάτσει να ορίσει το «καθαρό» βάρος 29 μικρών πουλιών, που ανή-κουν σε διάφορα είδη. Τα ξεπουπούλισε, τους έβγαλε τα σωθικά και τα κόκαλα όλα κι ύστερα ζύγισε με τη φαρμακευτική ζυγαριά, που είναι πολύ «ευπαθής», το καθαρό κρέας των μικρών αυτών πλασμάτων.28 «Το πνεύμα όπου θέλει πνει» (ο άνεμος φυσάει όπου θέλει), ευαγγελική φράση (Ιω. 3.8).29 Leconte de Lisle (1818-1894), Γάλλος ποιητής.ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ36
Είναι περιττό να παραθέσουμε εδώ όλον τον πίνακα με τα ονόματα των που-λιών και τα αποτελέσματα του ζυγιάσματος. Αναφέρουμε μονάχα για παράδειγ-μα, πως το αηδόνι ζυγίζει 11 γραμμάρια και 40 εκατ. του γραμμαρίου, η σουσου-ράδα 10 γραμ., ο σπίνος 9 γραμ. και 30 εκατ., το χελιδόνι 8 γραμ. και 30 εκατ., το σκαθί (υπολαΐς) 7 γραμ. και 70 εκατ.. ο μυγοχάφτης (μυιοφάγος ο τεφρός) 7 γραμ. και 50 εκατ., η καρδερίνα 6 γραμ. και 50 εκατ., το τρυποκάρυδο (τρωγλοδύτης) 4 γραμ. και τα κολίβρια γύρω από τα δύο γραμμάρια.Ο σπουργίτης έχει και δεν έχει 10 γραμ. Ώστε εκατό σπουργίτες μαζί ξεπου-πουλιασμένοι και ξεκοκαλιασμένοι μόλις θα ζυγίζανε 300 δράμια30 καθαρό κρέας. Αξίζει τον κόπο να κάνει κανείς τέτοιαν «εκατόμβη» απ’ αυτές τις χαρούμενες υπάρξεις για να τις φάγει; Και η ωφέλεια που φέρνουνε τα πουλάκια στη γεωργία και στην υγεία μας; Χωρίς αυτά ούτε περιβόλια, ούτε δένδρα, ούτε χωράφια, θα μπορούσανε να ανθέξουν στην επιδρομή των καμπιών, όπως ούτε ο άνθρωπος στην επιδρομή του κουνουπιού και της μύγας. Αλλά ποιανού το λες! Τα μικρά παιδιά σπάζουνε τα δέντρα, ξεριζώνουνε τα λουλούδια, χαλάνε τι φωλιές των πουλιών κι οι μεγάλοι τα σκοτώνουνε. Κι αφήνουμε να ζούνε λεύτερες οι κάμπιες, οι μύγες και τα κουνούπια!Τόσος είναι ο φόβος των μικρών πουλιών από τους ανθρώπους, ώστε ο σπουρ-γίτης στα μέρη μας είναι πάντα δύσπιστος και πονηρός και ακοινώνητος· ενώ οι σπουργίτες των παρισινών πάρκων κάθονται στους ώμους των ανθρώπων και τσι-μπούνε τα ψίχουλα από τα χέρια τους…17 ΙουνίουΗ μουριάΔευτεριάτικα ο φίλος είχε τα νεύρα του –τύπος γεροπαράξενου φυσιολάτρη, που όλα τα παίρνει στα τραγικά.—Κάθε λουλούδι, κάθε δέντρο την εποχή της άνθισής του ή της καρποφορίας του περνάει την «εβδομάδα των παθών» του –αδιάφορο, αν αυτή η εβδομάδα βαστάει καμιά φορά κι ένα μήνα. Μεγάλος χαλασμός γίνεται στην εποχή τους. Ο Φλεβάρης είναι η «εβδομάς των παθών» της αμυγδαλιάς· ο Μάρτης της λεμονιάς· ο Απρίλης της ακακίας· ο Σεπτέμβρης της γαζίας. Καθένα από αυτά τα αθώα πλά-σματα μόλις τολμήσει να «εκφράσει τον εαυτό του» όπως έλεγε ο Ουάιλντ,31 θα δώσει το σύνθημα της γενικής επιδρομής. Τα παραμονεύουν οι βάρβαροι, όπως τα χταπόδια παραμονεύουνε τους αστακούς, όταν αλλάζουνε καύκαλο. Όσα απ’ αυτά τα δέντρα είναι κοντά στα κάγκελα των κήπων και τα φτάνει το χέρι του διαβάτη ή του παιδιού πάνε χαμένα. Μη νομίζεις, πως τα διαμελίζουν από αγάπη προς τα λουλούδια· όχι! Από εξυπνάδα! Νομίζει ο καθένας, πως του δίνεται το δι-καίωμα να τα κόψει και να τα ρημάξει, αφού ο νοικοκύρης ήτανε τόσο απλοϊκός, ώστε πήγε και τα φύτεψε απάνω στο δρόμο! Και κόβει και ρημάζει ο καθένας για να μη προλάβουν οι άλλοι κι αυτός αποδειχτεί κουτός, που πέρασε και τα άφησε! Και βλέπει κανείς ύστερα να κρέμονται έξω από τα κάγκελα τα κλαδιά των δέν-δρων σπασμένα και μαδημένα –θλιβερές βίτσες.30 Τα 300 δράμια είναι 960 γραμμάρια.31 Παραπέμπει στο απόφθεγμα Art never expresses anything but itself (Η τέχνη δεν εκφράζει ποτέ τίποτε άλλο παρά τον εαυτό της) του Όσκαρ Ουάιλντ.37ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
38 ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣΤώρα έχουμε την εβδομάδα των παθών της μουριάς. Είναι από τα πιο καλό-βολα φυτά. Μας απλώνει τώρα το καλοκαίρι την καταπράσινη κι αστραφτερή ομπρέλα των κλαδιών της, πυκνή και δροσερή. Τώρα όμως, τα μούρα αρχίζουνε κι ωριμάζουν. Τα παιδιά λοιπόν βρίσκονται σε συναγερμό. Χτες πολλά πρωί περί-μενα στη λεωφόρο Κηφισιάς32 το τραμ να περάσει. Στη στάση εκείνη υπάρχει στο πεζοδρόμιο μια μουριά. Κάτω από τον ίσκιο της προστατεύεται κανείς ευχάριστα τις πρωινές κι απογευματινές ώρες, όταν ψήνει ο ήλιος. Είναι ένα είδος φυσικό υπό-στεγο. Έχει όμως την ατυχία να είναι τώρα φορτωμένη από γλυκά άσπρα μούρα. Τα μούρα της αυτά τα πληρώνει πολύ ακριβά. Δεν της έμεινε φύλλο και κλαδί γερό. Ολόγυρα από τη ρίζα βλέπει κανείς την αιματοχυσία, που γίνεται κάθε μέρα. Φύλλα και μούρα πατημένα έχουνε λεκιάσει τις πλάκες του πεζοδρομίου…Είναι τα παιδιά!Τα έχω ιδεί να μαζεύονται κομπανίες τις ώρες του απομεσήμερου, που ξεκου-ράζεται ο κόσμος κι ο δρόμος είναι σχεδόν έρημος, να πετροβολούνε το δένδρο, να το χτυπάνε με βέργες, ν’ ανεβαίνουν απάνω και να το τραντάζουν για να πα-ραδώσει τον καρπό του. Καρπός και φύλλα και κλαράκια σωριάζονται χάμου. Οι μικροί χύνονται στα μούρα, που πέφτουν –όποιος προλάβει– και τα χάφτουνε μαζί με τα χώματα. Χθες το πρωί δεν είχε αρχίσει ακόμα την επίθεσή του ο εχθρός. Ένας σπουρ-γίτης επωφελήθηκε της ευκαιρίας και πέταξε επάνω στη μουριά. Το χαμίνι των κεραμιδιών και των δρόμων ήτανε χαρούμενο. Πηδούσε από κλαρί σε κλαρί. Κι έτρωγε τα καλύτερα μούρα. Ούτε πέτρες έριχνε, ούτε με βέργες έδερνε το δένδρο, ούτε το τράνταζε. Αλλ’ είναι παρ’ όλα αυτά ανεπρόκοπο ζωντανό. Αφού βαριέται να χτίσει φωλιά και κουρνιάζει μέσα στα κεραμίδια και στα λούκια και μέσα στις χουρμαδιές, είναι πολύ φυσικό να κάνει άτσαλα όλες του τις δουλειές. Κάνει πρώτα διάφορα χορευτικά νάζια μπροστά στο μούρο. Γυρίζει την ουρά του μια δεξιά μια ζερβά. Προσκυνάει κατόπιν μια δυο φορές. Κι ύστερα τσιμπάει το μού-ρο. Άμα το πάρει στο στόμα του πηδάει πιο απάνω στο κλαρί. Ύστερα σηκώνει το κεφάλι του ψηλά και προσπαθεί να μασήσει το μούρο. Αλλά από τα δέκα μούρα που κόβει, τα εννιά του πέφτουνε χάμου. Αλλ’ αυτός τσαμπατζής είναι. Μήπως τα πληρώνει; Συνήθως όμως τα τσιμπάει στο κλαδί τους μια φορά κι ύστερα τ’ αφήνει και τσιμπάει άλλο πάρα πέρα. Έτσι τα χαλάει όλα. Πάντως προτιμώ τη ζημιά των πουλιών από των ανθρώπων! Είναι πολύ λιγότερη…29 Ιουνίου Οι αθώοι… καρχαρίεςΔίπλα στα υποβρύχια, στις μαγνητικές νάρκες και στις βόμβες του βυθού, οι κανίβαλοι των μεγάλων θαλασσών, οι καρχαρίες, που οι ρομαντικοί ποιητές τούς ονομάζουνε «τίγρεις του πελάγου» (Σολωμός)33 ή «ύαινες» (Σίλερ) είναι τόσο αθώ-οι, που θα τους ταίριαζε σωστότερα ένα άλλο ρομαντικό όνομα: «άγγελοι της… ανθρωποφαγίας»! Γιατί τα κατασυκοφαντημένα αυτά θηρία πολύ σπάνια τρώνε ζωντανό ανθρώπινο σώμα. 32 Η λεωφόρος Κηφισιάς, όπως λεγόταν τότε (και όχι Κηφισίας) έφτανε ως το Σύνταγμα, είναι δηλα-δή (και) η σημερινή Βασιλίσσης Σοφίας.33 κοντά ’ναι κει στον νιον ομπρός ο τίγρης του πελάγου, στίχος από τον «Πόρφυρα» του Δ. Σολωμού.
Τα περισσότερα κακουργήματα που αναφέρονται εις βάρος των καρχαριών είναι φανταστικά. Στις τροπικές θάλασσες υπάρχουν είδη καρχαριών, που επιτί-θενται εναντίον του ανθρώπου. Αλλά στις θάλασσες της «ευκραούς ζώνης» δεν υπάρχουν αυθεντικά παραδείγματα τέτοιων επιθέσεων. Κυρίως είναι ψεύτικη η πολύ διαδεδομένη πληροφορία, πως ο καρχαρίας με μια δοντιά κόβει το πόδι του ανθρώπου σαν καρότο! Αυτό είναι αδύνατο. Αν το πετύχει το πόδι στο γόνα-το μπορεί να το κόψει από την άρθρωση, αλλιώς θα κόψει μονάχα κρέας κι όχι κόκαλο. Έτσι τουλάχιστο μας βεβαιώνει ο δόχτορας Λουκάς του αμερικανικού Μουσείου της Φυσικής Ιστορίας.Γενικά οι ανθρωποφάγοι καρχαρίες, όπως ο καρχαρόδων ή καρχαρίας ο λευ-κός, ο κυανούς κι ο μονήρης καρχαρίας προτιμούν τα πτώματα από τους ζωντα-νούς ανθρώπους. Όσο για τον «καρχαρία τον κοινόν» αυτόν τον… τρώμε εμείς, καθώς και το γαλέο! Ωστόσο είναι ψεύτικη και μια άλλη διάδοση, που επικρατεί, πως ο καρχαρίας για να φάγει τα θύματά του πρέπει να πέσει ανάσκελα και να περάσει από κάτω τους. Αλλά μ’ αυτόν τον τρόπο θα ήτανε αδύνατο στον καρχα-ρία να φάγει ένα γρήγορο ψάρι. Έτσι ράθυμα ο καρχαρίας περιμένει να χάψει τα απορρίμματα των βαποριών, που βυθίζονται σιγά σιγά στο νερό. Τότε αναποδο-γυρίζει το κεφάλι του και τα περιμένει να πέσουν μέσα στο στόμα του.Ο καρχαρίας είναι επικίνδυνος, όταν έχει πιαστεί στο αγκίστρι ή στο δίχτυ και προσπαθούν οι άνθρωποι να τον τραβήξουνε έξω. Τότε ένα δάγκαμά του ή ένα χτύπημα της ουράς του μπορεί πολύ συχνά να σκοτώσει άνθρωπο. Ο καρχαρίας είναι λαίμαργος και χάφτει ό,τι βρεθεί μπροστά του. Κυρίως τρώγει τους πεθαμένους ναυτικούς, που τους ρίχνουνε στη θάλασσα. Κι οι ναυ-τικοί τον μισούνε γι’ αυτόν το λόγο. Γι’ αυτό άμα πιάσουν καρχαρία τον βασα-νίζουν: τον κόβουνε κομματάκια. Αλλά η ζωική του αντίδραση είναι τρομαχτική και σχεδόν απίστευτη. Λένε πως ένας βούβαλος, ένας ελέφαντας ή ένας ρινόκερος, αν τους περάσει η σφαίρα την καρδιά εξακολουθούνε να τρέχουν εκατοντάδες μέτρα, πριν πέσουν χάμου. Μα του καρχαρία η αντοχή είναι πολύ μεγαλύτερη κι αυτό υπονοεί, πως η αισθαντικότητά του είναι πολύ μικρή. Το ίδιο λένε οι φυσι-κοί και για τον αστακό: όταν τον βουτάμε στο ζεματιστό νερό, βράζει, κοκκινίζει, αλλά δεν… πονεί! Λοιπόν ο δόχτορας Κάουτς αναφέρει ένα αυθεντικό παράδειγμα της καταπληκτικής ζωτικότητας του καρχαρία. Είχανε πιάσει έναν καρχαρία, του ανοίξανε την κοιλιά, του βγάλανε το συκώτι κι ύστερα τον ρίξανε στη θάλασσα. Μόλις έπεσε στο νερό, κυνήγησε ένα από τα μεγάλα σκουμπριά του ωκεανού για να το χάψει! Αλλά το ακόλουθο παράδειγμα είναι πιο καταπληκτικό. Ενός «κυα-νού» καρχαρία τού βγάλανε όλα τα εντόσθια και τονε ρίξανε στη θάλασσα. Ύστε-ρα τα εντόσθιά του τα βάλανε δόλωμα σ’ ένα μεγάλο αγκίστρι. Αυτό το αγκίστρι το δάγκασε και πιάστηκε ο ίδιος ο ξεκοιλιασμένος καρχαρίας!...Λαίμαργος, ζωτικότατος, άγριος, με φοβερή όσφρηση και φοβερή αναισθησία, ο ανθρωποφάγος καρχαρίας πολύ σπάνια επιτίθεται, όπως είπαμε, εναντίον ζω-ντανών ανθρώπων. Πρέπει η περίπτωση να είναι πολύ ευνοϊκή γι’ αυτόν κι η πείνα του μεγάλη. Και το… μπόι του!Ο κυανούς καρχαρίας ζει στον Ατλαντικό και στη Μεσόγειο. Γεννά το μήνα Ιούνιο καμιά τριανταριά μικρά ζωντανά ή, όπως τα λένε οι θαλασσινοί μας, «κουτάβια». Οι αρχαίοι συγγραφείς διαδώσανε και σ’ αυτό το κεφάλαιο διά-φορες πλάνες. Λένε, πως η καρχαρίνα έχει πολύ αναπτυγμένο το αίσθημα της μητρότητας. Αυτήν την «αρετή» της την ύμνησε ο ποιητής Οππιανός του Γ΄ αιώ-νος μ. Χ. Επίσης πιστεύει ο κόσμος, πως άμα παρουσιασθεί κανένας κίνδυνος, τα «κουτάβια» χώνονται μέσα στο στόμα της μάνας τους για να προστατευθούν και 39ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ40μάλιστα πηγαίνουν ως τα βάθη του στομαχιού της. Όλ’ αυτά είναι παραμύθια.Και για να «κερδίσουμε» τη συμπάθεια του νοήμονος κοινού υπέρ του συκο-φαντημένου γίγαντος των θαλασσών, αναφέρουμε τη γνώμη του μεγάλου Σουη-δού φυσιοδίφη, τού Λινναίου, πως τον προφήτη Ιωνά τον κατάπιε κι ύστερα τον ξέρασε ζωντανόν ένας «καρχαρόδων»!9 Ιουλίου Από πού ερχόμαστε;Μια φορά κι έναν καιρό το πρόβλημα για την καταγωγή του ανθρώπου προ-κάλεσε μαχητικότατες συζητήσεις ανάμεσα στους φυσικούς και τους μεταφυσι-κούς. Σήμερα η συζή τηση περιορίζεται μονάχα μεταξύ των φυσικών κι ο «εμφύ-λιος» αυτός επιστημονικός πόλεμος είναι πολύ πιο πεισματικός από τον παλαιό πόλεμο μεταξύ των «αλλοφύλων»! Γιατί υπάρχουν πολλές ανθρωπολογικές σχο-λές, που έχουνε ολότελα διαφορετικήν αντίληψη η μια από την άλλη για το ίδιο ζήτημα, της καταγωγής του ανθρώπου.Το ερώτημα: από πού βα στάει η σκούφια μας, δεν ενδιαφέρει μονάχα τους επιστήμονες, παρά ολάκερη την ανθρω πότητα. Το ερώτημα αυτό έχει την ίδια βαρύτητα με το άλλο: πού πηγαίνουμε; Δηλ. υπάρχει ζωή πέρα από τον τάφο;Αυτές οι δυο πανανθρώπινες απορίες δεν οφείλονται σε γνω στική δίψα, παρά σε συναισθη ματική ανάγκη. Ο άνθρωπος ζητάει να μάθει «τι είναι» για να ικανοποιήσει τον εγωισμό του, πως είναι το αριστούργημα της δημιουργίας και διαφέρει ουσια-στικά απ’ όλα τ’ άλλα πλάσματα· επίσης ζητάει να μάθει «πού πηγαίνει» για να κα-θησυχάσει την αγωνία του, πως η προσωπική του ύπαρξη δε χάνεται μετά θάνατον.Αυτά τα ζητήματα τα έλυνε τον παλαιό καιρό με σύστημα η φιλοσοφία. Αλλά πριν ολίγες δεκάδες χρόνια μπήκε στη μέση η Βιολογία και ο ειδικός της κλάδος τής Ανθρωπολογίας. Κι οι δυο είναι νεότατες επιστήμες κι επομένως δεν πρέπει να περιμένουμε οριστική λύση για όλες μας τις απορίες.Τα επιμαχότερα σημεία του προβλήματος για την καταγωγή του ανθρώπου είναι: α) Ποια είναι η συνάφεια των ηπείρων τον παλαιότατο καιρό; β) Με ποιον τρόπο εξελίχτηκε η ζωή; γ) Πώς εμφανιστήκανε στον κόσμο οι «ανθρωπίδαι» (δηλ. το αν-θρώπινο γένος); δ) Πώς συνάπτονται οι «ανθρωπίδαι» με τους «πριμάτους»; («πριμά-τοι» ή «πρωτεύοντα» λέγεται η ανωτάτη ομάς των θηλαστικών: πίθηκοι - άνθρωποι) ε) Πώς συσχετίζονται τα διάφορα σκελετικά ευρήματα των πρώτων ανθρωπιδών;Α΄) Το πρώτο ερώτημα ανήκει στη Γεωγραφία. Όλοι ξέρουμε πως η Γη δεν είχε πάντα τη σημερινή της μορφή. Μερικές από τας ηπείρους, που είναι σήμερα χωρισμένες με ωκεανούς ή πορθμούς, ήτανε άλλοτε ενωμένες, κι άλλες, που είναι σήμερα ενωμένες, ήταν κάποτες χωρισμένες. Και γεννιέται το ερώτημα: η μεταξύ των ηπείρων συνάφεια επραγματοποιείτο διά μέσου άλλων ηπείρων, πού σήμερα έχουν καταποντισθεί, όπως η «Ατλαντίδα» (θεωρία των ηπειρωτικών γεφυρών) ή όλη η γη αποτελούσε μια συνεχή πλάκα που με τον καιρό διεσπάσθη (θεωρία των ηπειρωτικών μετακινήσεων του Βέγκενερ);34Αλλά το ζήτημα αυτό δεν ενδιαφέρει αμέσως τους «ανθρωπίδας». Διότι την παλαιοτάτην εκείνην εποχή δεν είχανε ακόμα εμφανισθεί οι άνθρωποι. Ενδιαφέ-ρει όμως τους «πριμά τους», δηλ. εκείνα τα είδη των ανθρωποειδών, που συγγενεύ-34 Ο Γερμανός Alfred Wegener (1880-1930) διατύπωσε τη θεωρία αυτή το 1912.
ουν μορφολογικά με τον άν θρωπο.Στην Αμερική δεν βρεθήκανε αναμφισβήτητα ίχνη των «προγόνων» του αν-θρώπου. Απ’ αυτό το γεγονός συμπεραίνεται πως η Αμερική ήτανε χωρισμένη από τις άλλες ηπεί ρους την εποχή που εμφανιστήκανε στη ζωή οι πρώτοι ανθρωπίδαι. Επομένως στην Α μερική περάσανε οι άνθρωποι σε πολύ νεότερη εποχή από δυο δρόμους: από τη Γροιλανδία και διά του Βεριγγείου πορ θμού στη Βόρειο Αμερική κι από την Ανταρκτική ήπειρο στη Γη του Πυρός. Έτσι βγά νουμε το συμπέρασμα πως κοι τίδα του ανθρώπου είναι ο Πα λαιός Κόσμος.Β΄) Πώς εξελίχθηκε η ζωή; Και πρώτα πρώτα πρέπει να δώσουμε τον ακριβή ορισμό της λέξης εξέλιξη. Εξέλιξη είναι η ιστορία των ζωντανών όντων, οποιαδή-ποτε κι αν είναι αυτή η ιστορία. Γιατί συνήθως ονομάζουμε εξέλιξη τον μεταμορφι-σμό. Κι αν ακόμα οι τύποι των ζωντανών όντων υπήρξαν ευθύς από την αρχή στα-θεροί, όπως παραδεχότανε ο ιδρυτής της Ζωολογίας και της Βοτανικής, ο Λινναίος, (που ωστόσο πα ραδεχότανε τη διαμόρφωση των ποικιλιών) και πάλιν η λέξη εξέ-λιξη είναι καλά χρησι μοποιημένη. Γιατί η εξέλιξη είναι γεγονός αναμφισβήτητο. Η αμφισβήτηση αρχίζει μο νάχα από τη στιγμή που θέ λουμε να ορίσουμε τον τρόπο αυτής της εξέλιξης. Ο ακέραιος «φιξισμός» (=σταθεροτυπία των ειδών) δεν έχει πια οπαδούς ανάμεσα στους φυσιοδίφες. Ο «τρανσφορμισμός» ή «μεταμορ φισμός», δηλ. η αργή κι ανεπαίσθητη εξέλιξη των οργανισμών κάτου από την πίεση εξωτε-ρικών κυρίως παραγόντων έχει ανάγκη ν' αναθεωρηθεί. Ο Λαμάρκ θεωρούσε για πρωτεύ οντα παράγοντα αυτής της ε ξέλιξης την προσαρμογή του οργανισμού στην ανάγκη. Ο Δαρβίνος τη φυσική επιλογή. Κι οι δυο αυτές θεωρίες είναι ανεπαρκείς.Ο «μεταμορφισμός» σήμερα υπεχώρησε μπροστά στη θεω ρία της «εκτροπής» (ή «μετατροπισμού») του Ολλανδού Ντε Βρις.35 Ο μετατροπισμός παραδέχεται πως η μεταμόρ φωση των όντων δεν γίνεται αργά κι ανεπαίσθητα, παρά με απότο-μες αλλαγές. Ωστόσο δεν πρέπει να νομίζουμε πως στην περίπτωσην αυτή γίνεται ξαφνική μεταμόρφωση όλου του όντος. Κι εδώ ή μεταβολή γίνε ται σιγά σιγά κι εκ-δηλώνεται ξαφνικά. Πολύ συχνά μάλιστα η μεταβολή γίνεται κι εδώ ανεπαίσθητα.Αλλ’ αύριο η συνέχεια.10 Ιουλίου Από πού προήλθομεν;Κοιτίδα του ανθρώπου πρέπει να θεωρηθεί ο Παλαιός Κό σμος. Επίσης πρέ-πει να παραδεχθούμε πως η εξέλιξη της ζωής έγινε όχι με ανεπαίσθητες παρά με απότομες αλλαγές. Αυτές είναι οι κυριαρχούσες γνώμες σχετικά με το ζή τημα της καταγωγής του ανθρώπου.Αλλά μένουν ακόμα μερικά αμφισβητούμενα σημεία του προβλήματος.Α΄) Με ποιον τρόπο παρου σιαστήκανε στον κόσμο οι «ανθρωπίδαι» δηλ. το ανθρώπινο γένος;Τρεις υποθέσεις υπάρχουν: ή ένα μονάχα υπήρξε το πρώτο ον ή το πρώτο ζεύγος των όντων, που απέκτησε τους ιδιάζοντες χαρακτήρες του ανθρώ που και δημιούργησε ολάκερο το γένος («μονογένεσις») ή από πολλά και διαφορετικά όντα προήλθαν σε διαφορετικά σημεία της γης οι διαφορετικές ανθρώπινες φυλές («πολυγένεσις»)· ή οι άνθρωποι προήλθαν από ένα μονάχα είδος με πολυ άριθμα 35 O Hugo de Vries (1848-1936), ο εισηγητής της θεωρίας των μεταλλάξεων.41ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
όμως άτομα ως είδος νέο με πολυάριθμα επίσης άτομα («ολογένεσις»).Πρωταγωνιστής της θεωρίας της «πολυγενέσεως» υπήρξε ο καθηγητής του πα-νεπιστημίου της Ρώμης Γκιουζέπε Σέργκι.36 Σήμερα η θεωρία αυτή δεν έχει οπαδούς.Της θεωρίας της «μονογενέσεως» πρωταγωνιστής υπήρξε ο διάσημος καθηγη-τής του πανεπιστημίου της Ιένας Χέκελ.37 Η θεωρία είχε σημειώσει αναμφισβήτη-το θρίαμβο. Αλ λά ξαφνικά ο καθηγητής του πανεπιστημίου της Μοδένας Δανιήλ Ρόζα38 παρουσίασε τη δική του θεωρία της «ολογενέσεως», που σήμερα επικρατεί. Ο Ρόζα δεν παραδέχεται πως τα ενόργανα όντα προήλθαν από ένα κύτταρο, πού μέσα του εφύσηξε «πνεύμα ζωής» κατά έναν τρόπο θαυματουργικό. Τουναντίον παραδέχεται πως η ζωή παρουσιάστηκε σε «δισεκατομμύρια συγχρόνως ίσα στοι-χεία», που ήσαν προικισμένα με τον ίδιο δυναμισμό και που εξελίσσονται μέχρι συντελείας των αιώνων χάρη στην ενέργεια κυρίως εσωτερικών δυνάμεων. Η κα-νονική πορεία τής εξέλιξης γίνεται κατ’ ευθείαν γραμμήν («ορθογένεσις»).Όσον αφορά τον άνθρωπο ο Ρόζα παραδέχεται πως οι πρώτοι «ανθρωπί-δαι» προήλθαν από ένα μονάχα προηγούμενο είδος, αλλά με πάρα πολλά άτο-μα σκορπισμένα σ’ όλην την επιφάνεια του Παλαιού Κό σμου. Έτσι η θεωρία της «ολογενέσεως» αρνιέται πως υπήρξε κάπου μια κοιτίδα της ανθρωπότητας. Και η σπουδαιότερη αρχή της θεωρίας είναι πως η ζωή δεν εξελίσσεται με την επίδραση εξωτερικών δυνάμεων με την επίδραση κυρίως εσωτερικών δυνάμεων, που είναι «ορθογενετικές». Οι εξωτερικές δυνάμεις μπορούν να επιφέρουν κάποιο επιφανει-ακό μοντελάρισμα των τύπων.Β΄) Πώς συνάπτονται οι «ανθρωπίδαι» με τους «πριμάτους» (την ομάδα των ανώτερων θη λαστικών: πιθήκων - ανθρώπων); Το πρόβλημα δεν είναι μονάχα χρο-νολογικό παρά και μορφολογικό. Ο πρόγονος του ανθρώπου μπορεί να είναι ή προτερόχρονος ή υστερόχρονος ή σύγχρονος με τα διάφορα είδη των «ανθρωπο-ειδών» πιθήκων, που είτε έχουν εξαφανισθεί είτε υπάρχουν ακόμα. «Ανθρωποει-δείς» ή «ανθρωπόμορφοι» λέ γονται οι πίθηκοι που μοιάζουν περισσότερο με τον άνθρωπο : ο γίββων, ο γορίλας, ο ουραγκουτάγκος κι ο χιμπαντζής.Σ’ αυτό το ζήτημα υπάρχουν δυο σχολές ανθρωπολόγων. H μια λέγεται «σχολή του τεταρ τογενούς». Ένας από τους κυ ριότερους αντιπροσώπους αυτής της σχολής είναι ο Γερμανός Βάινερτ.39 Η σχολή αυτή παρα δέχεται πως οι πρώτοι ανθρωπίδαι εμφανισθήκανε επί της Γης στις αρχές του «τεταρτο γενούς αιώνος» κι ακόμη παλαι-ότερα στα τέλη του τριτογενούς, δηλ. πριν ένα εκατομμύριο χρόνια. Στον τριτογενή αυτόν αιώνα δε βρίσκεται κα νένα ίχνος ανθρωπιδών είτε σκε λετικό είτε βιοτεχνι-κό. Όμως, στον αιώνα αυτόν παρουσια στήκανε πρώτα οι κατώτεροι πριμάτοι κι ύστερα οι ανθρωποειδείς πίθηκοι. Στον αιώνα λοιπόν αυτόν εκυοφορήθηκε ο πρώ-τος άνθρωπος κι αποχωρίστηκε σωματικά από ένα μεγάλο «ανθρωποειδές» της εποχής, από έναν πρόγονο κα τά πάσαν πιθανότητα χιμπατζοειδή..Η δευτέρα σχολή λέγεται «σχολή του τριτογενούς». Η σχολή αυτή ανεβάζει την ηλικία του ανθρώπου κατά κάμποσα εκατομμύρια χρόνια. Η σχολή αυτή παραδέχε-ται πως ο «σινάνθρωπος» (ο παλαιον τολογικός άνθρωπος του Πεκί νου) είναι ο πρό-γονος του αν θρώπου, αλλά μεταξύ αυτού και του ανθρώπου υπάρχουν πολλές βαθ-μίδες ενδιάμεσοι. Επίσης παραδέχεται πως οι «ανθρωποειδείς» πίθηκοι αποτελούν άλλη σειρά, και με κα νένα τρόπο δεν μπορούσε απ' αυτούς να προέλθει ο άνθρωπος.36 Ο ανθρωπολόγος Τζουζέπε Σέρτζι (Giuseppe Sergi, 1841-1936).37 Ο βιολόγος και φιλόσοφος Ernst Haeckel (1834-1919).38 O ζωολόγος Daniele Rosa (1857-1944).39 Ο Γερμανός ανθρωπολόγος Hans Weinert (1887-1967).ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ42
Δυο ήτανε οι κυριότερες σει ρές των ανωτέρων πριμάτων: η σειρά των «δρυ-οπιθήκων», που δεν υπάρχουν σήμερα και που είναι οι πρόγονοι των συγχρό-νων ανθρωποειδών· και η σειρά του «σινανθρώπου» του Πεκίνου και του «αυστραλοπιθή κου» της Νοτίου Αφρικής, που καταλήξανε στον άνθρωπο.Γ΄) Το τρίτο και τελευταίο ζήτημα είναι ο συσχετισμός των σκελετικών λειψά-νων των «προ ανθρώπων» για να βρεθεί ο κρίκος με τους «ανθρωπίδας». Ευ τυχώς σήμερα τα παλαιοντο λογικά λείψανα είναι πολλά κι έτσι μπορούνε να σχηματι-σθούν οι μεταβατικές βαθμίδες από τη ζωώδη κατάσταση στην ανθρώπινη.31 Ιουλίου Το πλοίον της ερήμουΠιστεύουμε κοινώς, πως το σκυλί και το άλογο είναι τα πιο έξυπνα και το πιο πιστά ζώα του ανθρώπου. Και για να δείξουμε την εξυπνάδα τους λέμε: «μονάχα μιλιά τούς λείπει».Ε, λοιπόν, το πιο έξυπνο, το πιο πιστό, το πιο ηρωικό, το πιο καθαρό, το πιο αισθηματικό και το πιο… ηθικό ζώο είναι η γκαμήλα! Μια παλιά πρόληψη την πα-ρασταίνει κουτή, αναίσθητη, άνανδρη, πεισματάρα κι εκδικητική. Κι είναι ολότελα το αντίθετο. Και η μιλιά δεν της λείπει! Οι Βεδουίνοι τής κουβεντιάζουν κι εκείνη τούς απαντά! Και το πιο καταπληκτικό απ’ όλα: η γκαμήλα είναι το μόνο ζώο, που πιστεύει στο θεό και στη μέλλουσα κρίση! Αυτά και άλλα πολλά μας λέγει στο βι-βλίο του «Η γκαμήλα» ο Αιγύπτιος συγγραφέας Ελιάν Φιμπέρ.40Η γκαμήλα για τα μάτια τα δικά μας είναι ένα ζώο άγαρμπο και δίχως χάρη. Για τα δικά της όμως μάτια είναι το ωραιότερο από τα ζώα. Η γκαμήλα είναι… Νάρκισσος! Όταν καθρεφτίζεται μέσα σε καμιά πηγή νερού, στέκεται ώρες ακίνητη και καμαρώνει τον εαυτό της. Επίσης αγαπά τον ίσκιο της, που πέφτει απάνω στην άμμο. Με το έξυπνο και θλιβερό της μάτι στέκεται και παρακολουθεί το μαύρο της σχήμα ξαπλωμένο στην ατέλειωτη έρημο! Η γκαμήλα είναι… ποιητής! Αυτό το καμπούρικο ξωτικό αγαπά τα άστρα στον τετράβαθο ουρανό, αγαπάει το γαλανό φως της πανσελήνου –και πρέπει να την δένουνε κάθε φορά που είναι γέμιση φεγ-γαριού, για να μη φύγει να συναντήσει το φεγγάρι! Με την αισθαντική της καρδιά, όταν ο καβαλάρης της τραγουδάει κανένα από τα μελαγχολικά και μονότονα εκεί-να τραγούδια της ερήμου, αυτή από κάτω ακούει και… κλαίει!Είναι το πιο καθαρό ζώο σωματικά και ψυχικά. Δεν μπορεί να υποφέρει την ασκήμια των… άλλων και τους κακούς τρόπους. Είναι τόσο παράξενη σ’ αυτό το κεφάλαιο, ώστε δεν τρώγει ποτές της τ’ αποφάγια άλλης γκαμήλας. Άμα μια γυναίκα από κείνες, που ακολουθούνε τα καραβάνια, απατήσει τον άντρα της κάτω από την τέντα της, οι γκαμήλες της –όπως πιστεύουν οι Βεδουίνοι– πεθαίνουν αμέσως από τη λύπη· επίσης πεθαίνουν άμα φάνε χόρτο, που έπεσε απάνω του ανθρώπινο αίμα! Έχει τόσο λεπτή «ανατροφή» (θέλουμε να πούμε: φυσικό) που όταν κάθεται επάνω της τ’ αφεντικό της, αποφεύγει να κάνει τις φυσικές της ανάγκες. Αλλά οι Βεδουίνοι τη θεωρούνε ζώο τόσο ιερό, που αν τυχόν αγγίξουν λέρες της γκαμήλας, μπορούν αμέσως να κάνουνε την προσευχή τους στον Αλλάχ χωρίς να πλύνουνε τα χέρια τους!40 Για την ακρίβεια, ο Elian Judas Finbert (1899-1977) ήταν Γαλλοεβραίος γεννημένος στην Γιάφα της Παλαιστίνης. Το βιβλίο του «Η ζωή της καμήλας, του πλοίου της ερήμου» εκδόθηκε το 1938 και βραβεύτηκε.43ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ44Η γκαμήλα, είπαμε, έχει… μιλιά! Ο Βεδουίνος ξέρει τη γλώσσα της. Στις ατέ-λειωτες πορείες, που βαστούνε μερόνυχτα, η γκαμήλα γυρίζει το κεφάλι της στ’ αφεντικό της και του διηγιέται με τη «μελωδική» φωνή της τις ιστορίες των προ-γόνων της. Όταν η γκαμήλα αναστενάζει ή βελάζει, λέγει τα εξής:—Ο Αλλάχ είναι καθαρός κι αγρυπνεί επάνω στους πολεμιστάδες την ώρα της μάχης. Πιστεύω στον Αλλάχ κι αυτή η πίστη με κάνει να υπομένω τις αδικίες των ανθρώπων! Κάθε νύχτα η γκαμήλα κάνει την προσευχή της:—Κύριε, μ’ έκανες υποταχτική στα τέκνα του Αδάμ και τους μπιστεύτηκες τη ζωή μου και την ευτυχία μου. Κάνε με, Κύριε, άξια να μ’ αγαπούν περισσότερο από τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους κι απ’ όλα τους τα πλούτη!Η γκαμήλα, καθώς βλέπετε, καταντά να γίνεται η «συνείδηση» της αραβικής φυλής. Μια νύχτα, που ο αφεντικός της ήτανε ξαπλωμένος χάμου και κοιμότανε, η γκαμήλα έγειρε από πάνω του και του είπε: —Η πανούκλα, η ξηραϊλα και η ακρίδα σάς θερίζουνε χρόνο με το χρόνο, για-τί ξεχάσατε τα συνήθεια των πατέρων σας, γιατί αφήνετε τον ταξιδιώτη να περ-νάει μπροστά από τις τέντες σας χωρίς να του δώσετε άσυλο και τον πεινασμένο χωρίς να του δώσετε να φάγει!Κάθε γκαμήλα κάνει τα παράπονά της στο αφεντικό της για τα κακομεταχειρί-σματα των υπηρετών. Και του λέει, πως αν δεν την πάει να βοσκήσει εκεί που θέλει αυτή, θα παρουσιαστεί στον Αλλάχ την ημέρα της κρίσεως για να το μαρτυρήσει!Τι να θαυμάσει κανείς: την καλοσύνη αυτού του ηρωικού ζώου, που έχει σε αφάνταστο βαθμό αναπτυγμένο το αίσθημα της αυτοθυσίας, ή την καλοσύνη των Βεδουίνων, που έχουν αγιοποιήσει αυτό το πολυτιμότατο πλάσμα; Στους μύθους του Αισώπου τα ζώα ήσαν μια φορά κι έναν καιρό «φωνήεντα». Η γκαμήλα για το Βεδουίνο είναι και σήμερα «ζώον φωνήεν» κι όχι στη σφαίρα του μύθου παρά στην πραγματικότητα! Αν θα ήθελε κανείς να μελετήσει την ψυχολογία των λαών από την ιδέα που έχουν για τα διάφορα ζώα, ο Αίσωπος θα ήτανε ο μεγαλύτερος κατήγορος των αρχαίων Ελλήνων. Κανένα του ζώο δεν είναι καλό!Τόσο δένεται η γκαμήλα με τη ζωή του αφεντικού της, που άμα πεθάνει αυτός, εκείνη ούτε να φάγει ούτε να πιει μπορεί. Πάει και πεθαίνει επάνω στον τάφο του.Είναι τόσο υπάκουο ζώο, που, όπως λένε οι Βεδουίνοι, μια φορά ένας ποντι-κός έπιασε την άκρα του σκοινιού, που ήτανε δεμένο όλο το καραβάνι και τραβώ-ντας το σκοινί αυτό έσυρε όλες τις γκαμήλες στην τρύπα του! Αυτό λοιπόν το ειρηνικό και ενάρετο ζώο έπαψε σήμερα να είναι «πλοίον της ερήμου» για τους μισοάγριους νομάδες της Αφρικής και της Συρίας. Οι πολιτισμέ-νοι Ευρωπαίοι το κάνανε πολεμική μηχανή. Αλλά θα έρθει η ώρα της κρίσεως και θα ζητήσει δικαιοσύνη από τον Αλλάχ!3 Αυγούστου Οι μέλισσες ομιλούν!Οι μέλισσες ξέρουν να προσανατολίζονται, διακρίνουν τα χρώματα, έχουν μνήμη και κυρίως ομιλούν. Αυτά προσπάθησε ν’ αποδείξει με μια σειρά πειραμά-των ο φυσιοδίφης κ. Ζουλιέν Φρανσόν.Ο κ. Φρανσόν δεν ακολούθησε την κλασική μέθοδο της μελέτης των μελισσών. Δεν κάθισε να παρακολουθήσει τη δουλειά τους, τα συνήθεια τους μέσα στην κυ-
ψέλη. Παρακολούθησε απομονωμένες μέλισσες μακριά από την κυψέλη τους. Πα-ρακολούθησε τα πηγαινοέλα τους και τις αντιδράσεις της ατομικής των νόησης, που λειτουργεί πάντα σύμφωνα με το πνεύμα του είδους, μπροστά σε διάφορες δυσκολίες και εμπόδια, που τα εδημιούργησε ο ίδιος ο πειραματιστής.Τα πειράματα του κ. Φρανσόν ήσαν πολύ απλά, αλλά ευφυέστατα. Πρώτα πρώτα έπρεπε να ξεχωρίσει μιαν ορισμένη μέλισσα, για να την παρακολουθήσει χωρίς να την μπερδεύει με άλλες. Πώς θα έλυνε αυτό το πρώτο πρόβλημα, αφού οι μέλισσες (και επί του προκειμένου οι εργάτισσες) ομοιάζουν όλες η μια με την άλλη; Επιπλέον έπρεπε να την κάνει να δουλεύει σ’ ένα ορισμένο σημείο, ώστε να μπορεί να μετράει τα ταξίδια της και τον καιρό, που βάζει σε κάθε ταξίδι, για να ορίσει το ανώτατο όριο της καθημερινής δουλειάς της.Πήρε ένα πιατάκι κι έβαλε μέσα ένα κομμάτι ζάχαρη βρεμένη. Καμιά μέλισ-σα δεν εννοεί να καθίσει επάνω σ’ αυτήν την άγνωστη λεία. Η πείρα του είδους αγνοεί το κομμάτι της βρεμένης ζάχαρης. Κρατώντας στο δεξί του χέρι ένα ποτήρι εζύγωσε σε κάποιο λουλούδι που βύζαινε μια μέλισσα και με τρόπο την καπάκωσε με το ποτήρι επάνω στο πιατάκι. Η αιχμάλωτη άρχισε αμέσως να χτυπιέται θυμω-μένη, όσο που μια φορά άγγιξε τη βρεμένη ζάχαρη. Μόλις δοκίμασε τη γλύκα της κάθισε να βυζαίνει ώσπου εφούσκωσε. Ο πειραματιστής στο αναμεταξύ σήκωσε το ποτήρι και προσεκτικά μ’ ένα μικρό πινέλο έβαψε την κοιλιά της πράσινη χω-ρίς εκείνη να το καταλάβει. Άμα γέμισε τον πρόλοβό της με σιρόπι σηκώθηκε να φύγει. Αλλά δεν έφυγε αμέσως. Άρχισε να πετάει γύρω από το πιατάκι και να διαγράφει κύκλους συγκεντρικούς κάθε τόσο και μεγαλύτερους. Ήθελε να μάθει καλά το μέρος για να μη το ξεχάσει. Ύστερα πήρε το δρόμο της για το μακρινότερο μελισσοτροφείο της περιοχής. Μετά 12 λεπτά ξαναφάνηκε η σημαδεμένη με την πράσινη βούλα μέλισσά μας. Έκανε λίγες βόλτες γύρω από τη ζάχαρη κι έκατσε. Μ’ αυτόν τον τρόπο έκαμε εννέα ταξίδια –τα τελευταία πολύ πιο σύντομα.Έτσι διαπιστώθηκε, πως η μέλισσα ξέρει να προσανατολίζεται και πως μέσα σε δυο ώρες κάνει δρόμο 20 χιλιόμετρα (τα 10 χιλιόμετρα φορτωμένη). Μια τέτοια τεράστια δαπάνη ενεργείας δεν μπορεί να βαστάξει πέρα από τις 5-6 εβδομάδες.Η τύχη το έφερε, η δεύτερη αιχμάλωτη μέλισσα, που της έβαλε κόκκινη βούλα, ν’ ανήκει σε μιαν κοντινή κυψέλη. Μετά το πέμπτο ταξίδι της έφερε μια βοηθό. Ο πειραματιστής τής έβαλε αμέσως κίτρινη βούλα. Στο κατοπινό ταξίδι οι δυο τους φέρανε μιαν τρίτη –που αμέσως ο κ. Φρανσόν την έβαψε γαλάζια. Πολλαπλασιά-ζοντας τα πειράματά του ο κ. Φρανσόν έβγαλε το συμπέρασμα: «Όταν η κυψέλη είναι μακριά, ή μέλισσα δουλεύει μονάχη της κι όταν είναι κοντά φέρνει συντρό-φισσες να κάνουν μαζί τον τρυγητό».Αφού δουλέψανε πάνου από μια ώρα οι τρεις μέλισσες μαζί, ο πειραματιστής έβρεξε τη ζάχαρη με περισσότερο νερό κι έτσι έκανε πιο εύκολο το βύζαμα του σιροπιού. Οι τρεις τους χαρήκανε πολύ κι αρχίσανε να δουλεύουν ζωηρότατα. Στο γυρισμό τους όμως φέρανε 10 κι ύστερα 15 άλλες μέλισσες. Όσο στέγνωνε η ζάχαρη, τόσο οι «βοηθητικές» συντρόφισσες αραιώνανε.Συμπέρασμα: Οι μέλισσες έχουν κάποιον τρόπο ν’ αναγγέλλουν στην κυψέλη κάθε τους ανακάλυψη και κάθε μεταβολή που γίνεται σ’ αυτήν. Κι επιπλέον έχουν τον τρόπο να κανονίζουν τον αριθμό των εργατισσών, που χρειάζεται μια δουλειά για το μάξιμουμ της απόδοσής της.Ο κ. Φρανσόν έβαλε το σιρόπι μέσα σ’ ένα λουλούδι κόκκινο. Η μέλισσά μας (η χρωματισμένη) ξαναγύρισε σ’ αυτό το κόκκινο λουλούδι κι όχι σε άλλο. Κι όταν, την ώρα που έλειπε, της έβαλε το σιρόπι μέσα σ’ ένα άσπρο λουλούδι, η μέλισσά μας άρχισε να ψάχνει μονάχα μέσα στα κόκκινα –άρα γνωρίζει τα χρώματα. 45ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
46 ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣΑλλ’ ας ξαναγυρίσουμε στο πιατάκι. Την ώρα, που έτρωγε η μέλισσα, ο κ. Φρανσόν την εσκέπασε μ’ ένα κουτί από χαρτόνι, αφήνοντας μια τρυπίτσα κάπου ανοιχτή. Η μέλισσα άμα απόφαγε, άρχισε να πετάει ανήσυχη, όταν όμως βρήκε την τρυπίτσα, πέταξε κι έφυγε για την κυψέλη. Αλλά την ώρα, που έλειπε αυτή η γνωστή μας (η βαμμένη) μέλισσα, ήρθε μια άλλη άγνωστη. Είπαμε, πως οι μέλισσες δεν ξέρουν από ένστιχτο τη ζάχαρη. Επομένως η μέλισσα αυτή ήτανε σταλμένη από τη γνωστή μας τη βαμμένη. Έκανε δυο γύρους, βρήκε την τρύπα και μπήκε μέσα στο κουτί να πιει σιρόπι. Άρα όχι μονάχα ήτανε σταλμένη, αλλά είχε λάβει και ακριβέστατες οδηγίες πού είναι η ζάχαρη, πως είναι σκεπασμένη μ’ ένα κουτί και πως υπάρχει μια τρύπα στο τάδε μέρος, απ’ όπου θα μπει και θα βγει!Συμπέρασμα: Οι μέλισσες ομιλούν αναμεταξύ τους αλλά με ποιον μηχανισμό δεν το ξέρουμε. Ο μηχανισμούς αυτός ή είναι ηχητικός ή είναι οπτικός ή είναι απτικός ή είναι δονητικός. Πάντως οι μέλισσες μιλούν. Κι αυτό είναι το σπουδαίο. 15 Αυγούστου Διασκεδαστικός κήποςΟ μεγαλύτερος ζωολογικός κήπος του κόσμου έχει έκταση 20.250 τετραγω-νικά χιλιόμετρα, δηλ. όσο πάνου κάτου και η Πελοπόννησος. Επομένως δεν έχει κάγκελα! Είναι απλούστατα μια δασώδης μεγάλη περιοχή, όπου απαγορεύεται το κυνήγι των αγριμιών, για να μην εξαφανισθούν τα όσα είδη υπάρχουν ακόμα, όπως έχουν εξαφανισθεί άλλα πολλά. Ο κήπος αυτός, όπου ζουν και πληθαίνουν ελεύθερα μέσα στο φυσικό τους περιβάλλον όλα τα αγρίμια «σαν αδέρφια», δηλ. τρώγοντας το ένα το άλλο, βρίσκεται στη Νοτιοαφρικανική Ένωση και λέγεται «Εθνικό Πάρκο του Κρούγερ», γιατί το ίδρυσε ο περίφημος εκείνος πρόεδρος του Τράνσβαλ, που δεν μπόρεσε να σώσει την ανεξαρτησία της χώρας του πολεμώντας εναντίον της Αγγλίας στα 1902.41Μέσα στο «πάρκο» αυτό, μέσα στην τεράστια αυτή ρεζέρβα των αγριμιών, υπάρχουν περίπου σήμερα εκατό ελέφαντες, δέκα μαύροι ρινόκεροι, διακόσιες καμηλοπάρδαλες, διακόσιοι ιπποπόταμοι, πενήντα λιοντάρια μεγάλα κι εκατόν είκοσι χιλιάδες γαζέλες κι αντιλόπες δεκαπέντε διαφορετικών ειδών, καθώς και πολλοί όναγροι και μπαμπουίνοι.Σ’ αυτό το τεράστιο πάρκο υπάρχουν φύλακες όχι τόσον για τα ζώα όσο για τους ανθρώπους. Γιατί πολλοί περίεργοι επισκέπτες έρχονται με τ’ αυτοκίνητά τους ή με τα καμιόνια τους να ιδούνε από κοντά και χωρίς κίνδυνο τα φοβερά ή τα ωραία αυτά ζώα και να τα φωτογραφήσουν από απόσταση δέκα βημάτων!Οι επισκέπτες αυτοί διαρκώς παραβαίνουν τον κανονισμό. Απαγορεύεται να κατεβαίνουν από τ’ αυτοκίνητά τους όταν συναντούν θηρία. Απαγορεύεται να κυ-κλοφορούν την νύκτα στο δάσος. Απαγορεύεται να τρέχουν με μεγάλη ταχύτητα στους ανοιγμένους δρόμους. Επιβάλλεται να σταματούν, άμα συναντούνε καμιά λιονταρίνα με μικρά, για να της δώσουν τον καιρό να τα μάσει και να φύγει.Γιατί άξαφνα μια νυχιά στο στήθος, που πετάει έξω την καρδιά, μια δαγκωμα-τιά στο σβέρκο που σπάει τη ραχοκοκαλιά ή ένα κέρατο στην κοιλιά, που χύνει τα έντερα, δεν είναι ευχάριστη ανάμνηση για τον επισκέπτη ούτε «εποικοδομητικό» για την καλή φήμη τού… «ιδρύματος», δηλ. του Πάρκου!41 Πρόκειται για τον Paul Kruger (1825-1904).
Κάθε αυτοκίνητο, που μπαίνει στο Πάρκο, πληρώνει εισιτήριο μια λίρα και κάθε καμιόνι δυο. Υπάρχουν δώδεκα κατασκηνώσεις με καλύβες ή τέντες όπου μπορούν οι επισκέπτες να περάσουν τη νύχτα τους πληρώνοντας «ξενοδοχιάτικα» 3 σελίνια το άτομο.Το καλοκαίρι είναι η καλύτερη εποχή για τέτοιες «εκδρομές». Εκεί στη Νό-τιο Αφρική είναι τώρα… χειμώνας. Κι όταν έχουμε εμείς χειμώνα και βροχές, εκεί ξηραίνονται τα ποτάμια και οι πηγές του νερού. Έπειτα πέφτει ακρίδα σύννεφο κι οι πυρκαϊές του δάσους. Τόσο λείπουν τα νερά, που οι εργάτες του Πάρκου ανοίγουν πηγάδια και τρομπάρουν το νερό για να δίνουν στα θηρία να πιούνε. Το νερό αυτό ή το χύνουν μέσα σε μεγάλα αυλάκια ή το μαζεύουν μέσα σε στέρνες από τσιμέντο. Τα λιοντάρια πίνουν απ’ όπου να ’ναι. Οι αντιλόπες όμως μονάχα από τ’ αυλάκια –το τσιμέντο το φοβούνται. Ακριβώς γιατί προφυλάγονται, οι αντιλόπες έχουν αναλογία 120.000 προς 50!Και να τι έπαθε μια φορά ένα «άφοβο» λιοντάρι και ρεζίλεψε το βασιλικό του γόητρο. Μιαν όμορφη νύχτα με πανσέληνο οι εργάτες, που δουλεύανε όλη μέρα στο άνοιγμα του πηγαδιού, καθότανε όλοι μπροστά στις τέντες τους και ξεκουραζόντανε καπνίζοντας μακάρια την πίπα τους. Τα λιοντάρια κυνηγούνε και πίνουνε τη νύχτα. Αλλά έχουνε την κουταμάρα, μόλις βγούνε από το γιατάκι τους να τανυσθούν, ν’ αρχίσουν να βρυχιούνται. Και τότες όλα τα «θύματα» με τα γρήγορα ποδάρια χάνονται αστραπή από την περιοχή. Ο βασιλιάς της ζούγκλας πολύ βασίζεται στην παλικαριά του και στη δύναμή του. Αλλά το πράγμα θέλει και λιγάκι πονηριά. Έτσι και το βράδυ εκείνο ακουστήκανε από μακριά τα φοβε-ρά βρυχίσματα και σε λίγο φανήκανε οι λυγεροί κιτρινοκόκκινοι ίσκιοι πολλών λιονταριών πίσου από τα κλαδιά. Καθώς φαίνεται διψούσαν κι είχαν μυριστεί το νερό. Εκεί πάρα πέρα οι εργάτες είχανε ξεχάσει έναν κουβά με νερό. Το λιοντάρι, που δε φοβάται το τσιμέντο, δε φοβάται και τον πάφιλα!42 Αλλά ήξερε ο γέρο Αί-σωπος τι έκαμνε, όταν έβαζε ένα κουνούπι να νικά το λιοντάρι! Κι αυτήν τη φορά ο πάφιλας ενίκησε όχι ένα λιοντάρι, αλλά δέκα!Μόλις είδε λοιπόν το νερό μέσα στον κουβά ο «αρχηγός» έχωσε μέσα την κεφάλα του να πιεί. Αλλ’ ο κουβάς… κόλλησε. Το λιοντάρι σήκωσε το κεφάλι του να τινάξει τον κουβά, αλλά τότε το «χέρι» του κουβά έπεσε πίσω από τ’ αυτιά του λιονταριού και πιάστηκε για καλά. Ο βασιλιάς της ζούγκλας τρόμαξε κι άρχισε να τρέχει πανικόβλητος, ενώ πίσω του τον ακολουθούσαν όμοια τρομαγμένα τα άλλα λιοντάρια του κοπαδιού. Το θέαμα ήτανε κωμικό και οι εργάτες προγκού-σανε τα λιοντάρια και σκάζανε στα γέλια.Φυσικά τέτοια «νούμερα» δεν ξαναγίνονται. Όποιος πολύ θα το επιθυμούσε, ας αρκεστεί με το νούμερο των σκυλιών, που τους δένουνε στην ουρά έναν γκαζοτενε-κέ. Η διαφορά είναι όχι (για να μιλήσουμε… φιλοσοφικά) «ποιού» παρά «βαθμού»!25 Αυγούστου Πριν 360 εκατομμύρια χρόνια!Κανένα μυθιστόρημα δεν μπορεί να περιέχει τόσα απίστευτα και μεγαλοφά-νταστα εφευρήματα όσα είναι τ’ αληθινά συμβάντα της ιστορίας της Γης. Και κα-νένα μυθιστόρημα δεν είναι τόσο τερπνό όσο είναι τερπνές –και διδαχτικές μαζί– 42 πάφιλας = ορείχαλκος και γενικά μεταλλικό δοχείο.47ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
48 ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣοι επιστήμες της Γεωλογίας και της Παλαιοντολογίας. Για να γράψει ένας ιστορικός την ιστορία των περασμένων γενεών χρησιμο-ποιεί χειρόγραφα, επιγραφές, κεράμια κτλ. Και για να γράψουν οι φυσιοδίφες τα χρονικά του ζωικού βασιλείου μελετούν τ’ απολιθωμένα λείψανα φυτών και ζώων μέσα στα διάφορα γεωλογικά στρώματα.Λοιπόν η ζωή παρουσιάστηκε στον λεγόμενον παλαιοζωικόν αιώνα, που αρ-χίζει πριν από 538 εκατομ. χρόνια και βάσταξε 350 εκατομ. χρόνια. Στη δεβόνιο περίοδο (την τρίτη κατά σειράν) αυτού του αιώνος παρουσιαστήκανε τα σπονδυ-λωτά. Ο παλαιοζωικός αιών τελείωσε πριν 178 εκατομ. χρόνια και τον διαδέχτηκε ο μεσοζωικός (διάρκεια 119 εκατομ. χρόνια) και τούτον ο καινοζωικός (διάρκεια 60 εκατομ. χρόνια).Η τελευταία (η πέμπτη κατά σειράν) περίοδος του καινοζωικού αιώνος, που άρχισε πριν ένα εκατομμύριο χρόνια, είναι η πλειστόκαινος, που λέγεται και πε-ρίοδος των παγετώνων. Γιατί κατά τη διάρκειά της τέσσερες φορές σκεπάστηκε με βουνά από πάγους μεγάλο μέρος της επιφανείας της γης. Σ’ αυτήν την τελευταία περίοδο οι πρόγονοί μας περάσανε από την κατάσταση του ανθρωποειδούς πιθή-κου στην κατάσταση του ανθρώπου, όπως είναι σήμερα. Ο πλανήτης μας κι εμείς βρισκόμαστε ακόμα στην περίοδο των παγετώνων –και κανένας μας δεν το ξέρει! Γιατί ολάκερα εκατομ. τετραγωνικά χιλιόμετρα του πλανήτη μας γύρω στους δυο πόλους είναι σκεπασμένα με «αιώνιους» πάγους. Όταν θα βγούμε απ’ αυτήν την περίοδο θα υπάρχουν πολύ ολίγοι «αιώνιοι» πάγοι πάνω στη γη. Ωστόσο δεν θέλουν να λένε πως βρισκόμαστε σ’ αυτήν την πλειστόκαινο περί-οδο ή περίοδο των παγετώνων. Και προτιμούν οι περισσότεροι να δίνουν ιδιαίτερο όνομα στην εποχή μας· την λένε «νέα». Και πραγματικά είναι πολύ νέα: μωρό! Μόλις έχει ηλικία 30 χιλιάδων χρόνων, που είναι αστεία μπροστά στην ηλικία της λιθαν-θρακοφόρου περιόδου του παλαιοζωικού αιώνος, που βάσταξε 80 εκατομ. χρόνια!Επάνω στη γη ζήσανε πλήθος ζώα που δεν υπάρχουν πια. Ποιος είναι ο λόγος, που αυτά εχαθήκανε σύρριζα κι άλλα παρουσιαστήκανε στον τόπο τους; Μια από τις αιτίες είναι το… αλληλοφάγωμα. Τα σαρκοφάγα τρώνε τα φυτοφάγα, αλλά τρώγονται κι αναμεταξύ τους κι όταν ακόμα ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Ο κα-νιβαλισμός δεν είναι επιτέλους μονάχα προνόμιο των ανθρώπων! Γενικά τα σαρ-κοφάγα είναι πιο δυνατά και πιο έξυπνα από τα φυτοφάγα. Αλλά υπάρχουν και φυτοφάγα, που έχουν τεράστια δύναμη, όπως ο βούβαλος, ο ελέφας, ο ρινόκερος, ο γορίλας. Μερικά σαρκοφάγα κατόρθωσαν να βασιλέψουν στην περιοχή τους, όπως η τίγρη και τον παλαιότερο καιρό (δηλ. πριν εκατό εκατομμύρια χρόνια), ο δεινοσαυρίδης «τυραννόσαυρος ο βασιλεύς», που εκυριάρχησε σ’ όλην την κρη-τιδική περίοδο κι έμοιαζε με ένα θεόρατο τανκ! Το ζώο αυτό ήτανε το πιο μεγα-λόσωμο και το πιο δυνατό απ’ όσα υπήρξανε στη γης. Όπου εζύγωνε –ο θάνατος εσκορπιζότανε σ’ όλην την περιοχή.Άλλη επίσης αιτία εξαφανισμού πολλών ζωικών ειδών είναι η πείνα ή η δίψα. Όταν από μια περιοχή έλειψε η τροφή ή το νερό είτε από την πολλή ζέστη, είτε από παγετώνες, τα ζώα δεν μπορούσανε ν’ ανθέξουν. Όμως τα παλαιότερα ζώα δεν είναι όμοια με τα νεότερα. Και οι μορφές και οι διαστάσεις και οι διανοητικότητά τους έχουν υποστεί μεταβολές με την πάροδο των αιώνων. Ποια η αιτία αυτών των μεταβολών;Μια πρώτη αιτία είναι η μεταβολή του κλίματος. Το κλίμα κατά καιρούς με-ταβαλλότανε από ζεστό σε ψυχρό ή από ξηρό σε υγρό. Τότε τα χορτοφάγα έπρεπε ν’ αλλάξουνε τόπο για να πάνε να βρουν μέρη με χόρτα και φυτά για βοσκή. Τα
σαρκοφάγα, που ζουν από τα φυτοφάγα, έπρεπε να ακολουθήσουν τα πρώτα από κοντά. Αυτή η μετανάστευση σ’ έναν καινούργιο τόπο δημιουργούσε νέες συνήθειες κι οι νέες συνήθειες νέες μορφές. Έτσι οι μεγάλες ζωικές οικογένειες χωριζόντανε σε διαφορετικά μικρότερα γένη. Μερικά απ’ αυτά τα «ξαδέρφια» αλλάξανε τόσο, που είναι δύσκολο ν’ αναγνωρίσει κανείς με το πρώτο τη συγγέ-νεια που έχουν αναμεταξύ τους. Π.χ. μερικά από τα θηρία, που προκαλούσαν τον τρόμο των εχθρών τους επάνω στη στεριά, όταν το κλίμα έγινε υγρό και γέμισε η γη με λίμνες και έλη, αναγκαστήκανε να ζητήσουν την τροφή τους μέσα στο νερό. Και σιγά σιγά απέκτησαν πτερύγια ή πόδια στεγανά. Έγιναν κήτη. Άλλα όμως ζώα αντί να βυθιστούν στο νερό, απ’ όπου προήλθαν οι πρόγονοί τους (αμφίβια, ερπετά), ανεβήκανε στα δέντρα για να βρουν τροφή. Κι έτσι έγιναν αναρριχητικά. Άλλα πάλι ούτε στο νερό επέσανε ούτε στα δέντρα ανεβήκανε: σκάψανε τη γης και χωθήκανε μέσα, όπως οι τυφλοπόντικοι.Σ’ όλην αυτή τη ζωική εποποιία συνέβη να βασιλέψουν επάνω στη γη κατά σειράν πρώτα τα αμφίβια, ύστερα τα ερπετά και τέλος τα μαστοφόρα. Έτσι, οι «πρόγονοί» μας ήσαν πρώτα αμφίβιοι, ύστερα ερπετοί κι ύστερα μαστοφόροι! Από όλα αυτά τα βασίλεια, των μαστοφόρων είναι το… αγριότερο και το αιμοβορότερο! Όσα ζώα χαθήκανε –και κυρίως τα μεγαλύτερα– χαθήκανε, γιατί δεν μπορούσανε να προσαρμοσθούν στις νέες συνθήκες της ζωής. Κι έτσι επεκράτησαν τα πιο ευκί-νητα, τα πιο ευπροσάρμοστα, τα πιο έξυπνα από τα ζώα. Τα πολύ «ειδικευμένα» σ’ ένα μονάχα είδος ζωής, αυτά δεν μπορούσανε ν’ ανθέξουν στην αλλαγή.Αλλά συνέβαινε και το εξής: αντί να γεμίσει η γη νερά και ν’ αναγκάσει πολλά χερσαία ζώα να γίνουν υδρόβια, έφευγε το νερό και η θάλασσα. Και τότε έπρεπε αυτά τα ζώα του νερού να μάθουν να κυνηγούνε στη στεριά. Τι δράματα αλήθεια. Αλλά πού είμαστε ακόμα! Στην περίοδο των παγετώνων! Αλλ’ όπως την καταντή-σαμε οι άνθρωποι, η περίοδος αυτή πρέπει να ονομαστεί «περίοδος του πυρός»!1 Σεπτεμβρίου ΓιγαντογονίαΟ όρος αυτός δεν ηξεύρουμε αν υπάρχει. Πάντως ημπορούμε να τον φκιάσου-με και δεν είναι χειρότερος από πολλούς άλλους. Γιγαντογονία θα ονομάσουμε την τεχνητή παραγωγή «γιγάντων» του φυτικού βασιλείου. Υπάρχει ο όρος γιγα-ντοσωμία ή γιγαντισμός, που σημαίνει την παθολογική ανάπτυξη ενός ανθρώπου ή ζώου πέρα από τα φυσιολογικά όρια του είδους.Πάντως η γιγαντογονία δεν επιζητεί να μεγαλώσει τις διαστάσεις των ήδη φυτικών γιγάντων, όπως τους έπλασε η ίδια η Φύσις. Δεν προσπαθεί να δώσει μεγαλύτερο ύψος στην «ουελιγκτονία την γιγάντιο» απ’ όσο έχει η ίδια. Γιατί το φοβερό αυτό δένδρο, που έχει ίσο κορμί σαν του ελάτου, φτάνει τα 150 μέτρα κι είναι το μεγαλύτερο και το μακροβιότερο ενόργανο πλάσμα όλης της δημιουργίας.Η γιγαντογονία έχει πολύ μετριότερες φιλοδοξίες. Αλλά και πρακτικότερες. Προσπαθεί να μεγαλώσει με διάφορα χημικά μέσα τα πολύ μικρά σχετικώς φυτά –και κυρίως άνθη, φρούτα και λαχανικά. Προσπαθεί να δημιουργήσει «γίγαντες» πορτοκάλια, κεράσια, ραπανάκια, ντομάτες, κρίνους. Άλλοτε για να το επιτύχουν αυτό το πράγμα επερίμεναν να δημιουργήσει μόνη της η Φύσις και εντελώς στην τύχη μερικά γιγαντιαία άτομα του ζωικού ή του 49ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
50 ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣφυτικού βασιλείου κι έπειτα να φροντίσουν με την επιλογή να τα πολλαπλασιά-σουν. Σήμερα όμως οι βοτανικοί τουλάχιστον ευρήκαν τον τρόπο να δημιουργούν μόνοι τους και «κατά θέλησιν» τους γίγαντες του φυτικού βασιλείου. Πώς γίνεται αυτό το θαύμα; Στα 1888 ο διάσημος Ολλανδός βοτανικός Ούγος ντε Βρις ευρήκε σ’ ένα χω-ράφι μια ολάκερη αποικία από το διακοσμητικό φυτό «οινοθήρα η λαμαρκιανή». Ανάμεσα στα πολλά άτομα υπήρχαν και μερικά με μεγαλύτερες διαστάσεις από τις φυσιολογικές. Τα πήρε, τα μεταφύτεψε στο Βοτανικό Κήπο του Άμστερνταμ και τα μελέτησε ιστολογικά. Και παρατήρησε το εξής: Πως όλα τα «γιγάντια» άτομα ήσαν «τετραπλοειδή». Τι θα πει αυτός ο καβαλιστικός όρος; Τα φυτά και τα ζώα αποτελούνται από μικροσκοπικά κύτταρα. Κάθε κύττα-ρο έχει έναν ή περισσότερους πυρήνες. Και μέσα σε κάθε πυρήνα υπάρχουν μικρό-τατα «κοκκία» διαφόρων σχημάτων, που λέγονται «χρωματοσώματα».43 Λέγονται έτσι, γιατί έχουν την ιδιότητα να συγκρατούν τα χρώματα, που μ’ αυτά βάφουν οι φυσιολόγοι τα ιστολογικά παρασκευάσματα. Μέσα πάλι στα χρωματοσώματα υπάρχουν οι «γόνοι», δηλ. οι «καταβολές» των ιδιοτήτων, που κληρονομούνται από τους γονείς στα τέκνα.Ο αριθμός των χρωματοσωμάτων είναι πάντοτε σταθερός σε κάθε φυτό. Τα μισά χρωματοσώματα περιέχουν τις κληρονομικές ιδιότητες του πατέρα και τ’ άλλα μισά της μητέρας. Αυτή είναι η κανονική περίπτωση και λέγεται «διπλοει-δής» γιατί κάθε χρωματόσωμα είναι διπλό: ένα πατρικό, ένα μητρικό. Στα γιγάντια όμως άτομα ο αριθμός των χρωματοσωμάτων είναι διπλάσιος. Ενώ η «οινοθήρα η λαμαρκιανή» έχει 24 χρωματοσώματα –12 πατρικά και δώδεκα μητρικά, η «οι-νοθήρα ο γίγας» έχει 48 χρωματοσώματα –24 πατρικά και 24 μητρικά. Ώστε η «οινοθήρα ο γίγας» είναι «τετραπλοειδής».Αυτό το φαινόμενο δεν παρατηρείται μόνον στην «οινοθήραν τον γίγαντα», αλλά και σ’ όλους τους γίγαντες. Π.χ. ενώ το στραμώνιον το κοινόν έχει 24 χρωμα-τοσώματα (12 πατρικά και 12 μητρικά), το «στραμώνιον ο γίγας» έχει 48 χρωματο-σώματα, δηλ. τέσσερις φορές τον αριθμό δώδεκα. Είναι δηλ. φυτόν τετραπλοειδές.Λοιπόν, άμα θα ήταν δυνατό να ευρεθεί κανείς τρόπος να διπλασιάζουμε τα χρωματοσώματα του πυρήνος των φυτικών κυττάρων, τότε θα εδημιουργούσαμε κατά θέλησιν φυτά γίγαντες. Κι αυτός ο τρόπος ευρέθηκε. Παρετήρησαν, πως η κολχικίνη, ένα δραστικότατο δηλητήριο, έχει την ιδιότητα να διπλασιάζει τον κα-νονικό αριθμό των χρωματοσωμάτων και συγχρόνως να εμποδίζει τον πυρήνα να χωριστεί σε δυο, δηλ. να κάνει δυο τα κύτταρα. Έτσι ο διπλός αριθμός των χρω-ματοσωμάτων μένει διπλός μέσα στο ίδιο κύτταρο. Έτσι η κολχικίνη δημιουργεί κύτταρα τετραπλοειδή, άρα φυτά γίγαντες. Η συνηθέστερη μέθοδος για να επιτύ-χουν αυτό το αποτέλεσμα είναι να βρέχουν επί ορισμένο χρόνο τους σπόρους των φυτών με αραιή διάλυση κολχικίνης.Μ’ αυτήν τη μέθοδο ο Μπλέικσλι44 εδημιούργησε στο «Γενετικό τμήμα του Ινστιτούτου Κάρνετζι» της Βάσιγκτον 41 είδη, 24 γένη και 14 οικογένειες «τετρα-πλοειδών» φυτών: σπανάκια, κολοκύθια, λινάρι, ντομάτες, λυκίσκο, πετούνιες, καπνό κτλ. όλα γίγαντες. Την ίδια χρονιά (1938) ο Γάλλος Σιμονέ επέτυχε να δη-μιουργήσει γίγαντες ραπανάκια, περβάνς,45 πετούνιες κτλ.43 Σήμερα λέμε «χρωμοσώματα», μεταφέροντας τον διεθνή ελληνογενή όρο chromosome, παρ’ όλο που ο κανονικά σχηματισμένος τύπος θα ήταν «χρωματοσώματα».44 Ο βοτανολόγος Albert Francis Blakesley (1874-1954). 45 Λουλούδι, στα ελληνικά λέγεται βίγκα.
Το καλό σ’ αυτήν την περίπτωση είναι πως ο τεχνητός αυτός γιγαντισμός είναι κληρονομικός· δεν μένει μονάχα στα πρώτα άτομα, που θα δημιουργήσουμε.Άλλοι βοτανικοί εχρησιμοποίησαν άλλες χημικές ουσίες για τον ίδιο σκοπό. Έτσι η δημιουργία γιγάντων του φυτικού βασιλείου προοδεύει και δεν θ’ αργήσει να φτάσει και σ’ εμάς, όπου οι μόνοι «γίγαντες», που έχουμε είναι τα γνωστά φα-σόλια –γίγαντες τα φασόλια, νάνοι οι μερίδες στα εστιατόρια!12 Σεπτεμβρίου Τι είναι η ζωή;Ούτε τι είναι η ζωή ούτε τι είναι ο θάνατος μπορούμε να ξέρουμε θετικά. Ποιοι είναι οι χαρακτήρες που διακρίνουν τη ζώσα ύλη από την άζωη; Πώς η ζωή μετα-δίδεται από τον ένα στον άλλον, πώς εξελίσσεται, πώς μερίζεται σε διαφορετικές μορφές, πώς οργανώνεται, πώς παράγει θρέψη, κίνηση, ερεθισιμότητα, αίσθηση, ένστικτα, σκέψη; Από πού έρχεται και πού τελειώνει; Και το τέλος της –ο θάνα-τος– τι είναι και αυτό; Ιδού πλήθος ερωτήματα, που τα προβάλλει με ανησυχία ο άνθρωπος και στον εαυτό του και τους άλλους.Η μεταφυσική και ο μυστικισμός έδωσαν απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα αι-ώνες πριν από την Επιστήμη. Κι όταν παρουσιαστήκανε οι θετικές επιστήμες που στηρίζονται στην παρατήρηση, στο μέτρημα και στο πείραμα, και ιδίως η Ανατο-μία, η Παθολογία, η Ζωολογία, η Βοτανική και η Παλαιοντολογία κι εντούτοις η «φιλοσοφία της ψυχής» δεν έπαυσε να βαδίζει δίπλα τους χωρίς να έρχεται σε καμιά επαφή μαζί τους. Το μικροσκόπιο άνοιξε καινούργια εδάφη στην επιστημο-νική έρευνα κι αποκάλυψε έναν καινούργιο ζωντανό «κόσμο», που κανένας δεν τον υποψιαζότανε. Αυτός ο κόσμος είναι το αντικείμενο των διαφόρων κλάδων της Βιολογικής επιστήμης. Η επιστήμη αυτή είναι πολύ νέα κι εντούτοις η πρόοδός της είναι πολύ γρήγορη και οι ορίζοντες, που ανοίγει στην ανθρώπινη Γνώση, καταπληκτικά μεγάλοι.Πρώτα πρώτα δεν μπορούμε να θέσουμε ένα αδιαπέραστο σύνορο μεταξύ ζωής και θανάτου. Γιατί και τα ανόργανα, δηλ. τα άζωα σώματα έχουν κινήσεις, οργάνωση των μορίων τους, αντιδράσεις εναντίον των εξωτερικών ερεθισμών, υλικές ανταλλαγές με το περιβάλλον τους κι ένα είδος θρέψης. Βέβαια η κυτταρική οργάνωση είναι ίδιον της ζωής μονάχα. Από τα ανώτατα όντα της ζωικής κλίμα-κας ίσαμε τα απλούστατα, που είναι τα μικρόβια και τα εγχυματικά πρωτόζωα, το ζωντανό ον είναι ή κύτταρο μοναδικό ή σύνθεση κυττάρων. Αυτά τα κύτταρα αποτελούνται από πολύ «πρόστυχα» υλικά, που τα βρίσκουμε στην άζωη φύση και μπορούμε να τα φκιάσουμε μοναχοί μας συνθετικά. Αλλά παρακάτου από τα μικρόβια υπάρχουν οι πρωτεϊνικοί ιοί που προκαλούν διάφορες αρρώστιες κι όμως δεν αποτελούνται από κύτταρα· οι ιοί αυτοί πολλαπλασιάζονται εις βάρος της τροφής που παρέχει εις αυτούς το περιβάλλον. Αυτή η ιδιότης των πρωτεϊνι-κών ιών μας επιτρέπει να τους κατατάξουμε στα έμβια όντα; Τουλάχιστο μπορού-με να τους θεωρήσουμε ως γέφυρες διαβάσεως από την κατάσταση της «αζωίας» στην κατάσταση της «ζωής». Επί του παρόντος δεν υπάρχει απάντηση.Είναι γεγονός, πως κάθε ζωντανό ον, και το πιο υποτυπώδες, γεννιέται πάντα από ένα άλλο ζωντανό ον είτε με τον τεμαχισμό των κυττάρων είτε με την εκβλά-στηση, είτε με τη γενετήσια μίξη. Στην τελευταία αυτή περίπτωση ειδικά κύτταρα, οι «γαμέται» (αρσενικοί και θηλυκοί) συνδυάζονται και κάνουν το νέο πλάσμα. 51ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
52 ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣΩστόσο σε μερικά ζώα ημπορεί να γίνει η γονιμοποίηση και χωρίς τον αρσενικό «γαμέτη». Ερεθίζουν το θηλυκό ωάριο με εξωτερικά μέσα κι αυτό γονιμοποιείται. Αυτή η «παρθενογένεση» δημιουργεί όντα, που έχουν μονάχα μια κληρονομικό-τητα, τη μητρική. Αλλά μπορούμε ακόμα με ενέσεις «ορμονών» από τα γεννητικά όργανα ν’ αλλάξουμε το φύλο του εμβρύου –τουλάχιστο προσωρινά.Μια και σχηματισθεί ένας νέος ζωικός οργανισμός ζει ως μια δημοκρατία κυτ-τάρων, που κατά ομάδας είναι ειδικευμένα για ορισμένες λειτουργίες. Όλα έχουν χάσει την αυτονομία τους. Ωστόσο τα πειράματα του Χάρισον, του Μπάροους, του Καρέλ απέδειξαν πως αυτός ο κανόνας δεν είναι απόλυτος. Γιατί μπορού-με να διατηρήσουμε ζωντανά διάφορα στοιχεία του οργανισμού (διάφορους δηλ. ιστούς) χωριστά από τον οργανισμό, του οποίου αποτελούσαν αναπόσπαστα τμή-ματα, και να τα καλλιεργήσουμε μέσα σε κατάλληλες θρεπτικές ουσίες. Αυτά τα στοιχεία, αυτοί οι ιστοί, είναι «δυνάμει» αθάνατοι. Γιατί διατηρούνται στη ζωή χρόνια, ενώ το πλάσμα, στο οποίο ανήκουν, έχει πεθάνει. Όταν λοιπόν παίρνουμε την καρδιά ενός πεθαμένου και την κάνουμε να πάλλει τεχνητά επί χρόνια θα ρω-τήσει ένας αφελής: «Και καλά, πώς αφού πέθανε ο άνθρωπος κι η ψυχή του έφυγε (γιατί για τους μεταφυσικούς ο θάνατος είναι ο χωρισμός ψυχής και σώματος), η καρδιά του ή το νεφρό του ζουν;» Καμιά απάντηση.Όπως, λοιπόν, δεν μπορούμε να ορίσουμε τι είναι ζωή, έτσι δεν μπορούμε να ορίσουμε τι είναι θάνατος. Τα μονοκύτταρα όντα είναι «δυνάμει» αθάνατα, ενόσω θα έχουν ευνοϊκές συνθήκες πολλαπλασιασμού. Ομοίως και συνθετότερα όντα εί-ναι αθάνατα, όπως π.χ. τα σκουλήκια, που πολλαπλασιάζονται επ’ άπειρον με τον «μερισμό» ή με την «εκβλάστηση». Αλλά και στις ανώτερες μορφές ζωής, όπου ο πολλαπλασιασμός γίνεται με την «εγγενή γονιμοποίηση» (δηλ. με την συνεργασία των αρσενικών και των θηλυκών γαμετών) κι εκεί υπάρχει αθανασία. Τα γενε-τήσια κύτταρα μεταδίδουν τη ζωή επ’ άπειρον από την πρώτη στιγμή του είδους μέχρι του τέλους των αιώνων. Μέσα σε κάθε άνθρωπο υπάρχουν στοιχεία, που ποτές η ζωή τους δεν εσταμάτησε και θα εξακολουθούν να υπάρχουν πάντοτε. Ώστε είχε δίκιο ο Μωάμεθ, όταν έλεγε: «Όποιος κάνει παιδιά δεν πεθαίνει ποτές».Μετά απ’ αυτά τα ολίγα, που είπαμε για τη ζωή και για το θάνατο βγαίνει το συμπέρασμα πως δεν υπάρχει απόλυτος ορισμός των δυο αυτών καταστάσεων ούτε οριστικά σύνορα. Ζωή και θάνατος είναι δυο μορφές ενός και του αυτού φαινομένου.11 Οκτωβρίου Μία επίσκεψις στη βασίλισσα των τερμιτώνΗ βασίλισσα του Σαβά ήρθε από την Πόλη των Αρωμάτων στην Ιουδαία να επισκεφτεί τον σοφό Σολομώντα. Ο σοφός κ. Ευγένιος Μαρέ46 κατόρθωσε να επι-σκεφτεί τη βασίλισσα των τερμιτών μέσα στο βασιλικό της θάλαμο! Οι περιγραφές του Νοτιοαφρικανού επιστήμονος δεν είναι λιγότερο ενδιαφέρουσες από τις περι-γραφές της Παλαιάς Διαθήκης. Οι τερμίτες μοιάζουν πολύ με τα μυρμήγκια. Τόσο πολύ, που τους ονομάζουν άσπρα μυρμήγκια. Δεν έχουν όμως καμιά ζωολογική συγγένεια. Οι τερμίτες είναι έντομα αρχίπτερα ή ψευδονευρόπτερα εκ των ορθοπτέρων, ενώ τα μυρμήγκια εί-46 Πρόκειται για τον φυσιοδίφη και συγγραφέα Eugène Marais (1871-1936).
ναι έντομα υμενόπτερα εκ των κεντροφόρων. Αυτά λέγουν τα πιστοποιητικά της ταυτότητός των! Οι τερμίτες κτίζουν με πηλό, άμμο και σάλιο φωλιές, που έχουν ύψος 8-10 μέ-τρων και πλάτος 5-7. Οι φωλιές αυτές έχουν σχήμα λόφων ή στύλων κι από μέσα διατρέχονται από στοές πολλών χιλιομέτρων! Το πολίτευμά τους είναι βασιλεία.Ο βασιλιάς και η βασίλισσα είναι τα μόνα άτομα της πολιτείας, που έχουν άρ-τια τα αναπαραγωγικά τους όργανα. Κι έχουν και φτερά, που μετά το γάμο τους τα χάνουν. Οι άλλες χιλιάδες των υπηκόων αποτελούνται από στείρα θηλυκά, που δουλεύουν για τη διατροφή και τη συντήρηση της πολιτείας, κι από στείρα αρσε-νικά, που είναι οι πολεμιστές και φροντίζουν για την άμυνα της πατρίδος.Στο κέντρο της φωλιάς είναι ο βασιλικός θάλαμος αρκετά ευρύχωρος και θο-λωτός. Εκεί μέσα το βασιλικό ζεύγος δεν κάθεται σε θρόνο, αλλά η μεν βασίλισσα κείτεται ανάσκελα στο πάτωμα ακίνητη εφ’ όρου ζωής με το κεφάλι στην ανατολή και τα πόδια στη δύση και δίπλα της ή στην αγκαλιά της ο βασιλιάς –που είναι αξιοθρήνητος!Ενώ η βασίλισσα έχει σώμα τεράστιο, που φτάνει τα 6-7 εκατοστόμετρα, ο δυστυχισμένος ο σύζυγος δεν έχει μεγαλύτερο μπόι από τους άλλους υπηκόους του, δηλαδή, παραπάνω από λίγα χιλιοστόμετρα! Κι ωστόσο έχει βαρύτατα κα-θήκοντα, δυσανάλογα με το μπόι του. Είναι υποχρεωμένος να κινείται εφ’ όρου ζωής και να κάμνει την «υψηλή» του (όνομα και πράμα) συμβία να γεννά μέσα σε 24 ώρες 50.000 αυγά!Η βασίλισσα δεν σταματάει ποτέ της τα γεννητούρια. Αυτή είναι η δουλειά της και γι’ αυτό την θρέφουν –και μάλιστα της κάνουν υπερσιτισμό, ώστε οι δια-στάσεις της γίνονται σχετικά τεράστιες, η κοιλιά της είναι διαρκώς τούμπανο κι από το δέρμα της βγαίνει διαρκώς… «γάλα» για τους… μπεμπέδες της.Πάνω από το κεφάλι της βασίλισσας στη θολωτή οροφή του θαλάμου υπάρχει μια τρύπα. Από κει κατεβαίνουν εργάτριες τριών κατηγοριών: εκείνες που ταγί-ζουν τη βασίλισσα· εκείνες που παίρνουν και μεταφέρουν αλλού τα αυγά, που κά-μνει ασταμάτητα αυτή η ζωντανή «εκκολαπτική μηχανή», η βασίλισσα· και τέλος εκείνες, που μαλάζουν το κορμί της βασίλισσας για να βγάζει… «γάλα».Οι «ταγίστρες» ζυγώνουν η μια μετά την άλλη στο κεφάλι τής βασίλισσας, τανύ-ζονται στα πισινά τους πόδια για να φτάσουνε το στόμα της κι εκεί σταλάζουν ένα κόμπο από διάφανο υγρό, που αμέσως το καταπίνει αυτός ο θηλυκός Γολιάθ. Ύστε-ρα κάνουν το γύρο του βασιλικού προσώπου και φτάνουν στην τρύπα τής οροφής για να φύγουν από την αντίθετη μεριά από κείνην που ήρθαν. Με τον ίδιο τρόπο φεύγουν και οι «παραμάνες» και οι «μασέζ». Έτσι ευκολύνεται η γρήγορη κυκλο-φορία όλων αυτών των εργατισσών που βρίσκονται στην υπηρεσία της βασίλισσας. Οι μασέζ έρχονται με άδεια κοιλιά και φεύγουν με γεμάτη. Ο κ. Μαρέ υπο-θέτει, πως αφού γεμίσουνε «γάλα» πηγαίνουν στο «βρεφοκομείο» των τερμιτών, όπου ταγίζουν τους άσπρους μπεμπέδες.Αλλ’ εκεί στο βασιλικό θάλαμο υπάρχει και φρουρά από στρατιώτες, που εί-ναι μεγαλοσωμότεροι από τις εργάτισσες κι έχουν κεφάλι χοντρό με φοβερές δα-γκάνες. Αυτοί οι στρατιώτες κάμνουν ένα «κορδόνι», που αρχίζει από τα πόδια της βασίλισσας, ανεβαίνει στο θόλο και κατεβαίνει πίσω από το κεφάλι της. Είναι όλοι τους ακίνητοι και σαν αφιονισμένοι. Στην ορισμένη ώρα γίνεται «αλλαγή της φρουράς». Φεύγουν αυτοί κι έρχονται άλλοι να τους αντικαταστήσουν.Ο κ. Μαρέ αμφιβάλλει αν η «φρουρά» αυτή είναι πραγματική φρουρά. Γιατί όπως είπαμε, είναι όλοι τους μισοναρκωμένοι. Αν ποτές κατόρθωνε ο «εχθρός» να φτάσει ως το βασιλικό θάλαμο, αφού επί πολλά χιλιόμετρα θα πολεμούσε βήμα 53ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
54 ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣπρος βήμα με τα «θηρία» τους πολεμιστάδες, η «φρουρά» αυτή δεν θα μπορούσε να υπερασπίσει την άνασσα. Άλλωστε και να τους εγγίσεις με το χέρι, αυτοί δεν εννοούν να σαλέψουν. Ποιος λοιπόν είναι ο προορισμός τους; Αλλά ξαφνικά πέφτει ένας… «βράχος» (δηλαδή ένα κομμάτι πηλός) επάνω στη βασίλισσα. Αμέσως όλες οι εργάτισσες σταματούνε τη δουλειά τους. Οι στρατιώ-τες της «φρουράς» εξαφανίζονται. Η βασίλισσα αρχίζει να σαλεύει το κεφάλι της δεξιά και αριστερά. Σε λίγο έρχεται μέγα πλήθος εργατισσών και τρέχουν όλες και κάνουν μασάζ στην τραυματισμένη βασίλισσα. Στη δουλειά αυτή βοηθάει κι ο ίδιος ο βασιλιάς. Το μασάζ αυτό είναι ένα είδος βύζαμα. Ύστερα από τόσο δρα-στήριο βύζαμα, το κορμί της βασίλισσας αδειάζει και… ξεχειλώνει. Όλη η φωλιά βρίσκεται σε πολεμικό συναγερμό. Αλλά μόλις η βασίλισσα έπαψε να κουνά το κε-φάλι της, δηλαδή να πονεί, η ζωή της πολιτείας ξαναπαίρνει τον κανονικό ρυθμό της. Μονάχα που οι εργάτισσες του ταγίσματος αυτήν την φορά δουλεύουν διπλά για να βοηθήσουν τη βασίλισσά τους να ξαναπάρει τις γιγάντιες διαστάσεις της. Κι αυτό έγινε πολύ γρήγορα. Και τότε ο βασιλιάς έπεσε στην αγκαλιά της γιγά-ντισσάς του κι απλώθηκε «όπως ένα χωριό στην πλαγιά ενός βουνού» (παρομοίω-ση του Μποντελέρ) κι η «εκκολαπτική μηχανή» άρχισε να λειτουργεί όπως πρώτα. Κι η φρουρά ξαναπήρε τη θέση της. 24 Οκτωβρίου Ποταμόχοιρος ο χοίροςΈνα ταξίδι στα παρθένα δάση της Δυτικής Αφρικής ποιος δεν θα το ήθελε σήμερα! Η ζωή της ζούγκλας με τ’ άγρια θεριά είναι η πιο ήρεμη απ’ όσες ξέρουμε ή φανταζόμαστε. Βυθισμένος εκεί μέσα μερικούς μήνες ο άνθρωπος γίνεται στοι-χείο μέσα στα στοιχεία, πέραν του καλού και του κακού κι όλη η ματαιότητα των ομοίων μας μέσα στον κόσμο φαίνεται κωμική.Αλλ’ αφού δεν είναι εύκολο να ταξιδέψουμε οι ίδιοι, τότε ας ακούσουμε τη διήγηση ενός φυσιοδίφη –του Ιβάν Σάντερσον– που πήγε κι εξερεύνησε τα δάση που βρίσκονται 250 μίλια πέρα από τη Νιγηρία.Συνήθως εξερευνητές και κυνηγοί πηγαίνουν στην Αφρική ή σε άλλες άγριες χώρες και νησιά για να μελετήσουν οι πρώτοι και να σκοτώσουν ή αιχμαλωτίσουν οι δεύτεροι τα μεγάλα θηρία της ζούγκλας: λιοντάρια, ελέφαντες, ρινόκερους, ιπ-ποποτάμους, βουβάλους κτλ.Ο Σάντερσον47 πήγε να μελετήσει την περιφρονημένη πανίδα των αιωνόβιων δασών, τους παρίες των τετραπόδων, τα μικρά ζωντόβολα, που είναι και περίερ-γα και χαριτωμένα. Κι έγραψε ένα βιβλίο «Τα σπάνια ζώα της αφρικανικής ζού-γκλας» απ’ όπου παίρνουμε και σας παρουσιάζουμε τον ποταμόχοιρο τον χοίρο ή τον κόκκινο κάπρο.Ο συγγραφέας δεν είναι μονάχα σοφός επιστήμονας, αλλά και λογοτέχνης.«Τίποτα δεν μπορεί να διακόψει την αιωνιότητα των δασών! Το να κατοι-κείς μέσα στις ατέλειωτες πράσινες φυλλωσιές είναι ζωή θεϊκή. Τα περασμένα, τα τωρινά, τα μελλούμενα δεν έχουνε κανένα νόημα. Η μόνη πραγματικότητα είναι η αθανασία της Πλάσης. Όλες οι πράξεις κι όλες οι ιστορίες των ανθρώπων φαί-νονται τόσο μάταιες, τόσο εφήμερες μπροστά στον μεγαλύτερο όγκο της αιώνιας 47 Ο Βρετανός βιολόγος Ivan Sanderson (1911-1973).
Φύσης, που σου φαίνεται παράξενη, σχεδόν τρελή η πεποίθηση των φτωχών αν-θρωπίσκων πως οι κωμικές κι ασήμαντες προσπάθειές τους λογαριάζονται από το Σύμπαν! Όλο το ανθρώπινο γένος δεν είναι τίποτες άλλο παρά μια φάση της Ιστο-ρίας της Φύσης. Θα περάσει και θα εξαφανισθεί κι αυτό, όπως οι δεινόσαυροι των προϊστορικών χρόνων, χωρίς να μείνει τίποτε από τους αγώνες και τις φιλοδοξίες του και τα μίση του. Τόσο το ανθρώπινο γένος όσο κι άλλα ζωικά… κοπάδια θα εξαφανισθούν το ένα μετά το άλλο και θα μείνουνε μονάχα τα Δάση, βουτηγμένα στον ήλιο, ακατάλυτα και σχεδόν θεία!Όταν μείνει κανείς πολύν καιρό μέσα στο δάσος αρχίζει μέρα με την μέρα να καταλαβαίνει καλύτερα την… κοινωνιολογία του ζωικού βασιλείου. Καταλαβαίνει τον τρόπο, που είναι οργανωμένη η ζωή, η ζωή που παντού ολόγυρα είναι καμου-φλαρισμένη μέσα στους θάμνους, μέσα στις φυλλωσιές, μέσα στα ποτάμια. Μέρα με την ημέρα ένας κόσμος άπειρα όμορφος, γεμάτος ενδιαφέρο, αποκαλύπτεται.Η ζωή της ζούγκλας μοιάζει με τη ζωή του θαλάσσιου βυθού. Όλα κινιούνται αργά αργά από δω κι από κει σα να τα σπρώχνει κανένα ρεύμα ή αντίρρευμα. Μόλις σταματήσει τίποτα, αυτό προκαλεί αμέσως την προσοχή και την υποψία. Το ίδιο στο βυθό της θάλασσας ο δύτης, ενόσω κινιέται δεν τρομάζει τα ψάρια, όταν όμως σταθεί ακίνητος προκαλεί πανικό του «εναλίου κόσμου».Μια μέρα έφτασα σ’ ένα ξέφωτο του δάσους όπου έτρεχε ένα ρυάκι. Το έδα-φος ήτανε όλο λάσπη. Κι εκεί μέσα είδα ένα κοπάδι από τα πιο περίεργα ζώα της ζούγκλας. Είχανε χρώμα ζωηρό πορτοκαλί και κεφάλια τερατώδη. Μέσα στο βα-θυπράσινο χρώμα των υδροβίων φυτών αυτά τα πορτοκαλιά ζώα κάμνανε πολύ χτυπητήν αντίθεση. Το κεφάλι τους ήτανε το μισό σχεδόν του κορμιού τους. Τα πόδια τους ήτανε χωμένα μέσα στη λάσπη και με τη μύτη τους ανασκαλεύανε τον πάτο για να βρούνε ρίζες. Απάνω στο κεφάλι είχανε χαίτη άσπρη με μακριές τρί-χες, που έφτανε ως τα καπούλια κι έπεφτε πότε δεξιά πότε αριστερά στους ώμους των. Τ’ αυτιά τους ήτανε μακριά και σουβλερά κι ετελειώνανε σε μιαν μεγάλη φού-ντα από άσπρες τρίχες, που την κινούσανε ακατάπαυτα. Κι ακατάπαυτα επίσης γρυλλίζανε από ευχαρίστηση, καθώς οργώνανε το χώμα με το ρύγχος τους. Άκουσα πως τα λιοντάρια της Αφρικής μπορεί κανείς να τα ζυγώσει πολύ κοντά την ώρα που αναπαύονται το μεσημέρι, φτάνει να τα πλησιάσει σιγά σιγά. Δεν ήξερα πως αυτή η τακτική θα μπορούσε να εφαρμοσθεί και σε ζώα πολύ μι-κρότερα και μάλιστα τόσο πονηρά και δύσπιστα όσο είναι όλα τα αγριογούρου-να. Κι όμως κατόρθωσα να τα πλησιάσω, να τα παρακολουθώ, να τα μελετώ και να μη ανησυχήσουν καθόλου. Ίσως γιατί δεν είχα επάνω μου σιδερικά (όπλα ή κι-νηματογραφική μηχανή). Γιατί το λάδι των όπλων και των μηχανών τούς χτυπάει άσκημα στη μύτη και τους γεννάει την υποψία και το φόβο.Αλλά τότε συνέβη κάτι κωμικότατο. Ένας αρσενικός ποταμόχοιρος προσπα-θούσε να κόψει μια ρίζα με τα χαυλιόδοντά του. Η ρίζα ήτανε σκληρή κι όπως έχωσε μέσα της τα δόντια του βαθιά, δεν μπορούσε πια να τα βγάλει. Κι άρχισε να στριγγλίζει, να χτυπιέται, να τινάζεται σαν… χορεύτρα μπαλέτου για να ξεκολ-λήσει. Και τότε επλησίασα απότομα για να ιδώ. Όλοι οι ποταμόχοιροι τρομάξανε και φύγανε. Και μια μάνα άρχισε να σπρώχνει τα μικρά της με το κεφάλι της, να τα χτυπάει στις γάμπες τους να τρέξουν γρηγορότερα σαν να τους έλεγε:—Φευγάτε, μη σας φάει ο Μπαμπούλας!Αλήθεια, πολύ διασκεδαστική η ζούγκλα!55ΖΩΟΛΟΓΙΚΑ 1940
19417 Μαΐου Η Α.Μ. η ΜύγαΚαλώς τηνε, το πουλί μας! Αλλά να εξηγιούμαστε. Ούτε πουλί είναι, αν και ο Λουκιανός την ονομάζει «ου το σμικρότατον των… ορνέων»,48 ούτε πρωτοέρχεται τώρα ύστερα από μακρινή απουσία. Μένει μαζί μας όλον τον χρόνο, κολλημένη στην ψυχή μας, η Α. Μ. η Μύγα. Αλλ’ αυτήν την εποχή μάς επιτίθεται «δριμυτέ-ρα» και σε αμέτρητο πλήθος. Αυτή, η «σύντροφος τω ανθρώπω υπάρχουσα και ομοδίαιτος και ομοτράπεζος»,49 τώρα το καλοκαίρι δηλητηριάζει τη ζωή του και σκοτώνει τον ύπνο του. Θα μπορούσε κανείς να την πει τέκνο του Ήλιου, όπως ήτανε ο Φαέθων. Για-τί λατρεύει τον ήλιο και τον ακολουθεί πιστά. Μεσοχείμωνα μόλις αστράψουνε τα τζάμια και ζεσταθεί ο αέρας, ξυπνάει από το λήθαργό της και «προς τον ήλιο πτερύσσεται»50 και αρχίζει να διαγράφει τα φωτεινά της σβουρίσματα γύρω από την αχτίνα του, για να ξαναχωθεί πάλι στον κρυψώνα της και να υπνώσει, μόλις κρυφτεί η πηγή του φωτός.Η μύγα είναι το μεγαλύτερο θηρίο του ζωικού βασιλείου. Κουβαλεί απάνω της και μέσα της όλων των ειδών τους θανάτους: τα μικρόβια του τύφου, της φυματί-ωσης, της λέπρας, της χολέρας, της πανούκλας, της δυσεντερίας, του σπληνάνθρα-κος, της ευλογιάς, των τραχωμάτων, των σταφυλοκόκκων, των στρεπτοκόκκων κλπ. κλπ. Κι ενώ είναι η βασίλισσα του ολέθρου, λέγεται απλώς «μυία η οικοδίαι-τος ή η κοινή»!Μικρή, σβέλτη, εξυπνότατη και… αιθερία, είναι ένα από τα πιο καλοφκιασμέ-να πλάσματα. Έχει αρμονικό σύνολο και κορμί χυτό! Άμα όμως την ιδούμε με το μικροσκόπιο μεγαλωμένη, τότε φαίνεται τι είναι: τέρας ασχημίας! Αν μάλιστα είχε τις διαστάσεις του ανθρώπου, θα ήτανε το πιο αποτρόπαιο, το πιο φριχτό και το 48 «Ἡ μυῖα ἔστι μὲν οὐ τὸ σμικρότατον τῶν ὀρνέων», έτσι ξεκινάει το Μυίας εγκώμιον του Λουκιανού.49 Μυίας εγκώμιον, 4.7.50 «ἐκπετάσασα πρὸς τὸν ἥλιον πτερύσσηται», στο ίδιο, 2.1