Return to flip book view

978-618-5234-27-0

Page 1

Page 2

Page 3

Page 4

Εκδόσεις Αρχείο, Σειρά «ΝΕΟ ΑΡΧΕΙΟ»Κείμενο: Θάνος Γ. ΠαπαθανασόπουλοςΕπιμέλεια - Διορθώσεις: Μιλτιάδης Αργυρόπουλος, Ηρώ ΔιαμαντούρουΣελιδοποίηση - Σύνθεση εξωφύλλου: Νίκος ΑλπαντάκηςΕκτυπώθηκε σε χαρτί διαπιστευμένο κατά FSC με οικολογικά μελάνια από την Macart,Μ. Βαρουξής και Σια Ο.Ε. για λογαριασμό των Εκδόσεων Αρχείο© Copyright 2021Ηρωνικός Ε.Π.Ε. - Εκδόσεις Αρχείοκαι Θάνος Γ. ΠαπαθανασόπουλοςISBN 978-618-5234-27-0Ηρωνικός Ε.Π.Ε. - Εκδόσεις ΑρχείοΜιμνέρμου 5, 10674 ΑθήναΤηλ: 210 7211187www.archeiobooks.grΕικόνα εξωφύλλου: Άποψη του Μυστρά, Vincenzo Maria Coronelli, 1686.

Page 5

ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣΚάποτε ο Μυστράς

Page 6

Page 7

Μνήμη Ντούλα ΜουρίκηΆννα ΑβραμέαΑλκμήνη Σταυρίδου-Ζαφράκα

Page 8

Page 9

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 11ΨΗΦΙΔΕΠΙΦΥΛΛΑ 13Δρ. Νικόλαος Α. Ε. Καλοσπύρος(Ιστορία και Ερμηνευτική της Κλασικής Φιλολογίας, ΕΚΠΑ)ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ 15ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ 21Ο ΠΛΗΘΩΝ ΚΑΙ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗ ΔΥΣΗ 26Η ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΥΣΤΡΑ ΚΑΙ Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΖΩΗ 29ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ 32Ο ΜΑΝΟΛΗΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΥΣΤΡΑ 33Α’ ΜΕΡΟΣΜΕΧΡΙ ΤΗ ΣΤΕΨΗ 47Ο δεσπότης του Μυστρά, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος Δραγάτς, βγαίνει από το παλάτι του και κατευθύνεται προς τον Άγιο Δημήτριο, τη Μητρόπο-λη του Μυστρά, όπου θα λάβει χώρα η τελετή της στέψης του: πρόκειται να στεφθεί αυτοκράτορας. Κατεβαίνοντας το λιθόστρωτο της Μέσης οδού, βλέπει τους Μυστριώτες να τον επευφημούν, συγκρατημένα ωστόσο, την ώρα που οι καμπάνες της πόλης ηχούν χαρμόσυνα. Ο Κωνσταντίνος γνω-ρίζει τους λόγους για τους οποίους δεν τον κάλεσαν στην Κωνσταντινού-πολη, ώστε να στεφθεί από τον Πατριάρχη στην Αγία Σοφία. Σκέφτεται επίσης την πολιτεία του, ως δεσπότης του Μυστρά, αλλά και τον αδελφό του, Ιωάννη, τον αυτοκράτορα που αντικατέστησε όταν εκείνος πήγε στη

Page 10

Δύση προς αναζήτηση βοήθειας εναντίον των Οθωμανών. Προχωρώντας, αντικρίζει ανάμεσα στο πλήθος κάποιους συμπολεμιστές του, πολλοί από τους οποίους είχαν μείνει ανάπηροι από την πολιορκία της Πάτρας και την μεγάλη ήττα στο Εξαμίλιο, πέντε χρόνια πριν. ΔΕΙΠΝΟ ΣΤΟ ΠΑΛΑΤΙ 59Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος, ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων και ο Γε-ώργιος Φραντζής δειπνούν στο παλάτι για να συζητήσουν για τελευταία φορά οι τρεις τους, αφού σε λίγες ημέρες ο πρώτος θα αποχωρήσει ορι-στικά για την Κωνσταντινούπολη. Μετά το δείπνο, ο Πλήθων βρίσκει την ευκαιρία και, μπροστά από τη βιβλιοθήκη του παλατιού, μιλάει για τους τρόπους αντιμετώπισης του τρομερού κινδύνου που απειλεί την Αυτοκρα-τορία. Τεκμηριώνει τα λόγια του αναφερόμενος σε κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Οι τρεις τους αποφασίζουν να συνεχίσουν τη συ-ζήτησή τους κάποια από τις επόμενες ημέρες τριγυρίζοντας στην πόλη.ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΤΗΡΙΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ 77Οι τρεις άντρες περπατούν μαζί στον Μυστρά που, όπως ευαγγελιζόταν ο Πλήθων, θα μπορούσε να αποτελέσει το ζωογόνο κέντρο του νέου κρά-τους. Ως ορόσημα του περιπάτου τους είχαν τα καθολικά των μονών, την οικοδόμηση και την αγιογράφηση ορισμένων εκ των οποίων θυμόταν ο Πλήθων, καθώς βρισκόταν στον Μυστρά την περίοδο της κορύφωσης της Παλαιολόγειας Αναγέννησης. Περπατούν σε οικεία μέρη σαν να βρίσκο-νται σε ώρα ανάπαυλας, μακριά από την κατήφεια της Κωνσταντινούπολης. Ξεκινούν από το καθολικό της μονής της Παντάνασσας για να καταλήξουν στη Μητρόπολη του Μυστρά, τον Άγιο Δημήτριο. Παρουσιάζονται έτσι οι εκκλησίες με τα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά που συνθέτουν τον τύπο των «εκκλησιών του Μυστρά». Μετά το τέλος της περιήγησης στην πόλη, ο Κωνσταντίνος, μόνος, πριν επιστρέψει στο παλάτι, επισκέπτεται τον τάφο της πρώτης του γυναίκας στη μονή της Αγίας Σοφίας, κοντά στο παλάτι του.ΕΝ ΠΛΩ 89Ο Κωνσταντίνος επιβιβάζεται στη Μονεμβάσια σε καταλανικό πλοίο που κατευθύνεται προς την Κωνσταντινούπολη. Θυμήθηκε ότι παλαιότερα δι-έσχισε τα ίδια νερά δύο φορές για να αναπληρώσει στα αυτοκρατορικά του καθήκοντα τον αδελφό του, Ιωάννη Η΄, όσο εκείνος απουσίαζε στην Ευρώπη. Ακολουθούσε το ίδιο δρομολόγιο όπως τότε που ταξίδευσε στη Μυτιλήνη για να νυμφευθεί την Αικατερίνη Γκατελούζο. Συνειρμικά θυμήθηκε την πρώτη του γυναίκα, τη Μαργαρίτα Τόκκου. Αναλογίστηκε τους προγόνους του οίκου του, προκατόχους του αυτοκρατορικού τίτ-λου, και προσπάθησε να θυμηθεί πώς αντιμετώπιζαν οι παλαιότεροι από αυτούς τις πολιορκίες άλλων βαρβαρικών λαών. Λίγο πριν αποβιβαστεί, αναρωτήθηκε ξανά ποιες θα είναι οι πρώτες του κινήσεις για την ενίσχυ-ση της άμυνας της Κωνσταντινούπολης, ποιους θα συναντούσε και ποιοι θα ήταν οι στόχοι του. ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ 103Το τέλος των πρωταγωνιστών της ιστορίας

Page 11

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ 121Καταγραφή των σημαντικών ιστορικών γεγονότων του Βυζαντίου και του Μυστρά. Στον πίνακα περιλαμβάνονται και επιτεύγματα στον τομέα των γραμμάτων και των τεχνών, στο Βυζάντιο και στη Δύση. Β΄ ΜΕΡΟΣΚΟΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΥΣΤΡΑ 135ΜΟΝΕΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣΠΑΝΤΑΝΑΣΣΑ 137ΠΕΡΙΒΛΕΠΤΟΣ 139 ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ - Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΥΣΤΡΑ 140 ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑ 141 ΑΓΙΟΙ ΘΕΟΔΩΡΟΙ 142 ΠΑΝΑΓΙΑ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ (ΑΦΕΝΤΙΚΟ) 143 ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ 144 ΟΙ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΜΥΣΤΡΑ 145 Ο ΜΥΣΤΡΑΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ 169 ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣΕΡΓΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ 171 GABRIEL MILLET 172 SIR STEVEN RUNCIMAN 174 ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ;ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ 177 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟ ΠΛΗΘΩΝΑ 181 ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΙΑ΄ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟ 182 ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΥΣΤΡΑ 183 ΝΕΟΤΕΡΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΥΣΤΡΑ 189ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΓΙΑ ΤΗ ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ 190 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 191

Page 12

Page 13

11ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣΤις πρώτες μου ευχαριστίες τις οφείλω στην Ηρώ Διαμαντούρου και στον Νίκο Αλπα-ντάκη, για την ένταξη του ανά χείρας πονήματος στο πρόγραμμα των Εκδόσεων Αρχείο. Ευχαριστώ ιδιαίτερα τον επισκέπτη Καθηγητή Ιστορίας και Ερμηνευτικής της Κλασικής Φιλολογίας, ΕΚΠΑ, Νικόλαο Καλοσπύρο που εξ' αιτίας της προτροπής του γραφτηκε αυτό το βιβλίο. Για τις απεικονίσεις και τη γενικότερη συμβολή της στην έκδοση, ευχαριστώ ιδιαίτερα την Έλλη Σολομωνίδου - Μπαλάνου, καθώς και την κόρη της, Σοφία Μπαλάνου. Αξίζει να σημειώσω ότι, όταν ζήτησα από τη γνωστή σκιτσογράφο τη συνεργασία της, γνώριζα τα περίφημα έργα της, με τα οποία για δεκαετίες απομνημείωνε την κίνηση των ηθοποιών στις θεατρικές παραστάσεις. Με τα σκίτσα του Μυστρά όμως, αντιλήφθηκα και τις εξαιρετικές της ικανότητες στην τοπιογραφία. Οφείλω να τονίσω ότι το βιβλίο δεν θα είχε ολοκληρωθεί, αν από την πρώτη στιγμή δεν ήταν στο πλάι μου η φίλη αρχαιολόγος Μελίνα Μπριάνα με τις αμέτρητες διορθώσεις και τις επί της ουσίας παρατηρήσεις της, κατά τη διάρκεια των ατελείωτων, μεταμεσονύκτιων κυρίως, τηλεφωνικών συνομιλιών μας. Ευχαριστώ τον Νίκο Γ. Μοσχονά, ομ. Διευθυντή Ερευνών στο Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, για τις πολύτιμες διορθώσεις και παρατηρή-σεις του. Ευχαριστώ ολόθερμα τη Γραμματέα της Εταιρείας Πελοποννησιακών Σπουδών, Ιωάννα Γιανναροπούλου, και την υπεύθυνη της βιβλιοθήκης, Γεωργία Γιαννικοπούλου, που, ακούραστα μέχρι την ολοκλήρωση του βιβλίου, μου πρόσφεραν, όποτε χρειάστη-κα, ιδανικές συνθήκες μελέτης και συγγραφής στο φιλόξενο αναγνωστήριο της Εταιρείας. Ευχαριστίες οφείλω στον θεολόγο-ψυχολόγο Γιώργο Διαμαντόπουλο για την ουσιαστική συνεργασία και τις εποικοδομητικές συζητήσεις μας. Θέλω να ευχαριστήσω τη Γεωργία Κακούρου-Χρόνη που, σε ανύποπτο χρόνο, με είχε συνεπάρει με τις ενδιαφέρουσες σκέ-ψεις της για την έμπνευση που προκάλεσε στους λογοτέχνες μας η λαμπρή βυζαντινή

Page 14

καστροπολιτεία. Θέλω να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως τον αρχαιολόγο Σταύρο Οικονομίδη για τις πολύτιμες συμβουλές του, όταν ξεκινούσα τον σχεδιασμό του βιβλίου. Καθοριστικής σημασίας για τη συγγραφή του βιβλίου ήταν η αδιάκοπη εμψύχωση της φίλης ποιήτριας Βγένας Βαρθολομαίου, η οποία και διόρθωσε τα πρωτόλεια κείμενά μου, προστατεύοντάς με από κακοτοπιές. Για την οριστική μορφή του βιβλίου, τη «δομική» αλλαγή του, από καρδιάς ευχαριστίες οφείλω στον φιλόλογο Γιώργο Τσιαπλέ. Από τη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη ολόθερμες ευχαριστίες οφείλω στην Επικεφαλής Βιβλιοθηκάριο (Senior Librarian) Ειρή-νη Σολωμονίδη, καθώς και στην Ευφροσύνη Παναγοπούλου. Ευχαριστίες χρωστώ στον Χρήστο Μπουλώτη, αυτή τη φορά επειδή κατηύθυνε τη σκέψη μου, ώστε να μπορέσω να δω με άλλο μάτι τις τοιχογραφίες του Μυστρά. Για τους χάρτες του βιβλίου, θερμές ευχαριστίες οφείλω στον σχεδιαστή Μιχάλη Σιγάλα. Την Ειρήνη Κλάψη ευχαριστώ για την πολύτιμη βοήθεια στον έλεγχο των βιβλιογραφικών παραπομπών στη Γεννάδειο Βιβλιο-θήκη. Ευχαριστώ τη Ρεβέκκα Ζέη Μουστάκη που με διαφώτισε από τη Μαγιόρκα για το κωπήλατο καταλανικό πλοίο.Ευχαριστίες οφείλω στον γραμματέα της Αρχαιολογικής Εταιρείας Βασίλειο Πετράκο και την υπεύθυνη του αρχείου, Μαρία Νίνου, για τις φωτογραφίες των σχεδίων του Α. Ορλάνδου που ευγενικά μου παραχωρήθηκαν. Χωρίς τη συμβολή όλων τους, το βιβλίο ασφαλώς δεν θα είχε ολοκληρωθεί. Εννοείται ότι για οτιδήποτε περιλαμβάνεται στο Κάποτε ο Μυστράς, η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική μου.12 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Page 15

ΨΗΦΙΔΕΠΙΦΥΛΛΑΔρ. Νικόλαος Α. Ε. Καλοσπύρος(Ιστορία και Ερμηνευτική της Κλασικής Φιλολογίας, ΕΚΠΑ)Η φθινοπωρινή νεροποντή είχε σχηματίσει το δικό της ονειρικό ψηφιδωτό, με τα φύλλα των δέντρων πακτωμένα ή επικολλημένα στα λίθινα καλντερίμια και τις πυργωτές αψίδες, που οδηγούσαν τα βήματά μας στη βυζαντινή καστροπολιτεία. Η ημερολογιακή καταγρα-φή ήθελε τον Νοέμβριο του 2016 να ανηφορίζω τις στενωπούς του Μυστρά, φέροντας στον μάρσιππο πάνω μου τον μικρό Ανδρόνικο, όνομα και κληρονομιά ελπίδας, για να ξα-ναθυμηθώ, μες στις αχλυόεσσες τολύπες που νεφέλωναν και ανάμεσα στα περιστύλια του απογευματινού ήλιου που αντιστεκόταν στους απόηχους της επικείμενης καταιγίδας, το κύκνειο άσμα του μεσαιωνικού ελληνισμού, το οποίο στοίχειωνε χώρο και μνήμη της σι-ωπηλής πολιτείας· εκεί όπου φανταζόμουν τον προτελευταίο δεσπότη της (1443-1448), τον Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο, να αναμετριέται με την κορυφαία μοίρα του τελευταίου αυτοκράτορα της Βασιλίδος των Πόλεων.Γιατί, άραγε, ο μπαρμπ’ Αλέξανδρος των γραμμάτων μας να επέλεξε κι αυτός τον ίδιο χώρο των Λακωνικών ορέων στις παραμονές της Άλωσης (1453) για να κατοχυρώσει την τραγικότερη αναζήτηση των γονέων της Γυφτοπούλας - Ελλάδας; Γιατί την έδεσε συθέ-μελα και την παρέσυρε μαζί με τον ουτοπικό Πλήθωνα κοντά στην αρχαία Σπάρτη και στο ύψωμα του Ταϋγέτου, το οποίο μετεξελίχθηκε τον 14ο και τον 15ο αιώνα σε ισχυρό πο-λιτικοστρατιωτικό και καλλιτεχνικό κέντρο συνδεδεμένο με την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά τη Δ΄ Σταυροφορία (1204); Μήπως ο Μυζηθράς - Μυστράς ζυγίζει περισσότερο από έναν πανέμορφο αρχαιολογικό χώρο της Πελοποννήσου; Ποιο είναι τώρα πια το ειδικό βάρος του για τους αχθοφόρους της σημερινής ελληνικής ταυτότητας 13ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣ

Page 16

και της επικλινούς γεωτροπικής ιστορίας; Τις σκέψεις μου συνέχισε να αναδεύει τους επό-μενους μήνες η νοερή οδοιπορία στον παραμυθώνα του Μυστρά, όταν ο μικρός μου γιος κλωθογύρευε στο σεντούκι της ιστορίας πληροφορίες για τη δόξα του φερωνύμου –κι ύστερα σου λένε τι σημασία έχει η ακεραιότητα ενός ονόματος!Έναν χρόνο προηγουμένως, η γνωριμία μου με έναν ακάματο εργάτη του πολιτισμού, με τον οποίον συμπροεδρεύσαμε στο Συνέδριο της Εταιρείας Πελοποννησιακών Σπουδών του Ναυπλίου, εγγραφόταν στα γενέθλια μιας ιδέας, η οποία θα επικυρωνόταν στην πρά-ξη με το όραμα ενός ημετέρου επιστήμονα που, μετά τον Sir Steven Runciman και τον Μανόλη Χατζηδάκη, θα απέδιδε γλαφυρά τις τελευταίες επιστημονικές μαρτυρίες για τον Μυστρά και την ιστορία του. Γιατί κάθε ιστορικός χώρος, όπως και κάθε μεγάλος συγγρα-φέας, χρειάζεται το νέο βιβλίο του για κάθε γενιά ανθρώπων…Ο Θάνος Γ. Παπαθανασόπουλος, αρχιτέκτονας του Υπουργείου Πολιτισμού, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953 και σπούδασε αρχιτεκτονική στο Παρίσι (1972-1977). Η καλλιτεχνική του σχέση με τα αρχαιολογικά μνημεία αρχίζει από το 1975, όταν, σπουδαστής ακόμα, έλαβε μέ-ρος στις εργασίες αποτύπωσης και μελέτης του ναού του Επικουρίου Απόλλωνα στις Βάσσες της Φιγαλείας. Κατά τα έτη 1982-1983 εκπόνησε την πρώτη αρχιτεκτονική αποτύπωση της ακρόπολης του φρουρίου της Πύλου, καθώς και τη μελέτη για την αποκατάσταση του ερει-πωμένου κτιρίου, προκειμένου να γίνει μουσείο που θα στέγαζε τη Συλλογή René Puaux. Από το 1980 ώς το 1983, του ανετέθη η μελέτη και η αποτύπωση τμήματος του αρχαίου βό-ρειου τείχους της Ακρόπολης, στο πλαίσιο των εργασιών της Επιτροπής Συντηρήσεως Μνη-μείων Ακρόπολης. Από το 1984 ως το 1990, ως τακτικό μέλος της Επιτροπής Συντηρήσεως του Θεάτρου του Διονύσου, είχε την ευθύνη της ομάδας εργασίας για τα εκτελούμενα έργα στο μνημείο, το οποίο αποτελεί και αντικείμενο ιδιαίτερου επιστημονικού ενδιαφέροντός του. Οργάνωσε και επέβλεψε τον καθαρισμό του αρχαιολογικού χώρου της Νότιας Κλιτύος της Ακρόπολης και ειδικότερα του Θεάτρου του Διονύσου, όπου, με εντελώς αναστρέψιμες μεθόδους, προσπάθησε να τονίσει τις αρχιτεκτονικές γραμμές για την πληρέστερη κατανόη-ση του μνημείου. Ως συγγραφέας μόχθησε για τη μελέτη, προστασία και ανάδειξη των μνη-μείων της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς: ασχολήθηκε με την περιπλάνηση στον μύθο και την ιστορία των μνημείων της αρχαίας Τεγεατικής, της Πύλου, των κλιτύων της Ακρόπολης, του πολυστύλου Τροπαίου – Ωδείου, όταν, κατά την περίοδο 478/7 π.Χ., ιδρύθηκε από τον Θεμιστοκλή το τρόπαιο της νίκης, του Σουνίου και της Λαυρεωτικής και, βεβαίως, του ιερού και θεάτρου του Διονύσου, μέσα από κομψές και λιτές μονογραφίες.Νομίζω πως η ιδέα να καταπιαστεί κάποιος με τον Μυστρά βρήκε τον ιδανικό της άνθρω-πο στο πρόσωπο και στη γραφίδα του Θάνου Παπαθανασόπουλου, διότι του επέτρεψε να υπερνικήσει φυσικά και προσωπικά εμπόδια και να αναδειχθεί κύριος των πνευματικών πε-ριστάσεων που χάρισαν στη βιβλιογραφία μας αυτό το ωραίο βιβλίο. Δεν απομένει παρά να ευχηθώ και στο Μουχλί (Νικλίον) το άγημα του συγγραφικού του βίου. Οι σκιές του Μυστρά, τις νύχτες με πανσέληνο θα σαλεύουν εγκάρσιες πια στο σύθαμπο των δικών του σελίδων.14 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Page 17

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑΣωστά λένε πως τις καλές φιλίες τις αποκτάς στα παιδικά σου χρόνια ή σε προχωρημένη ηλικία. Καθώς όμως οι δικοί μου παιδικοί φίλοι έτυχε να φύγουν πριν προλάβω να τους συμβουλευτώ, τώρα, που ο χρόνος πια πέρασε, μια φιλική προτροπή, ένα «νεύμα» από έναν φιλόλογο που, έναν χρόνο πριν, δεν γνώριζα, αποτέλεσε την αφορμή για το ανά χείρας βιβλίο με θέμα τον Μυστρά. Μετά από επανειλημμένες συζητήσεις μαζί του, κατα-λήξαμε στο συμπέρασμα πως θα μπορούσε να γραφεί ένα βιβλίο, στο πλαίσιο του οποίου η ιστορία των τελευταίων χρόνων του βυζαντινού Μυστρά θα αποτελούσε αντικείμενο μυθιστορηματικής πραγμάτευσης. Αποφάσισα να ακολουθήσω τον συγκεκριμένο τρόπο γραφής, έχοντας στον νου μου και αυτό που με σαφήνεια κάποτε είχε εκφράσει ο Στυ-λιανός Αλεξίου: «Φαίνεται πράγματι ότι οι ποιητές αντιλαμβάνονται βαθύτερα από τους ιστορικούς τη ζωή των πολιτισμών. Μπορούν να αναβιώνουν ολόκληρες εποχές. Κανείς δεν εμβάθυνε όσο ο Καβάφης στην ελληνιστική, ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο1».Έτσι και ο Yeats, στο περίφημο ποίημα Sailing to Byzantium, επέλεξε ως ιστορικό υπόβα-θρο την εποχή του ελληνικού μεσαίωνα, προκειμένου να δείξει το μέγεθος της απόστασης μεταξύ της δημιουργικής νιότης και των αφοπλισμένων γηρατειών, στα οποία δεν απομέ-νει τίποτε άλλο πέρα από το να ενδυναμώσουν την ύπαρξή τους, ιχνηλατώντας ανάμεσα στο πεπερασμένο της θνητής μας ύπαρξης και την αιωνιότητα της δημιουργίας:1 Στυλιανός Αλεξίου, «Το Άγνωστο Βυζάντιο», Νέα Εστία, τεύχ. 1812, σ. 1015.15ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣ

Page 18

ΠΛΩΡΗ ΓΙΑ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ2IΔεν κάνει αυτή η χώρα για τους γέρους.Βλέπεις τους νέους αγκαλιά,πάνω στα δένδρα τα πουλιά να κελαηδούν-θνητές γενιές-και ποταμούς και θάλασσες με ψάρια κάθε είδους.Όσο βαστά το καλοκαίρι, όλα τα πλάσματα εξυμνούν την κάθε γέννηση, τον θάνατο, την κάθε διαδοχή.Παγιδευμένα μες τη λάγνα μουσική,αδιαφορούν για το αιώνιο πνεύμα των μνημείων.IIΤι τιποτένιο πράγμα, αλήθεια, ο γέρος,σαν το κουρέλι, κρεμασμένο στο ραβδί...Αν όμως η Ψυχή χειροκροτήσει και τραγουδήσει δυνατά για τα ρετάλια της θνητής της φορεσιάς, και μετά δυνατότερα, τότε δεν είναι πια τραγούδι απλό, αλλά σπουδή για το μνημείο του δικού της μεγαλείου.Πήρα λοιπόν τις θάλασσες και πήγαστου Βυζαντίου την αγία πολιτεία.IIIΕσείς, σοφοί, που στέκεστεμες στου Θεού την άγια την πυρά2 Η ελεύθερη απόδοση στα ελληνικά είναι της Η. Διαμαντούρου. Στο ποίημα είναι σαφής η αναφορά του μεταλλικού δέν-δρου για τα τεχνητά χρυσά ή επίχρυσα πουλιά που κελαηδούσαν στην αίθουσα του αυτοκρατορικού θρόνου στο παλάτι της Μαγναύρας. Βλ. Κ. Κανάβας, «Θαυμαστές Μηχανές από την Ανατολή», Αρχαιολογία & Τέχνες 96 (2005), σ. 64-72: I - That is no country for old men. The young / In one another’s arms, birds in the trees, / —Those dying generations—at their song, / The salmon-falls, the mackerel-crowded seas, / Fish, esh, or fowl, commend all summer long / Whatever is begotten, born, and dies. / Caught in that sensual music all neglect / Monuments of unageing intellect. II - An aged man is but a paltry thing, / A tattered coat upon a stick, unless / Soul clap its hands and sing, and louder sing / For every tatter in its mortal dress, / Nor is there singing school but studying / Monuments of its own magnicence; / And therefore I have sailed the seas and come / To the holy city of Byzantium. III - O sages standing in God’s holy r e/ as in the gold mosaic of a wall, / Come from the holy re, perne in a gyre, / And be the singing-masters of my soul. / Consume my heart away; sick with desire / And fastened to a dying animal / It knows not what it is; and gather me / Into the artice of eternity. IV- Once out of nature I shall never take / My bodily form from any natural thing, / But such a form as Grecian goldsmiths make / Of hammered gold and gold enameling / To keep a drowsy Emperor awake; / Or set upon a golden bough to sing / To lords and ladies of Byzantium / Of what is past, or passing, or to come. W. B. Yeats, “Sailing to Byzantium” from The Poems of W. B. Yeats: A New Edition, edited by Richard J. Finneran. Copyright 1933, by Macmillan Publishing Company, renewed © 1961 by Georgie Yeats. Reprinted with the permission of A. P. Watt, Ltd. on behalf of Michael Yeats. Source: The Collected Poems of W. B. Yeats (1989).16 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Page 19

17ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣσαν σε χρυσό ψηφιδωτό του τοίχου,βγείτε από την άγια αυτή πυρά, στροβιλιστείτε στον καπνό,και της ψυχής μου γίνετε υμνωδοίκαι κατακάψτε την άρρωστη καρδιά μου που ποθεί,που ’ναι σφιχτά δεμένη πάνω στο ζώο που πεθαίνει,μα τ’ αγνοεί. Και πάρτε με στην αιωνιότητα μαζί σας.IVΑπό τη φύση μόλις βγωδεν θα ξαναδεχθώ από κανένα πλάσμα σώματος μορφή,μόνο μαλαματένια και σφυρήλατη χρυσή,που θα ’χει γίνει από Έλληνα τεχνίτηγια να κρατήσει αυτοκράτορες για πάντα ξυπνητούςή, πάνω σε χρυσό κλαδί, να τραγουδήσεισε άρχοντες κι αρχόντισσες του Βυζαντίουγι’ αυτά που έφυγαν, ή που περνούν, ή που θα ’ρθούν.Στη σταδιοδρομία μου είχα επικεντρωθεί σε θέματα της αρχαιότητας, ποτέ στο Βυζάντιο3. Έτσι θεώρησα δημιουργική πρόκληση την πρόταση του όψιμου φίλου μου, προσθέτοντας όμως στο βιβλίο και τις πολύτιμες αναφορές των αρχαιολογικών ερευνών και πορισμάτων που έχουν καταγραφεί στην αρχαιολογική και ιστορική αρθρογραφία και βιβλιογραφία, γιατί εμπεριέχουν τη γοητεία της αποκάλυψης τεκμηρίων για την ανασύνθεση ενός οριστι-κά χαμένου κόσμου και την πλήρωση των κενών που, ενίοτε, αφήνουν οι ιστορικές πηγές. Η πρώτη μου επαφή με τον κόσμο του Βυζαντίου έγινε από το σχολικό εγχειρίδιο του Κώ-στα Καλοκαιρινού4 και από τα κλασικά μυθιστορήματα που διαδραματίζονται στην περίοδο της Φραγκοκρατίας και την τελευταία περίοδο του Βυζαντίου, όπως, μεταξύ άλλων, το Στα χρόνια της Κουγκέστας, την Πριγκιπέσα Ιζαμπώ και τον Μαύρο Άγγελο. Η πρόταση του φίλου μου γινόταν όλο και πιο συναρπαστική καθώς έπαιρνε μορφή στη φαντασία μου: θα ήταν μια «επίσκεψη» στον Μυστρά, συνοδεία αυτών των λογοτεχνών και επιστημόνων που κατέγραψαν τη δημιουργική έμπνευση που ακτινοβολεί αυτός ο τόπος.* * *Από τις πρώτες μου συστηματικές βιβλιογραφικές αναζητήσεις επιβεβαίωσα –αν και μου ήταν φυσικά γνωστό– πως όλα τα σχετικά με τον Μυστρά έχουν ερευνηθεί εξαντλητικά 3 Οι, κατά κάποιο τρόπο, σχετικές συγγραφικές μου προσεγγίσεις είναι το άρθρο για την «Εκκλησία των Αγίων Αναρ-γύρων στη Στεμνίτσα», στη σειρά του Ε.Μ.Π. Εκκλησίες μετά την Άλωση, Αθήνα 1983 και το βιβλίο Πύλος - Πυλία, 2003, στο οποίο αναφέρθηκα στη Μεσαιωνική Ιστορία περιγράφοντας το Παλαιόκαστρο, το φραγκικό δηλαδή κά-στρο του Ναβαρίνου, καθώς και τη γοτθική εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, στο φρούριο της Μεθώνης.4 Αναφέρομαι στο βιβλίο του Ρωμαϊκή και Βυζαντινή Ιστορία 146 π.Χ.-1453 μ.Χ. Αθήνα 1969.

Page 20

από κορυφαίους δασκάλους της αρχαιολογίας, της ιστορίας των τεχνών και της αρχιτεκτο-νικής. Αποφάσισα λοιπόν να ασχοληθώ με την ταξινόμηση, ή καλύτερα τη συγκεκριμενο-ποίηση, των σκέψεων και των συναισθημάτων που μου προκαλεί το φυσικό και το ιστο-ρικό περιβάλλον, το αποκρυσταλλωμένο στα οικοδομικά υπολείμματα της Βυζαντινής πό-λης. Της μοναδικής πόλης, εκτός βέβαια της Βασιλεύουσας, που έχει συνδεθεί όσο καμία άλλη με τους Παλαιολόγους, αρχής γενομένης από τον πρώτο της δυναστείας, τον Μιχαήλ Η΄, που είχε την ιδέα να μετατρέψει τον φυσικά οχυρό λόφο με το φραγκικό κάστρο στην κορυφή του σε ισχυρό βυζαντινό προκεχωρημένο φυλάκιο στον Μοριά. Από τότε που, εκτός από τον Μυστρά, τα φρούρια Μονεμβάσιας, Μαΐνης και Γερακίου επανήλθαν στη δικαιοδοσία της βυζαντινής εξουσίας, ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος επιδίωξε την αναβάθμισή τους, συνοδεύοντας το εγχείρημα με μια αλλαγή στα εκκλησιαστικά πράγματα του Μο-ριά. Γνωρίζοντας πως η ορθόδοξη πίστη αποτελούσε τον κύριο συνδετικό παράγοντα της αυτοκρατορίας του, κατήργησε την αρχιερατική έδρα της Πελοποννήσου που βρισκόταν στην Κόρινθο, αναβάθμισε την επισκοπή της Μονεμβάσιας σε Μητρόπολη και μετέθεσε την παλαιά μητρόπολη Λακεδαιμονίας στον Μυστρά. Σημειωτέον ότι στη Σπάρτη ασκούσε ακόμα τα καθήκοντά του ο Λατίνος επίσκοπος, ίσως έως το 1292, παρότι η φραγκική εξουσία είχε καταλυθεί στην περιοχή προ πολλού. Η πρώτη, και επομένως η παλαιότερη, εκκλησία που οικοδομήθηκε στον Μυστρά ήταν, όπως είναι αυτονόητο, η Μητρόπολη, η οποία αφιερώθηκε στον Άγιο Δημήτριο, τον προστάτη Άγιο των Παλαιολόγων. Έπειτα από αυτήν, το μητροπολιτικό μέγαρο δεν άργησε να ιδρυθεί. * * *Μόλις ξεκίνησα να γράφω για τον Μυστρά αναδύθηκαν και παλιές συσσωρευμένες, ξε-χασμένες νόμιζα, εντυπώσεις, εικόνες, αλλά και συναισθήματα παραγκωνισμένα, γεννη-μένα από τότε που πρωτοείδα την ερειπωμένη πόλη, όταν, για ένα μικρό διάστημα, τo καλοκαίρι του 1969, έμεινα στον μοναστηριακό ξενώνα μαζί με τον πατέρα μου, ο οποίος είχε μετατεθεί από την Αρχαιολογική Εφορεία της Ολυμπίας στην αντίστοιχη της Σπάρτης.Είχε προϋπάρξει ωστόσο και μια «κειμηλιακού χαρακτήρα» οικειότητα με τον χώρο, προ-ερχόμενη από τους πίνακες στο σπίτι μου, του αγιογράφου Παντελή Ζωγράφου, αδελφού του φυσικού πατέρα τού πατέρα μου, με θεματογραφία από τον Μυστρά. Οι ζωγραφιές και τα σχέδια του ιερού χώρου έγιναν ακόμα πιο συναρπαστικά όταν διάβασα τη μελέτη του Ζωγράφου για την τεχνική παρασκευής των χρωμάτων που χρησιμοποιούσαν οι βυ-ζαντινοί αγιογράφοι5.Σχετικά με το Βυζάντιο, όπως και για τον Πόντο, με εντυπωσίαζε πάντοτε ο λόγος του οι-5 Ο Ζωγράφος (1878-1935) σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών και το 1902 επισκέφθηκε το Άγιον Όρος. Αργότερα ταξίδεψε στη Ρωσία, όπου μελέτησε τη σύγχρονη ρωσική αγιογραφία. Δίδαξε σε γυμνάσια της Σπάρτης. Δίδαξε επί-σης βυζαντινολογία και ιστορία της τέχνης στο College of the City of New York. Παρουσίασε το έργο του σε ατομικές εκθέσεις και το 1938 διοργανώθηκε αναδρομική έκθεση του έργου του στην αίθουσα Στρατηγοπούλου. Πήρε μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και δημοσίευσε μελέτες για μνημεία βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης.18 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Page 21

κογενειακού μας φίλου Ιορδάνη Παμπούκη6 που, όποτε μας επισκεπτόταν, μιλούσε αστα-μάτητα και με γοητευτικό τρόπο, αφηγούμενος ιστορίες για την πατρίδα του, τα μνημεία της και τους συμπατριώτες του, συνδέοντάς τα όλα με το Βυζάντιο. Θυμάμαι χαρακτηρι-στικά μια συζήτηση των γονιών μου μαζί του, γύρω από ένα κεφάλαιο του βιβλίου του Βασίλιεφ «Η Ίδρυση της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντος 1204-1222», που είχε παλαι-ότερα μεταφράσει ο ίδιος7. Δεν ξέχασα ποτέ το πρώτο «μάθημα» του Παμπούκη, ειπωμένο με τη χαρακτηριστική, βροντερή φωνή του: «η ιστορία δεν γεννιέται από μόνη της, δεν περνά πάνω απ’ το κε-φάλι μας, ούτε χάνεται σαν το νερό ανάμεσα στα δάχτυλά μας, αλλά ούτε και διαμορφώνε-ται από τους θεούς ή βρίσκεται κάπου στον κόσμο της ειμαρμένης. Δημιουργείται από τις αποφάσεις που λαμβάνονται, όχι σωστά ή λάθος, αλλά κάθε φορά ανάλογα με τον συσχε-τισμό των δυνάμεων, τις ανάγκες και την πίεση που ασκείται για την ικανοποίησή τους.»* * * Όταν λοιπόν βρέθηκα μπροστά στη μικρή, αλλά εξαιρετικά σημαντική καστροπολιτεία, αποφάσισα να ακολουθήσω τον δρόμο μιας διττής πραγμάτευσης. Θα εντρυφούσα στον μνημειακό πλούτο της πόλης με οδηγό τα έργα του πρώτου μελετητή του Μυστρά, Gabriel Millet, και ιδίως του Αναστάσιου Ορλάνδου, ο οποίος, περισσότερο από όλους, μελέτησε συστηματικά, σχεδίασε και σχολίασε τα Βυζαντινά οικοδομικά υπολείμματα, ανοίγοντας διάπλατα τους δρόμους της έρευνας για τους νεότερους μελετητές.Ο δεύτερος, παράλληλος τρόπος προσέγγισης, θα ήταν η αναπαράσταση μιας υποθετικής, σπάνιας στιγμής στην ελληνική ιστορία, που είναι η περίοδος των δύο δεκαετιών από τότε που ο Κωσταντίνος Παλαιολόγος, έχοντας μαζί του τον Γεώργιο Σφραντζή, έφτασε στον Μυστρά και συναντήθηκε με τον Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα, ο οποίος βρισκόταν εκεί πε-ρισσότερο από δυόμισι δεκαετίες. Πρόκειται δηλαδή για τη συνάντηση τριών ανδρών που σχετίζονται άμεσα με τον Μυστρά και, συγχρόνως, με το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρα-τορίας: του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, δεσπότη της πόλης και τελευταίου Ρωμαίου αυ-τοκράτορα της Ελληνικής Μεσαιωνικής Αυτοκρατορίας, του Γεώργιου Σφραντζή, πάντοτε μαζί του φίλου και, ενίοτε, αξιωματούχου του κράτους, και του νεοπλατωνιστή Γεώργιου Γεμιστού Πλήθωνα, της σημαντικότερης πνευματικής προσωπικότητας της εποχής του, που διήνυε την όγδοη δεκαετία της ζωής του. Η ιστορία και των τριών είναι γνωστή. Για τον Κωνσταντίνο: από τον Σφραντζή και τους άλλους ιστορικούς της Άλωσης, Μιχαήλ Δούκα και Λαόνικο Χαλκοκονδύλη. Για τον ίδιο τον Σφραντζή: από το έργο του τις δύο εκδοχές του Χρονικού του. Για τον Πλήθωνα, στον οποίο ο Σφραντζής δεν αναφέρεται καθόλου, έχουμε 6 Γεννημένος στην Οινόη του Πόντου, ο Ιορδάνης Παμπούκης (Βαμβακίδης) ήταν δεινός φιλόλογος και λαογράφος (1914-1986), ακούραστος μελετητής που, για πολλά χρόνια, διετέλεσε διευθυντής της βιβλιοθήκης της Ακαδημίας Αθηνών.7 A. Vasiliev, Η ίδρυση της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας (1204-1222), μετάφραση Ιορδάνης Παμπούκης, εκδ. Λουκάτος, Αθήνα 1947. Ο Παμπούκης δημοσίευσε από το έργο τού Vasiliev το κεφάλαιο «Η ίδρυση της Αυτοκρατο-ρίας της Τραπεζούντας (1204-1222)» στα Ποντιακά 1, σ. 7-71. Αθήνα 1947.19ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣ

Page 22

πληροφορίες κυρίως από το συγγραφικό του έργο, αλλά και τον αντίπαλο –και παλαιότερα μαθητή του– Γεώργιο Γεννάδιο Σχολάριο. Οι πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους είναι ελάχιστες, όπως άλλωστε είναι αναμενόμενο. Επομένως, οποια-δήποτε σχετική αναφορά στο Κάποτε ο Μυστράς είναι μυθοπλαστική.* * *Οι διάλογοι των τριών πρωταγωνιστών και οι συλλογισμοί του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ που παραθέτω στην αφήγησή μου, προέρχονται από τις επιλογές της ζωής τους, όπως αυτές προκύπτουν από τις πηγές και τη σχετική εντρύφησή μου στη βιβλιογραφία. Εκτός από τα ιστορικά γεγονότα που καταγράφονται στον Χρονολογικό Πίνακα του Κάποτε ο Μυστράς, ο χρόνος των συζητήσεων και των σκέψεων των πρωταγωνιστών είναι σχε-τικός, καθότι υπόκειται στις συγκεκριμένες ανάγκες του μυθιστορηματικού χρόνου. Από το Παλάτι μέχρι τη Μητρόπολη μπορεί να χρειάζονται δέκα λεπτά, εδώ όμως κρατά ένα ολόκληρο πρωινό. Μια συζήτηση μπορεί ασφαλώς να κρατήσει όλη τη νύχτα, μια τέτοια νύχτα όμως, όταν υπάρχει ενδιαφέρον και συναισθηματική φόρτιση, μπορεί να διασταλεί.20 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Page 23

21ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑΜετά από τρεισήμισι αιώνες τουρκικής κατοχής, από το 1460 έως την Απελευθέρωση, τι έχει μείνει από τη βυζαντινή καστροπολιτεία; Τι απέμεινε έπειτα από δύο ολοκληρωτικές καταστροφές, η πρώτη στα Ορλωφικά8 και η άλλη, μισό αιώνα αργότερα, στην επιδρομή του Ιμπραήμ9; Είναι οι δύο καταστροφές στις οποίες οφείλεται το γεγονός ότι, εκτός από τα οικοδομήματα που πυρπολήθηκαν, χάθηκαν και όλα τα έγγραφα που μπορεί να είχαν σωθεί, όπως τα μητρώα της οθωμανικής πόλης, φορολογικοί κατάλογοι, τα εκκλησιαστικά χρονικά, σημειώματα, επιστολές και κάθε είδους έγγραφο υλικό.Τίποτα δεν έμεινε. Ίσως αρκετά από τα κατάλοιπα των οικοδομημάτων που αντικρίζουμε σήμερα να προέρχονται από τους βυζαντινούς χρόνους. Είναι αυτονόητο ότι τα σημαντι-κότερα και ασφαλέστερα στη χρονολόγηση οικοδομικά τεκμήρια, εκτός από το κάστρο στην κορυφή του λόφου και ίσως τα τείχη στις πλαγιές, είναι οι ιδρυμένες και αγιογρα-φημένες, από το τέλος του 13ου έως τις αρχές του 15ου αι., εκκλησίες, περίτεχνες στην αρχιτεκτονική και την αγιογράφησή τους. Μερικές είχαν μετατραπεί σε τζαμιά, με έναν μιναρέ στο προαύλιό τους, αν και σήμερα δεν σώζονται πολλά στοιχεία που να θυμίζουν το πέρασμα των Οθωμανών από τον Μυστρά. Είναι και οι δρόμοι του Μυστρά αιώνιοι: η χάραξή τους παραμένει η ίδια, η αρχική, αφού οι υψομετρικές καμπύλες, βάσει των οποίων δημιουργήθηκαν, δεν άλλαξαν. Οι δρόμοι 8 Οι Τουρκαλβανοί πυρπόλησαν τον Μυστρά το 1770.9 Τον Σεπτέμβρη του 1825, ο Ιμπραήμ πυρπολεί για άλλη μία φορά τον Μυστρά και σφαγιάζει τους κατοίκους του. Έχουμε σαφή μαρτυρία από τον τελευταίο εν Μυστρά μητροπολίτη Λακεδαιμονίας, Δανιήλ, ότι τότε καταστρέφεται μεγάλο μέρος του Αγ. Δημητρίου. Ωστόσο, οι κάτοικοι ανοικοδόμησαν στοιχειωδώς τον οικισμό, τουλάχιστον της Κάτω Χώρας, έτσι ώστε να εορταστεί εκεί το Πάσχα του 1828. Για τη χρονολόγηση του Αγ. Δημητρίου, βλ. Αρβανι-τόπουλος 2004, σ. 473 και 478.

Page 24

22 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣπαρέμειναν οι ίδιοι από τότε που ιδρύθηκε, ή καλύτερα σχεδιάστηκε, το «μέγα δυναμά-ρι», όπως χαρακτηριστικά ονομάζεται το κάστρο στο Χρονικό του Μορέως (στ. 2988) ή, ακόμα καλύτερα, από τότε που ο σιδηρόφρακτος ψηλός ξανθός Γάλλος, ο ιππότης Γου-λιέλμος Βιλλεαρδουίνος (Guillaume II Villehardouin), τα χαράματα μιας μέρας του 1249, έφτασε στην κορυφή του λόφου, ακολουθώντας ένα μονοπάτι επάνω στο άλογό του.Από εκεί, κατοπτεύοντας τον χώρο προς την κοιλάδα του Ευρώτα, ο Βιλλεαρδουίνος πρόσεξε το πλάτωμα στα μισά της πλαγιάς. Τότε ασφαλώς σκέφτηκε ότι στο σημείο όπου βρισκόταν θα οικοδομούσε το κάστρο του και, χαμηλότερα, στο μοναδικό μέχρι τα ριζά πλάτωμα, το παλάτι του. Οικοδόμησε το κάστρο, ίσως έβαλε και τα θεμέλια του παλατιού του, δεν χάρηκε όμως πολύ τη νέα οχυρή του θέση. Δέκα χρόνια αργότερα, στη μάχη της Πελαγονίας, ηττήθηκε, αιχμαλωτίστηκε από τους Βυζαντινούς του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου και, για να απελευθερωθεί, αναγκάστηκε να παραχωρήσει το κάστρο του Μυστρά μαζί με τη Μονεμβάσια και τη Μεγάλη Μάινα στο πέρας του ακρωτηρίου Ματαπά, στη Μάνη. Γρή-γορα παραχωρήθηκε στους Βυζαντινούς και το κάστρο στο Γεράκι, στα νοτιοανατολικά του Μυστρά. Οι Φράγκοι ωστόσο εξακολουθούσαν να διαβιούν στον Μοριά. Κατείχαν άλλωστε και τη γειτονική Λακεδαίμονα. Οι Έλληνες της περιοχής σταδιακά έφευγαν, αναζητώντας ασφάλεια στην οχυρωμένη πολιτεία, όπου θα διοικούνταν από ομοεθνή και ομόδοξό τους. Έτσι, άρχισαν να δημιουργούνται στις πλαγιές του λόφου, συχνά γύρω από τις εκκλησίες, οικιστικές ενότητες που γρήγορα έδωσαν τη θέση τους σε μια οργανωμένη πόλη, η οποία, μετεξελισσόμενη στο σημαντικότερο πολιτικό, πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο του Μο-ριά, κατέληξε να αποτελεί, χωρίς υπερβολή, το υγιέστερο τμήμα της αυτοκρατορίας. Αρχικά εστάλησαν από την Κωνσταντινούπολη στον Μυστρά, ως επικεφαλής της πόλης, οι στρατηγοί τους οποίους αποκαλούσαν «κεφαλές». Οι κεφαλές ήταν οι εκπρόσωποι της βυζαντινής εξουσίας στον Μοριά. Αργότερα αντικαταστάθηκαν από μέλη της οικογέ-νειας των αυτοκρατόρων. Έτσι ο Μυστράς διοικήθηκε από τον Μανουήλ Καντακουζηνό (1349-1380), από τον αδελφό του, Ματθαίο (1380-1383), και αργότερα από τους Πα-λαιολόγους Θεόδωρο Α΄ (1384-1407), Θεόδωρο Β΄ (1407-1443), από τον μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ΄ (1443-1448) και, τέλος, από τον Δημήτριο Παλαιολόγο (1449-1460), ο οποίος συνέδεσε το όνομά του με τη θλιβερή διαδικασία παράδοσης της πόλης στον Μωάμεθ Β΄.Σήμερα στην πόλη σώζονται οι δρόμοι, τα παλάτια των δεσποτών, τα μέγαρα των αρχό-ντων, επτά μονές με τα καθολικά τους, ερείπια άλλων εκκλησιών, καθώς και εκατοντά-δων σπιτιών και οικοδομικών έργων. Ο Μυστράς είναι συνεπώς ένα από τα σημαντικά μνημεία της Ελλάδας, αφού διατηρεί εξαιρετικά λείψανα θρησκευτικής, οχυρωματικής και κοσμικής αρχιτεκτονικής.* * *Είχα την τύχη να συζητήσω για τον Πλήθωνα με τον καθηγητή Κοινωνιολογίας και Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού Γιώργο Καββαδία, ο οποίος είχε γράψει για τον βίο

Page 25

23ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣκαι το έργο του νεοπλατωνικού Βυζαντινού φιλόσοφου. Τον ρώτησα ιδιαίτερα για το από-σπασμα του Πλήθωνα που μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση: «H γη κατά φύση ανήκει σε όλους και κανείς δεν μπορεί να αξιώσει να αποκτήσει έγγειο ιδιοκτησία σε κανένα τμήμα της. Αντίθετα δικαιούται ο καθένας να κατέχει και να νέμεται ένα τμήμα γης εφόσον και όσο διάστημα το καλλιεργεί και το αξιοποιεί…» και ότι «κανείς δεν μπορεί να παρενοχλεί κανέ-ναν κατά την άσκηση της εκ μέρους του νομής ακινήτου αν φυτεύει και αροτριώνει ή χτίζει σ’ αυτό. Μπορεί δε μόνος ν’ απολαμβάνει τους καρπούς του, αφού φυσικά αφαιρεθούν από αυτούς τα ποσοστά που οφείλει για τα κοινά-φόρους, συντήρηση στρατιώτου κ.τ.λ.». Και σχολιάζει ο Καββαδίας: «Μεγάλη ιδιοκτησία ή ιδιοκτησία αξιοποιούμενη διά μέσου άλλων ή σχολάζουσα χέρσα γη, αποβαίνουν περιπτώσεις αδιανόητες στο σύστημα του Πλήθωνος10». Ασφαλώς δηλαδή ο Πλήθων διαμόρφωσε τις περί κοινοκτημοσύνης και περί φυσικού δικαίου απόψεις του κάτω από την καταλυτική επιρροή της αρχαίας ελληνικής σκέψης, όπως την ποίηση του Σόλωνα και του Αριστοφάνη ή τον πολιτικό και φιλοσοφικό λόγο του Αντιφώντα11. Η αγάπη του Πλήθωνα για τα κλασικά γράμματα και οι αμέτρητες εικόνες που είχε σχηματίσει στο μυαλό του για την Αθήνα και τη Σπάρτη, υποθέτω ότι γέννησαν και την επιθυμία του να αξιωθεί κάποτε, μόλις θα παρουσιαζόταν η ευκαιρία, να επισκεφθεί την Αθήνα. Έτσι, στο ταξίδι που τον έφερε γύρω στο 1407 από την Κωνσταντινούπολη στον Μοριά, υποθέτω πως αποβιβάστηκε στον Πειραιά και επισκέφθηκε την Αθήνα για να περπατήσει ανάμεσα στα μνημεία που γνώριζε από τον Παυσανία και τους άλλους συγγραφείς που αναφέρονταν σε αυτά. Ο Πλήθων, ως γνώστης της ελληνικής γραμματείας, ιδιαίτερα του έργου του Πλά-τωνα, του Αριστοτέλη και των συγγραμμάτων του Πλούταρχου σχετικά με την Σπάρτη και την πολιτεία της, ένιωθε ασφαλώς ιδιαίτερη συγκίνηση για τη μελλοντική του παραμονή στη Λακωνία. Ήξερε καλά τη δυσκολία εφαρμογής των κοινωνικών αλλαγών του Λυκούργου και των μεταρρυθμιστικών αγώνων του Άγιδος και του Κλεομένους, των δύο τελευταίων ιδεολόγων βασιλέων που απέτυχαν και γι’ αυτό σφαγιάστηκαν μαζί με τις οικογένειές τους.* * *Ήταν αυτονόητο επίσης ότι θα με απασχολούσε ιδιαίτερα η συμμετοχή του Πλήθωνα στη σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439) ως μέλους της βυζαντινής αντιπροσωπείας στην τελευταία απόπειρα για την ένωση των δύο Εκκλησιών. Ο Ιωάννης Η΄, ταξιδεύοντας για την Ιταλία, έκανε στάση στις Κεγχρεές, διέσχισε τη χώρα έφιππος και συνάντησε τους δεσπότες Θεόδωρο και Θωμά που συγκρούονταν, τους οποί-10 Καββαδίας 1987, σ. 110-111.11 Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθεί ότι, όπως σημειώνει ο Αριστοτέλης (Αθηναίων Πολιτεία 5, 2), ο Σόλων σε ελεγεία του έγραφε πως καίγονταν τα σωθικά του από τον πόνο που του προκαλούσαν οι κοινωνικές αντιθέσεις που ρήμαζαν τη χιλιόχρονη γη της Ιωνίας. Βλ. και αντίστοιχο λόγο στο Αριστοφάνης, Πλούτος στ. 535-546, Λυσιστράτη στ. 127 και Αντιφών Περί Αληθείας Β 44.

Page 26

24 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣους και νουθέτησε με κήρυγμα για την αδελφική αγάπη. Στη συνέχεια πήρε μαζί του τον Πλήθωνα, επιβιβάστηκε στο λιμάνι του Ναβαρίνου που κατείχαν οι Ενετοί και συνέχισε το ταξίδι του12. Δεν ήταν ο μόνος από την οικογένεια των Παλαιολόγων που αγωνίστηκε, προ-κειμένου να πείσει όσους μπορούσε από τους ηγέτες της Ευρώπης για την ανάγκη οργάνω-σης μιας χριστιανικής αντιοθωμανικής Σταυροφορίας. Είχαν προηγηθεί τα μέλη του στενού κύκλου της οικογένειάς του: ο πατέρας του, Μανουήλ Β΄, και ο παππούς του, Ιωάννης Ε΄.Όπως μας πληροφορεί ο Συλβέστρος Συρόπουλος13, όταν η αποστολή των Ελλήνων έφτα-σε στη Βενετία, ο Ιωάννης Η΄, όπως και ο πατριάρχης Ιωσήφ Α΄, έτυχε λαμπρής και μεγαλειώδους υποδοχής από τον δόγη, ο οποίος τους καλωσόρισε με το πλοίο του «Βου-κένταυρο» και τους συνόδευσε ο ίδιος στην εκκλησία του Αγίου Μάρκου. Μπροστά στην εικόνα των κλεμμένων αντικειμένων που κοσμούσαν την εκκλησία του πολιούχου της Γαληνοτάτης, οι Βυζαντινοί ένιωσαν δυσάρεστα συναισθήματα, αθυμία και λύπη και κατή-φεια, όπως λέει χαρακτηριστικά ο Συρόπουλος14. Ο Συρόπουλος προσυπέγραψε την Ένωση των Εκκλησιών αλλά, όπως και άλλοι, μετάνιω-σε ήδη από τη στιγμή κατά την οποία κατάλαβε το μέγεθος της αντίδρασης που προκάλεσε η συμφωνία αυτή, στις στάσεις που έκανε το πλοίο κατά το ταξίδι της επιστροφής στην Κέρκυρα, τη Μεθώνη, την Εύβοια15 και τη Λήμνο...Τα συναισθήματα βάρυναν περισσότερο όταν βρέθηκαν στο εσωτερικό της εκκλησίας και αντίκρισαν τον χρυσό και τα έργα τέχνης που, κάποτε, στόλιζαν εκκλησίες της Κωνστα-ντινούπολης και τώρα βρίσκονταν εδώ, λεηλατημένα16. Την επομένη, ο αυτοκράτορας 12 Miller 1960, σ. 473. 13 Ο Συρόπουλος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1401. Από νεαρή ηλικία μπήκε στην υπηρεσία του Πατριαρ-χείου ως διάκονος, σχετικά γρήγορα εξελίχθηκε σε μέγα εκκλησιάρχη και δικαιοφύλακα. Μετείχε στη σύνοδο Φερρά-ρας-Φλωρεντίας, της οποίας τα χρονικά κατέγραψε στα απομνημονεύματά του, βλ. V. Laurent (ed.), Les “Mmoires” du Grand Ecclsiastique d’glise de Constantinople Sylvestre Syropoulos sur le Concile de Florence (1438-1439), CNRS Παρίσι 1971, σ. 222, 19-224, 4.14 Το ξάφνιασμα που προκαλούσαν τα τέσσερα χάλκινα άλογα, τοποθετημένα σε περίοπτη θέση της εκκλησίας του Αγιου Μάρκου, περιγράφεται –αποκαλυπτικά, θα μπορούσε να ειπωθεί– και στο έργο Διήγησις της Φουμιστής Βενε-τίας, εκδ. Φαίδων Μπουμπουλίδης, Αθήνα 1967, σ. 181-190:Πολλ ’τον μγας κα ’ψηλς κα ’πεικασμνος ρχος, πο ’δωσεν κα τν βουλν κ̓ κτστη  γιος Μρκος. Τ τσσερα λογα, φριξα τς Πόλης καμωμνα, κενα τ παρξενα τ ’μορφοκαμωμνα, πς στκονται πανωθες ’ς τν πόρταν φορτωμνα, κα φανετα σε πιλαλον τ παρδοφουμισμνα. πανωθεός των κεινν στκονται ο Προφται….15 Καββαδίας 1987, σ. 110-111.16 Η Βενετία έχει πολλά βυζαντινά στοιχεία. Εκτός από την Pala d’oro, ανακατασκευασμένη στη Βενετία, υπάρχει ακόμη η (αυτοκρατορική) εικόνα της Παναγίας Νικοποιού στον Άγιο Μάρκο και πλήθος άλλων κειμηλίων από την Κωνσταντινούπολη και άλλα μέρη. Η ολόχρυση Pala d’ oro κοσμεί την αγία τράπεζα του Αγίου Μάρκου. Είναι περι-ώνυμο σκεύος, είδος μετόπης της εποχής των Κομνηνών, στην οποία αποκαλύπτονται οι εξαιρετικές ικανότητες του χρυσοτέχνη. Σε αυτό το μοναδικό σκεύος παριστάνονται Άγιες σκηνές, συνδυάζοντας σμάλτο, χρυσό, επιχρυσωμένο ασήμι και πολύτιμους λίθους.

Page 27

25ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣΙωάννης και ο Πλήθων βρήκαν την ευκαιρία να περιηγηθούν και μόνοι τους στην πόλη των τεναγών γιατί, τόσο τη Βενετία, όσο και κάθε πόλη που επισκέπτονταν στην Ιταλία, επιδίωκαν να τη γνωρίσουν όσο καλύτερα μπορούσαν17. Στη Βενετία είδαν από τις γόνδολες τα μέγαρα που αναδύονταν μέσα από το νερό. Παράλληλα όμως, και ο Ιωάννης και ο Πλήθων, έβλεπαν ότι εδώ αναδυόταν μια εμπνευ-σμένη διάθεση που εκφραζόταν στην τέχνη και στην αρχιτεκτονική. Ήταν κάτι που, αλ-λού λιγότερο και αλλού περισσότερο, γινόταν αισθητό και στις άλλες πόλεις της Ιταλίας, από τις οποίες πέρασαν πηγαίνοντας στη Φερράρα. Αυτό το διαφορετικό πνεύμα ήταν εμφανές στις συζητήσεις με τους Ιταλούς λογίους. Στη Φλωρεντία ο Ιωάννης ενημερώ-θηκε από παράγοντες της πόλης για την πορεία της οικονομίας στην Ευρώπη και τους νέους θαλάσσιους και χερσαίους εμπορικούς δρόμους, όπου οι πόλεις της Τοσκάνης έπαιζαν σημαντικό ρόλο (σ. 38: χάρτης της Ευρώπης με το Χανσεατικό εμπόριο).Ο Πλήθων, από τον πρώτο καιρό που παρευρέθηκε στη Φερράρα, και αργότερα στη Φλωρεντία, αντιλήφθηκε το άκαρπο των συνεδριάσεων με τους εκπροσώπους του Πάπα. Θεωρώντας ότι οι συζητήσεις ήταν ανούσιες και πληκτικές, δεν τον ενδιέφερε από ένα σημείο και μετά να τις παρακολουθήσει. Γεμάτος από ενδιαφέροντα, αεικίνητος και ακούραστος καθώς ήταν, βρήκε την ευκαιρία να γνωρίσει καλύτερα τη σπουδαία πόλη του Δάντη. Υπέθεσα ότι ζήτησε από τους Ιταλούς φίλους του να τον οδηγήσουν στις εκκλησίες με τις τοιχογραφίες σύγχρονών του, αλλά και παλαιότερων ζωγράφων, για τους οποίους ήταν ενημερωμένος αλλά δεν είχε δει το έργο τους. Γνώριζε τον Φλωρεντινό Τσένι ντι Πέπο (Ceni di Pepo, με το ψευδώνυμο Τσιμαμπούε, 1240-1302), τον τελευταίο από τους μεγάλους καλλιτέχνες που μαθήτευσαν στο πλευρό Ελλήνων Βυζαντινών καλλιτεχνών, οι οποίοι και τον επηρέασαν καταλυτικά στο έργο του. Ο Πλήθων ήταν ενήμερος και για τον μαθητή του Τσιμαμπούε, Τζιόττο (Giotto di Bondone, 1267-1337), με του οποίου τη νωπογραφία της Ένθρονης Παναγίας στην εκκλησία των Αγίων Πάντων (Ognissanti) σάστισε: είδε μια γυναίκα με το νεογέννητο μωρό στην αγκαλιά, το στήθος της λεχώνας να διαγράφεται κάτω από τον μανδύα και τα χείλη της να είναι ελαφρά ανοιχτά, ώστε να διακρίνεται το χαμόγελό της, μέχρι και λίγο από τα δόντια της. Είχε ακόμη και το αριστερό της μάτι να βλέπει πέρα μακριά, προς το σκληρό πεπρωμένο του γιου της, του αίροντος τις αμαρτίες του κόσμου, ενώ το άλλο έβλεπε αυτόν που θαυμάζει τη σύνθεση18. Είδε τις νωπογραφίες του Τζιόττο με τις σκηνές από τον κύκλο του βίου του Ευαγγελι-στή Ιωάννη, καθώς και τα γλυπτά και τα ανάγλυφα σε μέταλλο, του Λορέντσο Γκιμπέρτι (Lorenzo Ghiberti (1378-1455). Επισκέφτηκε με Φλωρεντινούς γνωστούς του τα κελιά 17 Αν και οι Βυζαντινοί ένιωθαν απέχθεια για οτιδήποτε βρισκόταν εκτός των τειχών της Κωνσταντινούπολης, ήταν αναγκασμένοι να ταξιδεύουν προκειμένου να φέρουν εις πέρας τις αποστολές που τους ανέθετε ο αυτοκράτορας. Βλ. Τσιαπλές 2014, σ. 26-27. 18 Διαδικτυακός τόπος Θανάση Τριαρίδη, «Αναζητώντας τη μυστική καρδιά των ευρωπαϊκών πόλεων, Φλωρεντία».

Page 28

26 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣτης γυναικείας μονής του Σαν Μάρκο, όπου θαύμασε τις νωπογραφίες του Φρα Αντζέλικο (Beato Angelico, 1395-1455).Την εποχή αυτή, οι Φλωρεντινοί εξακολουθούσαν να είναι ιδιαίτερα υπερήφανοι για την πρόσφατη αποπεράτωση (1436) του τρούλου19 της καθεδρικής εκκλησίας (Santa Maria del Fiore), έργου του Φιλίππο Μπρουνελέσκι (Filippo Brunelleschi, 1377-1446). Μάλι-στα, στο μέγαρο (palazzo) των Μεδίκων, μέσω των παλιών, όπως και των όψιμων, πνευ-ματικών του φίλων, γνώρισε και τον ευφυή αρχιτέκτονα, από τον οποίο πληροφορήθηκε και τα οικοδομικά μυστικά του τρούλου της θαυμαστής εκκλησίας.Όσο η αντιπροσωπεία συνέχιζε το έργο της για την Ένωση των δύο Εκκλησιών, ο Πλήθων βρισκόταν συχνά με τον Ιωάννη, περπατώντας και συζητώντας στις αλέες της νότιας όχθης του Άρνου, θαυμάζοντας την ομορφιά της πόλης.Ο ΠΛΗΘΩΝ ΚΑΙ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗ ΔΥΣΗΟ Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος έστειλε τον Πλήθωνα στον Μυστρά για να οργανώσει το δικαστικό σύστημα, καθότι ήταν ανυπέρβλητος γνώστης του Δικαίου. Ήταν παράλληλα ο σημαντικότερος φιλόλογος και φιλόσοφος της περιόδου, καθηγητής της φιλοσοφικής σχολής που ο ίδιος ίδρυσε στον Μυστρά. Ο Πλήθων κατείχε εξ ολοκλήρου την αρχαία ελληνική γραμματεία, όπως και το έργο των Βυζαντινών λογίων, σύγχρονων και παλαιό-τερών του. Ως δεινός φιλόλογος ενδιαφερόταν και για τη γλώσσα του ελληνικού γένους και γνώριζε την εξέλιξή της, από τον Όμηρο έως την εποχή του. Δεν έπληττε ποτέ, αλλά συνεχώς βασάνιζε το μυαλό του. Έψαχνε, παρατηρούσε, κατέγραφε, ανέλυε, συ-νόψιζε, συμπέραινε και θεωρητικοποιούσε. Επιδίωκε να γνωρίσει τους καλλιτέχνες και τους αρχιτέκτονες, των οποίων το έργο είχε θαυμάσει. Σε ορισμένους συναντούσε την ελληνική ή ελληνοπρεπή παράμετρο της καλλιτεχνικής τους υπόστασης. Ήταν κατεξοχήν πνεύμα οικουμενικής εμβέλειας. Αν και οι συνθήκες επικοινωνίας την εποχή εκείνη ήταν δύσκολες, μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα ότι είχε καταφέρει να εδραιώσει ένα δίκτυο αλληλογραφίας με Ιταλούς λογίους, όπως για παράδειγμα τον Φίλελφο (1398-1481)20. 19 Η καθεδρική, γοτθικού ρυθμού, εκκλησία που άρχισε να οικοδομείται στα τέλη του 13ου αιώνα, ολοκληρώθηκε με τον τρούλο του Μπρουνελέσκι που θεωρήθηκε αρχιτεκτονικός άθλος, πρωτίστως γιατί οικοδομήθηκε χωρίς σκαλωσιά.20 Ο Φραγκίσκος Φίλελφος (1398-1481) σπούδασε στην Πάδοβα και δίδαξε στη Βενετία. Κατόπιν στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου για πέντε χρόνια χρημάτισε γραμματέας και σύμβουλος του αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Πα-λαιολόγου. Όταν επέστρεψε στη Βενετία έφερε μαζί του πολύτιμα χειρόγραφα. Στην Κωνσταντινούπολη σπούδασε κοντά στον Ιωάννη Χρυσολωρά και αργότερα στον Χρυσοκόκκη. Διέπρεψε στην εκμάθηση των Ελληνικών, ιδιαίτερα στην καθαρή και δόκιμη Αττική γλώσσα. Δίδαξε σε πολλές πόλεις στην Ιταλία και τη λοιπή Ευρώπη. Γι’ αυτούς τους λόγους, εντάσσεται στους Έλληνες λογίους της εποχής. Το 1454 διακηρύσσει σε επιστολές του τις ελπίδες του για τον εκχριστιανισμό του Μωάμεθ και για την ενδεχόμενη πολιτική συνεργασία της χριστιανικής Δύσης με τη μου-σουλμανική Ανατολή. Ωστόσο υποστήριζε την προοπτική οργάνωσης των αντιοθωμανικών σταυροφοριών και ήταν προστάτης των Ελλήνων φυγάδων της Ιταλίας.

Page 29

27ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣΔεν υπάρχουν μαρτυρίες, αλλά χωρίς αμφιβολία γνώριζε το έργο του Αλκουΐνου (735-804)21, του Ιωάννη Εριγένη του Σκώτου και των συγχρόνων του22. Ασφαλώς δεν του ήταν άγνωστα τα έργα που είχαν προηγηθεί της εποχής του κατά δύο-τρεις αιώνες, όπως για παράδειγμα του φραγκισκανού μοναχού Ρογήρου Βάκωνα (1219/20-1292)23 ή του –επίσης φραγκισκανού μοναχού, καθηγητή στην Οξφόρδη και αργότερα στο Πα-ρίσι– Ιωάννη Ντουνς Σκώτου (John Duns Scotus 1265-1308), με το εξαιρετικά πλούσιο συγγραφικό έργο. Ο Πλήθων δεν μπορεί να μη γνώριζε και το έργο του Αλβέρτου του Μέγα (Albertus Magnus, περ. 1200-1280), ο οποίος σχολίασε όσα έργα του Αριστοτέλη ήταν σε λατινικές μεταφράσεις24. Ο Πλήθων ήταν, δηλαδή, ο κατεξοχήν homo universalis της ελληνικής Αναγέννησης. Έζησε δύο χρόνια στην Ιταλία κατά τη διάρκεια της ιστορικής Συνόδου. Δεν γνωρίζουμε πού έμεινε ή ποιος τον φιλοξενούσε. Πιθανότατα κάποιος κα-θηγητής των ελληνικών γραμμάτων, κάποιος Φλωρεντινός διανοούμενος, του οποίου ο φιλοσοφικός στοχασμός ήταν η κύρια απασχόληση. Ίσως να διέμεινε και στα μέγαρα των Μεδίκων, στην αυλή των οποίων, άλλωστε, παρέδωσε μια σειρά από διαλέξεις σχετικά με τη φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Ο ρόλος που έπαιξαν οι διαλέξεις αυτές στην κατοπινή ανάπτυξη των πλατωνικών σπουδών και την ίδρυση της Accademia Platonica στη Φλωρεντία ήταν καταλυτικός. 21 Ο Αλκουΐνος (730-804) ήταν Άγγλος μοναχός και εκπαιδευτικός που διετέλεσε διευθυντής στην Καθεδρική σχολή του Γιορκ πριν τον προσκαλέσει ο Καρλομάγνος για να οργανώσει τη σχολή του Άαχεν, την οποία κατέστησε σημαντι-κό πνευματικό κέντρο της Ευρώπης. Συστηματοποίησε την αντιγραφή των αρχαίων ελληνικών κειμένων και ενθάρ-ρυνε την καλλιέργεια των επτά «ελευθερίων τεχνών» (γραμματική, ρητορική, διαλεκτική, αριθμητική, γεωμετρία, αστρονομία και μουσική), τις οποίες θεωρούσε ως βάση της θεολογικής γνώσης.22 Ο Ιωάννης Σκώτος Εριγένης (Johannes Scotus Eriugena, 810-877), Ιρλανδός θεολόγος, μοναχός και ποιητής, ήταν από τους φιλοσόφους του σκοτεινού Μεσαίωνα, των οποίων οι σκέψεις συγγένευαν με τον Πανθεϊσμό. Είναι κυρίως γνωστός για τις μεταφράσεις και τα σχόλια στο έργο του Ψευδο-Διονυσίου Αρεοπαγίτη. Εισήγαγε τις ιδέες του Νεοπλατωνισμού στη Δύση. Στα χρόνια του Καρλομάγνου, όπου η ελληνομάθεια ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, ο Εριγένης υπήρξε σημαντικός ελληνιστής. Πίστευε μάλιστα στην ανωτερότητα της ελληνικής γλώσσας, ως προς την ενάργεια και τη σαφήνειά της («in graeco signicantius scribitur [...] hoc est manifestius et expressius»). Είναι χα-ρακτηριστικό ότι στο κύριο έργο του, την πραγματεία Περί Φύσεων, έδωσε ελληνικό τίτλο. Ορισμένα ποιήματά του είναι γραμμένα στα Ελληνικά. Υπομνημάτισε και μετέφρασε μεταξύ άλλων το Περί κατασκευής του ανθρώπου του Γρηγορίου Νύσσης, τα Προς Θαλάσσιον απορούμενα του Μαξίμου, τα Προς Ιωάννην απορούμενα κ.ά. Το έργο του καταδικάστηκε επανειλημμένα από το Βατικανό και το 1681 εισήχθη στον παπικό κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων.23 Ο Φραγκισκανός ιερωμένος Ρογήρος Βάκων (1219/20-1292) σπούδασε στο Παρίσι και στην Οξφόρδη, στην οποία και δίδαξε. Θεωρούσε τα μαθηματικά ως τη βάση των επιστημών και την εμπειρία ως αναγκαία προϋπόθεση κάθε γνώσης, κάτι που τον κατατάσσει στους προδρόμους της σύγχρονης επιστημονικής μεθόδου. Είναι ο σοφός που, για πρώτη φορά στην Ευρώπη, περιέγραψε την πυρίτιδα και αυτός που οραματίστηκε τη δημιουργία υποβρυ-χίων, αυτοκινήτων και αεροπλάνων. Ο Βάκων δίδασκε την αποδέσμευση από τις αυθεντίες και την αναζήτηση της αλήθειας με την έρευνα. Κατέκρινε τις καταχρήσεις του κλήρου και των μοναχών και ζήτησε μεταρρυθμίσεις. Κατη-γορήθηκε για μαγεία, του απαγορεύτηκε να διδάσκει και εξορίστηκε. Έγραψε πολλά θέματα σχετικά με την αναπαρα-γωγή, την αστρονομία, τη γλωσσολογία, την αλχημεία και την οπτική. Διόρθωσε το Ιουλιανό ημερολόγιο και σ’ αυτόν αποδίδονται οι εφευρέσεις του μεγεθυντικού φακού και του θερμομέτρου.24 O Δομινικανός μοναχός, θεολόγος και φιλόσοφος Αλβέρτος ο Μέγας (Albertus Magnus, περ. 1200-1280), άγιος της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, σπούδασε στην Πάντοβα και στο Παρίσι. Από τον Αριστοτέλη απέρριπτε την περί αιωνιότητος του κόσμου διδασκαλία και τον περί ψυχής ορισμό. Ασχολήθηκε και με τη βοτανική και τη ζωολογία. Το κύριο θεολογικό του έργο περιέχεται στη Summa Theologiae.

Page 30

28 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣΕπιπλέον θα μπορούσε να θεωρηθεί βέβαιο ότι και στην Ιταλία ο Πλήθων ενημερωνόταν για ό,τι συνέβαινε γύρω του, τους νεωτερισμούς, τις καινοτομίες, τα γεγονότα και τα επι-τεύγματα στη Δύση. Δεν χωρά αμφιβολία πως γνώριζε για τα ταξίδια των Πόλο, για έναν κόσμο δηλαδή της Ανατολής, εντελώς ξένο από αυτόν που είχε διαβάσει στον Κοσμά τον Ινδικοπλεύστη25 ή στον Περίπλου της Ερυθράς θαλάσσης26.* * *Βασισμένος στη βιβλιογραφία, με εξασφαλισμένο δηλαδή το ιστορικό υπόβαθρο και «κρυμμένος» στην ψυχή του Κωνσταντίνου, ακολούθησα την πορεία του και κατέγραψα τις σκέψεις του. Θεώρησα δεδομένο ότι τον απασχολούσε το πώς θα ωφελήσει τον λαό του ως αυτοκράτορας του Βυζαντίου στην Κωνσταντινούπολη, όπως τον ωφέλησε ως δεσπότης του Μοριά στον Μυστρά. Η στέψη του Κωνσταντίνου στον Άγιο Δημήτριο έχει αμφισβητηθεί, ίσως με σοβαρά επιχειρήματα. Αυτό το έκριναν και θα το ξανακρίνουν οι ιστορικοί. Όμως, είτε απλώς του αναγγέλθηκε το χρίσμα, είτε στέφθηκε εκεί, σημασία έχει το γεγονός ότι έγινε αυτοκράτορας στον Μυστρά και όχι στην Κωνσταντινούπολη.* * *Για όσον καιρό συνυπήρχαν στον Μυστρά ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος και ο Πλήθων, ασφαλώς θα υπήρξαν συζητήσεις μεταξύ τους. Ήταν οι ανώτατοι παράγοντες της Πολι-τείας και της Δικαιοσύνης και είχαν πολλά να διευθετήσουν για την εύρυθμη λειτουργία των θεσμών που ο καθένας υπηρετούσε. Αφού στέφθηκε αυτοκράτορας, ο Κωνσταντί-νος, εν όψει της αποχώρησής του υποθέτω πως προσκάλεσε για δείπνο στο παλάτι τον Πλήθωνα Γεμιστό και τον Γεώργιο Σφραντζή. Πρόκειται για μια συνάντηση, για την οποία δεν έχουμε κανένα ιστορικό τεκμήριο, ωστόσο θεώρησα πολύ πιθανό πως συνέβη. Το δείπνο εξελίχθηκε σε μια μακρά, μέχρι πρωίας, συζήτηση στη βιβλιοθήκη του παλατιού. Γεννημένοι και οι τρεις τους στην Κωνσταντινούπολη, αποφάσισαν να ξαναβρεθούν και να περπατήσουν στους δρόμους του Μυστρά. Για τον Κωνσταντίνο αυτό είχε και μια ιδιαίτερη σημασία, γιατί ήξερε ότι θα ήταν η τελευταία φορά που θα περιδιάβαινε τους δρόμους και τα στενά της πόλης που τόσο πολύ φρόντισε και αγάπησε η δυναστεία των Παλαιολόγων. Το κεφάλαιο της περιδιάβασης των τριών τους στα λιθόστρωτα στενορύ-μια της καστροπολιτείας, θεωρώ πως είναι συγχρόνως η πορεία της μεταμόρφωσης του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, από δεσπότη μιας πόλης της βυζαντινής περιφέρειας σε αυτοκράτορα μιας, έστω και καταρρέουσας, αυτοκρατορίας. 25 Ο ελληνικής καταγωγής έμπορος από την Αλεξάνδρεια Κοσμάς ο Ινδικοπλεύστης («αυτός που έπλευσε στον Ινδι-κό»). Κατά την περίοδο που μόνασε στο όρος Σινά, συνέγραψε το δωδεκάτομο έργο του Χριστιανική Τοπογραφία. Περισσότερα για το έργο του, βλ. Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανική Τοπογραφία, εκδ. Στοχαστής, Αθήνα 2008.26 Αρχαίο περιηγητικό κείμενο άγνωστου συγγραφέα, ίσως του 60 μ.Χ., γραμμένο στην Ελληνιστική Κοινή, όπου περιγράφεται η πλοήγηση στα λιμάνια της Αιγύπτου, της Ανατολικής Αφρικής, της Ερυθράς Θάλασσας και της Ινδίας, για εμπορικές συναλλαγές.

Page 31

29ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣΗ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΥΣΤΡΑ ΚΑΙ Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΖΩΗΌπως ήταν φυσικό, ο Μυστράς, με τη σταδιακή του ανάπτυξη σε κέντρο, όχι μόνο της Πε-λοποννήσου αλλά και της αυτοκρατορίας, προσέλκυσε καλλιτέχνες και λόγιους. Ο Μυστράς υπήρξε το πνευματικό κέντρο της παραπαίουσας αυτοκρατορίας στα τελευταία χρόνια της, σε αντίθεση με τη συσσωρευμένη κατήφεια και απόγνωση που δέσποζε στην Κωνστα-ντινούπολη. Στον Μυστρά δεν έπαυσαν ποτέ να ανεγείρονται εκκλησίες, μοναστήρια, σπίτια και δημόσια οικοδομήματα. Οι παλαιότερες εκκλησίες μάλιστα ανακαινίζονται και διακοσμούνται με σπουδαίες τοιχογραφίες, που προκαλούν τον θαυμασμό και αποτελούν διαρκώς αντικείμενο έρευνας των ιστορικών της τέχνης.Μεταξύ των αγλαών μορφωμένων προσώπων που διαβιούσαν τότε στον Μυστρά ήταν και ο μαθητής του Πλήθωνα, Βησσαρίων της Τραπεζούντας, τιτουλάριος επίσκοπος της Νίκαιας, ο οποίος, όπως και ο δάσκαλός του, επεξεργάστηκε και πρότεινε ένα διοικητικό και οικονομικό σύστημα για το μέλλον της αυτοκρατορίας, όπου πυρήνα και ζωογόνο δύναμη θα αποτελούσε ο Μοριάς.Ο Πλήθων και ο Βησσαρίων, Ελληνολάτρες και οι δύο, είχαν ολοκληρωμένη άποψη για τη μελλοντική συγκρότηση του κράτους που ευαγγελίζονταν. Θεωρούσαν ότι ο ορυκτός πλούτος της Πελοποννήσου δεν είχε αξιοποιηθεί επαρκώς και ότι η αγροτική παραγωγή μπορούσε να πολλαπλασιαστεί. Παράλληλα, πίστευαν ότι θα μπορούσε να γίνει καλύ-τερη εκμετάλλευση της ξυλείας. Οι εξαγωγές των προϊόντων, όπως του μεταξιού που παραγόταν στην κοιλάδα της Σπάρτης, θα έπρεπε να εντατικοποιηθούν, ενώ συγχρόνως οι εισαγωγές των μη απαραίτητων προϊόντων έπρεπε να ελαχιστοποιηθούν27. Ο Βησ-σαρίων, μέσα σε μία αναπτυξιακή λογική που θα εκσυγχρόνιζε28 τα παραδοσιακά μέσα παραγωγής, είχε προτείνει να μεταφερθούν ικανοί νέοι στην Ιταλία, προκειμένου να σπουδάσουν και να επιστρέψουν με φρέσκες ιδέες. Έβλεπαν και οι δύο ότι η σπουδαία χερσόνησος θα μπορούσε, με άλλου είδους οργάνωση, να αποκτήσει οικονομική και πο-λιτική αυτάρκεια29. Ο Πλήθων είχε επεξεργαστεί ένα ρηξικέλευθο πρόγραμμα παραγω-γικής δραστηριότητας, συγχρόνως όμως εξαιρετικά αυταρχικό και με τον εαυτό του επι-κεφαλής, καθότι θεωρούσε ότι μόνο αυτός θα μπορούσε να το εφαρμόσει αταλάντευτα, αντιμετωπίζοντας αποφασιστικά τους ντόπιους γαιοκτήμονες που θα ήταν αντίθετοι με τις αλλαγές. Ο Βησσαρίων ήταν λιγότερο αυταρχικός και περισσότερο διαλλακτικός στην αντιμετώπιση των γαιοκτημόνων, που ήταν άνθρωποι δύστροποι, φιλέριδες, κατέφευ-γαν εύκολα στα όπλα και αδιαφορούσαν για το μέλλον. Αυτοί δηλαδή οι άνθρωποι, που νέμονταν τους καρπούς της γης, ήταν φορείς μιας αντίληψης εντελώς διαφορετικής από τις προοπτικές τού έθνους, όπως τις οραματίζονταν οι δύο σπουδαίοι στοχαστές. Οι 27 Βλ. σχετικά και Μοσχονάς 2015, σ. 120-135, Μοσχονάς 2013, σ. 997-1015.28 Μαυρομάτης 1994, σ. 43 κ.ε.29 Nicol 1992, σ. 48-49.

Page 32

30 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣπροτάσεις, βέβαια, του Πλήθωνα και του Βησσαρίωνα δεν εισακούστηκαν ποτέ30.Οι εύποροι κάτοικοι του Μυστρά εμπλούτιζαν τις βιβλιοθήκες τους με χειρόγραφους κώ-δικες της ελληνικής γραμματείας που αντιγράφονταν στα μοναστήρια, συντελώντας έτσι στη διάδοση της γνώσης. Είναι προφανές ότι η βιβλιοθήκη των Παλαιολόγων, στο παλάτι του Μυστρά31, ιδρύθηκε τουλάχιστον από την περίοδο της δεσποτείας του Θεόδωρου Α΄ Παλαιολόγου, ή ακόμη και πιο πριν, στα χρόνια του Μανουήλ Καντακουζηνού. Ασφαλώς, κατά την εποχή του Πλήθωνα, αποτελείτο από χειρόγραφα βιβλία, κυρίως της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, αλλά και από συγγράμματα Ευρωπαίων αναγεννησιακών λογίων. Οι τελευταίες προσπάθειες για τον εμπλουτισμό της οφείλονταν ασφαλώς στον Πλήθωνα, ο οποίος θα είχε αναλάβει και τις σχετικές παραγγελίες νέων χειρογράφων32.Η διαρκής εδαφική συρρίκνωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που κορυφώθηκε με την πτώση της Βασιλεύουσας το 1453, ανέκοψε το πνευματικό και καλλιτεχνικό ρεύμα που σήμερα έχει καθιερωθεί να ονομάζεται «Παλαιολόγεια Αναγέννηση», την άνθιση δηλαδή και ανανέωση των εκφραστικών τρόπων της βυζαντινής τέχνης, την ενασχό-ληση με τον φιλοσοφικό λόγο και τη διαρκώς ανανεούμενη προσέγγιση της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. Εδώ εντάσσεται και η ρηξικέλευθη δράση του Γεωργίου Πλήθωνα, που ερχόταν σε πλή-ρη αντίθεση τόσο με τις παγιωμένες δογματικές αντιλήψεις, όσο και με τις δυσάρεστες εξελίξεις στο πολιτικό πεδίο. Ο Πλήθων διατύπωσε καινοτόμες για την εποχή αντιλήψεις, οι οποίες, στην καλύτερη περίπτωση, θα είχαν επιφέρει και ενώπιον του αυτοκράτορα τη σχετική «ομολογία πίστεως». Άλλωστε, λόγω των συγκρούσεων σε θεολογικό και δογματικό επίπεδο, υπάρχουν πολλές τέτοιες καταγεγραμμένες ομολογίες από την πε-ρίοδο κατά την οποία έδρασε ο Πλήθων, τον οποίον ούτε κατά διάνοια απείλησε ποτέ κανείς. Αντίθετα, οι τρεις τελευταίοι αυτοκράτορες τον αναγνώρισαν και τον τίμησαν, ο δε Γεννάδιος Σχολάριος, ο πρώτος μετά την Άλωση πατριάρχης, μόνον μετά τον θάνατο του Πλήθωνα τόλμησε να καταδικάσει τα πιστεύω του δασκάλου του, καίγοντας το σημα-ντικότερο ίσως έργο του, τους Νόμους.Ωστόσο ο Πλήθων, με το έργο του που σώθηκε έστω και ελλιπώς, αποτέλεσε την κα-30 Nicol 1992, σ. 42-43.31 Οι βιβλιοθήκες δεν είναι σπάνιες στις αρχοντικές οικογένειες: ο Κυριακός Αγκωνίτης μάς πληροφορεί για την ύπαρ-ξη της πλούσιας βιβλιοθήκης του λόγιου Γεώργιου Καντακουζηνού στο φραγκικό παλάτι των Καλαβρύτων, διατηρη-μένο ώς τα σήμερα (Βλ. Bon 1969, σ. 633-634 και ιδιαίτερα του ιδίου The medieval Fortications of Acrocorinth and Vicinity Corinth III 1936, σ. 107. Βλ. και Σιμόπουλος 1981, σ. 308. Η παράδοση θέλει να κατοικεί σε αυτό η Αικατερίνη Παλαιολογίνα, κόρη ευγενών από τη Χαλανδρίτσα και σύζυγος του Θωμά Παλαιολόγου, ο οποίος της είχε παραχωρήσει αυτό το φραγκικό κάστρο, ιδρυμένο μετά το 1208 από τον βαρόνο των Καλαβρύτων Όθωνα ντε Τουρ-ναί (Othon de Tournay). Όταν οι Οθωμανοί απείλησαν το παλάτι της, η Αικατερίνη Παλαιολογίνα αυτοκτόνησε για να μην υποστεί τον εξευτελισμό της αιχμαλωσίας. Το 1977, προκειμένου ο χώρος να στεγάσει κοινωφελείς σκοπούς, εκπονήθηκε η μελέτη του Σόλωνα Κυδωνιάτη Το παλάτι της Παλαιολογίνας, Αθήνα 1977.32 Ετζέογλου 2005, σ. 181-192.

Page 33

31ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣτάληξη μιας πνευματικής πορείας, η οποία είχε αρχίσει από πολύ νωρίτερα, εάν ανα-λογιστεί κανείς ότι, εκτός από τον πατριάρχη Φώτιο, είχαν προηγηθεί λόγιοι όπως ο Δημήτριος Κυδώνης, που υπήρξε και δάσκαλός του, ο Θεόδωρος Μετοχίτης, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος, ο Μανουήλ Χρυσολωράς και άλλοι. Ήταν όλοι τους λόγιοι άξιοι του λα-τινικού χαρακτηρισμού homines universales, οι οποίοι, όχι μόνο συνέγραψαν σπουδαία έργα, δείγματα ενός κόσμου που αναζητεί, πάλλεται και αναγεννάται, αλλά στο πλαίσιο της διδασκαλίας μεταλαμπάδευσαν γνώσεις και εμπειρίες σε πλήθος μαθητών, καθώς και σε λογίους της Δύσης. Η διδασκαλία πραγματοποιούνταν σε εκπαιδευτήρια που είτε τε-λούσαν υπό την αιγίδα του παλατιού, είτε λειτουργούσαν υπό την επίβλεψη ενός σοφού δασκάλου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πρακτικής υπήρξε το «Μουσείον του Ξενώνος», το οποίο λειτουργούσε στην Κωνσταντινούπολη υπό την εποπτεία του Ιωάν-νη Αργυρόπουλου και που, μέχρι τις παραμονές της Άλωσης, παρείχε ανώτατη εκπαίδευ-ση33. Δεδομένων, λοιπόν, αυτών των συνθηκών, η Παλαιολόγεια Αναγέννηση δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός που διακόπτεται απότομα, αλλά ένα φαινόμενο, του οποίου η κορύφωση συμπίπτει με το τέλος της Αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης. Στοιχεία αυτής της αναγέννησης θα συνεχίσουν άλλωστε να υφίστανται μετά τον θάνατο του Πλήθωνα και την πτώση της πρωτεύουσας, σε περιοχές που δεν βρίσκονται υπό οθωμανική κατοχή. Η ενετοκρατούμενη Κρήτη, με την μετακένωση σε αυτήν της βυζα-ντινής παράδοσης στη λογοτεχνία και την τέχνη, είναι ασφαλώς το καλύτερο παράδειγμα για να κατανοήσουμε σε βάθος τον γνωστό όρο του Νικολάε Γιόργκα, ενός «Βυζαντίου μετά το Βυζάντιο»34.Το 1460 η τουρκική κυριαρχία έφτασε και στον Μυστρά. Ήταν η κατάληξη της αιματοβαμ-μένης εκστρατείας του Μωάμεθ στον Μοριά, που ξεκίνησε στις 15 Μαΐου 145835. Τα πά-ντα τότε έσβησαν. Έπρεπε να περάσουν δύο αιώνες για να αναβιώσει το ενδιαφέρον για την άλλοτε σπουδαία πόλη: όπως μας πληροφορεί ο A. G. Guillet36 μετά την επίσκεψή του στην περιοχή –ίσως το 1669–, το φραγκικό κάστρο το υπερασπιζόταν τουρκική φρουρά. Όσον αφορά την πληθυσμιακή σύνθεση του Μυστρά, μπορεί τεκμηριωμένα να ειπωθεί ότι, τουλάχιστον έως το 1460, η πλειονότητα αποτελούνταν από Έλληνες και Εβραίους37. 33 Δ. Γεωργακόπουλος, Ο Βίος και το Έργο του Λογίου Κωδικογράφου Μιχαήλ Αποστόλη (1420/22-1478): συμβολή στη μελέτη της γραμματείας και της παιδείας του τέλους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, διδακτορική διατριβή, Τμήμα Φιλολογίας, Ιωάννινα 2009, σ. 36, υποσ. 28.34 Βλ. Iorga Ν., Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο, μτφρ. Γ. Καράς, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1989.35 Ζώρας Γ. Θ., «Η μετά την Άλωσιν Εκστρατεία του Μωάμεθ του Β΄ κατά της Πελοποννήσου», Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά 1963, σ. 36-38.36 Tο βιβλίο του A. G. Guillet, Lacdmoine ancienne et nouvelle, où l’on voit les mœurs et les Coutumes des Grecs Modernes, des Mahomtans, et des Juifs du Pays, εκδόθηκε το 1676 στο Παρίσι. Βλ. αναλυτική παρουσίαση των περιηγητών που απεικόνισαν τον Μυστρά στην Τουρκοκρατία ή αναφέρθηκαν σε αυτόν, Σοφία Σταυριανοπούλου, Περιηγητές στον Μυστρά, στο Σίνος 2009, σ. 45.37 Για την εβραϊκή κοινότητα στον Μυστρά και σε όλη την Πελοπόννησο βλ. Λαμπροπούλου 1999, σ. 32-63.

Page 34

ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥΌπως αναφέρθηκε προηγουμένως, είναι αυτονόητο ότι οι σκέψεις, τα λόγια, καθώς και οι διάλογοι του Πλήθωνα, του Κωνσταντίνου και του Σφραντζή είναι υποθετικοί, καθώς δεν υπάρχουν στις πηγές. Ούτε καν σώζεται μαρτυρία για οποιαδήποτε συνάντηση των τριών τους. Οι διάλογοι στο Κάποτε ο Μυστράς βασίζονται στις ιδεολογικές επιλογές και απόψεις που προκύπτουν από τα κείμενα των πηγών: ο Κωνσταντίνος είναι ο ηγέτης που πασχίζει να υπηρετήσει το χρέος του, δηλαδή να υπερασπιστεί την πατρίδα και την ελευ-θερία του λαού του, ακόμα και όταν αντιμετωπίζει εσωτερική εχθρότητα και αδιαφορία. Αναθρεμμένος για τον αυτοκρατορικό θρόνο, αποκτά, νέος ακόμη, στρατιωτικές εμπειρί-ες. Η επαφή με τον αδελφό του, Ιωάννη Η΄, και η ανάληψη, δύο φορές, αυτοκρατορικών αρμοδιοτήτων, του δίδαξε την αξία της διπλωματίας, της επιμονής και της καρτερίας. Ήταν μια ταπεινή και συνάμα λαμπρή προσωπικότητα. Ο Πλήθων είναι ο φιλόσοφος του τέλους του Μεσαιωνικού Ελληνισμού, που, με σαφή-νεια, αναγνωρίζει τη δυναμική και την αυτοδυναμία του ελληνικού γένους. Είναι ο σοφός που γνωρίζει ότι στη Φλωρεντία, χάρις στον Δάντη, έχει δημιουργηθεί ο πυρήνας μιας ανατρεπτικής πνευματικής και καλλιτεχνικής κίνησης.Είναι ο φιλόσοφος που αναζητά, καταγράφει, μαθαίνει, συνθέτει και διαμορφώνει το πε-ρίγραμμα του νέου Έλληνα, το οποίο θα επιβιώσει μόνον αφού πραγματοποιηθούν οι ρι-ζοσπαστικές αλλαγές που ευαγγελίζεται στις κοινωνικές και οικονομικές του θεωρίες. Η συλλογιστική του Πλήθωνα θυμίζει, κατά κάποιον τρόπο, τους αρχαίους Αθηναίους, που νίκησαν τους Πέρσες επειδή –όπως γράφει ο Ηρόδοτος– είχαν αλλάξει το πολίτευμά τους και είχαν πια δημοκρατία38. Με αυτά τα δεδομένα παραθέτω, υποθετικά, απόψεις και λό-για, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν εκφράσει προσωπικότητες με τέτοια χαρακτηριστικά. Ο Σφραντζής, καταγόμενος από αριστοκρατική οικογένεια της Λήμνου, ταξίδευε συνεχώς και στην ξηρά και στη θάλασσα, διεκπεραιώνοντας αυτοκρατορικές αποστολές. Εκών άκων, είχε συνηθίσει να ακούει τις συζητήσεις των ναυτών, οι οποίοι, ως είθισται, κόμπαζαν για τον ανδρισμό που θα αποδείκνυαν στο πρώτο λιμάνι που θα έπιαναν. Ακούγοντάς τους όμως, μάθαινε συχνά πράγματα από τον κόσμο, μικρά ή μεγάλα πολιτικά και κοινωνικά μυστικά, τα οποία αλλιώς δεν θα έφταναν ποτέ στα αυτιά του. Υποθέτω ότι του άρεσε αυτή η αλλόκοτη διαδοχή των πραγμάτων που έβλεπε και άκουγε. Τη μια μέρα θα μπορούσε να συνομιλεί με άρχοντες, και την επόμενη να βρεθεί σ’ ένα πλοίο ή καπηλειό και να παρακο-λουθεί τα χοντροκομμένα αστεία, τις αισχρές χειρονομίες και τις χυδαιότητες των ναυτών. Σύμφωνα με μια –συμβολικού και, κατά κάποιο τρόπο, ρομαντικού χαρακτήρα– δοξασία, το τέλος της Παλαιολόγειας Αναγέννησης ήρθε το 1465, όταν ο Σιγισμούνδος Μαλατέστα (Sigismundo Malatesta) επέδραμε στην πόλη και, αφού απέτυχε να καταλάβει το κάστρο, 38 Ηρόδοτος, V 77-78.32 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Page 35

το μόνο που έκανε ήταν να υφαρπάξει τα οστά από τον τάφο του Πλήθωνα και να τα μετα-φέρει στην πατρίδα του, το Ρίμινι39. Η ενέργεια του Σιγισμούνδου θα μπορούσε να ενέχει έναν διττό συμβολισμό: οριστικοποίησε την έναρξη μιας μακράς πνευματικής σιγής στον ηπειρωτικό ελλαδικό χώρο, ενώ, παράλληλα, διατράνωσε την ανάγκη αφομοίωσης του Αρχαίου Ελληνικού Λόγου από τη Δυτική Ευρώπη. Ο ΜΑΝΟΛΗΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΥΣΤΡΑΠιστότερη και ακριβέστερη εισαγωγή για τον Μυστρά είναι, κατά τη γνώμη μου, αυτή του μεγάλου βυζαντινολόγου Μανόλη Χατζηδάκη40:Όταν, ξεκινώντας από τη Σπάρτη, πλησιάζεις τον γιγάντιο Ταΰγετο, αρχίζει να ξεκαθαρίζει στη ρίζα του σιγά-σιγά η κωνική μορφή του Μυστρά, με το αυστηρό περίγραμμα και τα δαντελωτά ερείπια, όλη ήρεμο μεγαλείο. Φτάνεις κοντά και σχεδόν ξαφνικά προβάλλει η μεσαιωνική πολιτεία, απλωμένη στην πλαγιά, ανάγλυφη κι ατόφια. Χαμηλά, πίσω από το τείχος, ορθώνονται εκκλησίες και μοναστήρια, σπίτια αρχοντικά δίπατα και τρίπατα και, ψηλότερα, ξεχωρίζουν τα παλάτια και άλλες εκκλησίες και άλλα σπίτια αμέτρητα. Στην κορφή, περήφανος πολέμαρχος, στέκει το άπαρτο κάστρο.Εκτός από τις επτά εκκλησίες και το κάστρο, τα πάντα προβάλλουν το φθαρμένο και αμφί-βολο περίγραμμα των ερειπίων. Περπατάς στ’ ανηφορικά καλντερίμια, περνάς κάτω από τα καμαροσκέπαστα «διαβατικά», ρίχνεις ματιές περίεργες μέσα στα άδεια σπίτια, ακου-μπάς στους όρθιους τοίχους –έτσι ν’ απλώσεις τα χέρια σου πιάνεις τις δύο πλευρές του δρόμου: σε συνεπαίρνει η ερημιά της νεκρής πολιτείας, καθώς νιώθεις γύρω πετρωμένη τη μεσαιωνική ζωή, σε απόλυτη σιγή θανάτου, που δεν την ταράζει παρά το φτερούγισμα του γερακιού. Οι πέτρες, οι τοίχοι, τα τόξα και οι θόλοι ζούνε τώρα βουβά τη δική τους ζωή και αργοπεθαίνουν παίρνοντας μαζί ό,τι έμεινε από το μόχθο και την αρχαία σοφία του κτίστη, από το πάθος και από τη συμπυκνωμένη καλλιέργεια των ανθρώπων που τους έδωσαν τη ζωή, δηλαδή τη μορφή μέσα στο χώρο.39 Στο τέλος του Β΄ Π.Π., όταν η 3η Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία, με διοικητή τον συνταγματάρχη Θρασύβουλο Τσα-καλώτο, κατέλαβε το Ρίμινι, προκλήθηκαν ζημίες στον τάφο του Πλήθωνα. Τότε ο Αμερικανός ναζιστής, ωστόσο μεγάλος ποιητής, Έζρα Πάουντ (1885-1972), οργισμένος επειδή το φασιστικό καθεστώς είχε καταρρεύσει, επει-δή οι Έλληνες είχαν καταλάβει την πόλη όπου διέμενε, επειδή είχε πάθει ζημιές ο τάφος του Πλήθωνα και επειδή ο Πλήθων ήταν… Έλληνας, έγραψε ένα από τα «Κάντος»: Το Ρίμινι καμένο και ρημαγμένο το Φορλί / ποιος θα δει τώρα το μνήμα του Γεμιστού, / που τόσο σοφός υπήρξε, αν και Έλληνας; (Ezra Pound, Canto LXXII, στίχ. 107-109: Rimini arsa e Forl distrutta, / chi vedr più il sepolcro di Gemisto / che tanto savio fu, se pur fu greco?) Το ποίημα δημοσιεύτηκε σ’ ένα φασιστικό έντυπο, που υποστήριζε τη Δημοκρατία του Σαλό. Αρύομαι των πλη-ροφοριών από επιστολή του Αντώνη Ν. Βενέτη στην εφημερίδα Καθημερινή, ο οποίος αναφέρεται στο περιοδικό «Τότε», τεύχ. Σεπτεμβρίου 2004.40 Χατζηδάκης 1977, σ. 10-11.33ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣ

Page 36

Τριγυρίζεις τις εκκλησίες, μνημεία και στην εποχή τους από τα λαμπρότερα και σήμε-ρα ακόμη απ’ τα πιο ζωντανά δείγματα της μεσαιωνικής αρχιτεκτονικής, μπαίνεις στο δροσερό τους φως κι εξαίρεται γαλήνια η ψυχή σου με τις αρμονικές αναλογίες τους, λογαριασμένες στα μέτρα σου τ’ ανθρώπινα. Η κάθε εκκλησία έχει τη δική της μορφή και όλες μαζί είναι με χάρη υποταγμένες σ’ ένα νόημα κλασικής απλότητας, μέτρου και συμ-μετρίας. Στους εσωτερικούς τοίχους, στις καμάρες και στα τόξα μια θρησκεία αφηγείται με εικόνες τα πάθη του Θεού της, αλλού ιστορεί το μύθο των αγίων της και αλλού συμβολικά παριστάνει τη δογματική της υπόσταση. Πέρα από τη θρησκεία, μας μιλούν οι ευσεβείς καλλιτέχνες, μας μεταδίδουν άμεσα τη δική τους αίσθηση της μορφής, του χρώματος, της ρυθμικής κίνησης. Όσο εξοικειώνεσαι με τη γλώσσα τους, τόσο ζεις την εποχή τους, το φανατισμό για την τέχνη τους, την αυτοπεποίθηση ή την μελαγχολία τους, ξεδιαλύνεις τις τάσεις και τα ρεύματα τα ιδεολογικά που τους χωρίζουν και σε πιάνει δέος όταν ξαφνικά, σαν από διαίσθηση, αποκτάς τη συνείδηση της αξίας του πολιτισμού που έζησεν εδώ, σ’ αυτόν το βράχο του Μοριά, την ώρα της θανάσιμης αγωνίας μιας αυτοκρατορίας.34 ΘΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Page 37

Η πύλη της Μονεμβάσιας(Έλλη Σολομωνίδου - Μπαλάνου 2019)

Page 38

Οριζοντιογραφία του φραγκικού κάστρου, το «μέγα δυναμάρι», που οικοδόμησε ο Γουλιέλμος Βιλλεαρ-δουίνος το 1249. Ο λιθόστρωτος δρόμος, που οδηγεί στο υψηλότερο τμήμα του λόφου, προφανώς είναι η αρχαιότερη χάραξη του δρόμου, την οποία ακολουθούσαν οι πιστοί για να φτάσουν στο εκκλησάκι της κορυφής (Προφήτης Ηλίας;). Απέναντι από την είσοδο, προς τα δυτικά, βρίσκεται η ακρόπολη του κά-στρου. Ο δρόμος προς τα νότια (αριστερά) φτάνει στα καταλύματα των ιπποτών και τις αποθήκες. Ενσω-ματωμένο στο δυτικό τείχος της ακρόπολης, βρίσκεται το παλιό εκκλησάκι (Struck 1910, σ. 141, εικ. 70).Το φραγκικό κάστρο από τα νοτιοανατολικά.

Page 39

Τα παλάτια και η αριστοκρατική περιοχή του Μυστρά, στη δεύτε-ρη πολεοδομική ζώνη κάτω από το κάστρο. Ένα νεότερο, Βυζα-ντινό τείχος, συνέδεε τη ζώνη αυτή με το κάστρο στην κορυφή του λόφου. Στη φωτογραφία φαίνεται το συγκρότημα των παλατιών, όπως διατηρήθηκαν έως τους σύγχρονους χρόνους: στα αριστερά το Παλάτι των Πα-λαιολόγων και στα δεξιά αυτό των Καντακουζηνών. Γύρω και κοντά στα παλάτια βρίσκονται τα παλαιότερα σπίτια του Μυστρά. Ο πρώτος συνοικισμός της πό-λης πιθανότατα δημιουργήθηκε στο δεύτερο μισό του 13ου αι.. Στο βάθος, η κοιλάδα του Ευ-ρώτα που, προφανώς, δεν ήταν διαφορετική από τα χρόνια του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου (φωτ. Millet 1910, πίν. 9, εικ. 3).Οριζοντιογραφία του συγκρο-τήματος των παλατιών με τις πέντε κύριες ενότητες κτηρί-ων (Α-Ε), τα οποία προέκυ-ψαν από αλλεπάλληλες οικο-δομικές προσθήκες. Το κτίριο Α, το νοτιότερο οικοδόμημα της ανατολικής πτέρυγας, εί-ναι διαστάσεων 5,50-5,64 Χ 15-15,12 μ. με την κλείδα στα 7,70 μ. απ’ το δάπεδο. Στην αίθουσα που βρισκόταν στο ισόγειο υπάρχουν τρία μεγάλα παρακυπτικά παράθυ-ρα. Τα παράθυρα και οι πόρ-τες του συγκροτήματος έχουν οξυκόρυφο υπέρθυρο και γενικότερα διακοσμούνται με δυτικότροπα στοιχεία. Ο δεύ-τερος όροφος του πύργου Α1 είχε περιορισμένο ύψος και φωτιζόταν μέσω δύο τουλά-χιστον μικρών παραθύρων (Ορλάνδος, Σπίτια, σ. 21.).

Page 40

Η επέκταση των Οθωμανών στη Βυζαντινή επικράτεια από τον 13ο έως τον 15ο αι. συμπίπτει με την εκπληκτική ανάπτυξη του εμπορίου στις πόλεις της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Αφετηρία ήδη από τα τέλη του 12ου αι. αποτέλεσαν οι δασμολογικές απαλλαγές των αγροτοκτηνοτροφικών κοινοτήτων, που οδήγησαν στη χειραφέτηση των δουλοπαροίκων. Οι εμπορικές σχέσεις των αγροτικών κοινοτήτων εξελίχτηκαν σ’ ένα εκτεταμένο εμπορικό δίκτυο των πόλεων της Βαλτικής και της κεντρικής Ευρώπης, που ονομάστηκαν Χανσεατικές (από τη αρχαία γερ-μανική λέξη Hansa που σημαίνει ένωση). Σε όλες τις χανσεατικές πόλεις πρυτάνευαν θεσμικά η αυτονομία και η αλληλεγγύη. Κάθε πόλη είχε, ή μπορούσε να έχει, δικό της στρατό, αλλά και στόλο για την προστασία του θαλάσ-σιου εμπορίου από τους πειρατές. Στις δραστηριότητες της ένωσης, άλλωστε, περιλαμβάνονταν και η εκπαίδευση πλοιάρχων, καθώς και η δημιουργία φάρων.Κέντρα των εμπορικών δραστηριοτήτων της Χάνσα αναδεικνύονται οι πόλεις της Βαλτικής και οι Γερμανικές. Δημι-ουργούνται νέοι ναυτικοί δρόμοι, για τους οποίους έχουν θεσμοθετηθεί η ελεύθερη ναυσιπλοΐα, η ελεύθερη δια-κίνηση ανθρώπων και η κατάργηση των δασμών. Στα μέσα του 13ου αι. οι χανσεατικές πόλεις απλώνονται από τις εκβολές του Ρήνου στην Ολλανδία μέχρι τα Ουράλια της Ρωσίας και περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, το Αμβούργο, το Λύμπεκ, τη Βρέμη, το Λονδίνο, τη Μπριζ, το Μπέργκεν της Νορβηγίας και φτάνουν μέχρι και το Νόβγκοροντ. Η πανίσχυρη αυτή εμπορική οργάνωση άνθησε και καρποφόρησε για πάνω από τρεις αιώνες και επιβλήθηκε χωρίς την προστασία κρατικού οργανισμού ή στρατού.Η ανάπτυξη των χανσεατικών πόλεων ήταν επόμενο να επιφέρει πολιτισμική όσμωση και, επομένως, ανάπτυξη μεταξύ των εθνοτήτων. Έως το τέλος του 15ου αι., κατά τον οποίον σταδιακά έφθινε, η Χάνσα εγκαταλείφθηκε πλήρως με την δημιουργία των εθνικών κρατών (σχέδιο: Μιχάλης Σιγάλας).

Page 41

Τζιόττο, «Η ένθρονη Παναγία» (“Madonna di Ognissanti”, 1311), λεπτομέρειαΦλωρεντία, Πινακοθήκη Ουφίτσι (Galleria degli Uzi).Τζιόττο, «Η ανάληψη του Ιωάννη του Ευαγγελιστή» (1318-1322),νωπογραφία, Φλωρεντία, Santa Croce, Cappella Peruzzi.

Page 42

Ο Πλήθων, λεπτομέρεια από τη νωπογραφία του Μπενότσο Γκότσολι (Benozzo Gozzoli, 1421-1497) με τίτλο «Η πομπή των Μάγων», (1459-1461, Παρεκκλήσιο των Μάγων, ανάκτορο Medici Riccardi, Φλωρεντία).

Page 43

Οι σημαντικότερες πόλεις και περιοχές από την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Οι Φράγκοι, εφαρμόζοντας το γνωστό φε-ουδαρχικό τους διοικητικό σύστημα, χώρισαν την Πελοπόννησο σε δώδεκα αρχικά βαρονίες: 1. της Άκοβας (κοντά στη σημερινή Δημητσάνα) με 24 φέουδα, 2. της Καρύταινας με 22 φέουδα, 3. της Πάτρας με 24 φέουδα, 4. του Πασσαβά (στον Λακωνικό κόλπο) με 4 φέουδα, 5. της Βοστίτσας (σημερινού Αιγίου) με 8 φέουδα, 6. των Καλαβρύτων με 12 φέουδα, 7. της Χαλανδρίτσας (νότια της Πάτρας) με 4 φέουδα, 8. της Βελίγοστης (στην Αρκαδία) με 4 φέουδα, 9. του Νικλίου με 6 φέουδα, 10. του Γερακίου (δυτικά του Πάρνωνα) με 6 φέουδα, 11. της Γρίτσενας (περιοχή Λάκκων, στη Μεσσηνία) με 4 φέουδα, 12. της Καλαμάτας και Αρκαδίας (Κυπαρισσία), που ήταν φέουδα του Βιλλεαρδουίνου. Από την ίδια περίοδο σώζονται ακέραια τα φρούρια στη Γλαρέντζα και στο Παλαιό Ναβαρίνο, καθώς και ο ναός του πρώτου μισού του 13ου αι. της Αγίας Σοφίας στην Ανδραβίδα, η οποία για ένα διάστημα διετέλεσε πρωτεύουσα του φραγκικού πριγκιπάτου της Αχαΐας. Στον μοναδικό λόφο της πεδιάδας της Γαστούνης, ο Γοδεφρείδος Β΄ Βιλλεαρδουίνος οικοδόμη-σε επάνω στα ερείπια αρχαίας πόλης το καλύτερα διατηρημένο κάστρο της Πελοποννήσου, που αργότερα θα ονομαστεί Καστέλ Τορνέζε. Η Κυλλήνη, το αρχαίο λιμάνι, θα ονομαστεί Γλαρέντζα. Από τα σημαντικότερα κατάλοιπα της φραγκο-κρατίας στην Πελοπόννησο είναι η μονή της Ίσοβας, των μέσων του 13ου αιώνα.Το 1449 ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος, πριν από την αποχώρησή του για την Κωνσταντινούπολη, μοίρασε τον Μοριά στους δύο αδελφούς: ο Θωμάς πήρε το βορειοδυτικό μέρος με πρωτεύουσα την Πάτρα και ο Δημήτριος το νοτιοανατο-λικό με πρωτεύουσα τον Μυστρά. Αυτοί ήταν και οι τελευταίοι δεσπότες του Μυστρά, μέχρι το 1460 που οι Οθωμανοί κατέλαβαν όλον τον Μοριά, εκτός από το Ναύπλιο, τη Μεθώνη και την Κορώνη (σχέδιο: Μιχάλης Σιγάλας).

Page 44

Ο χάρτης της Γης, σύμφωνα με τον Κοσμά τον Ινδικοπλεύστη.Η εκκλησία της Παναγίας Οδηγήτριας (Αφεντικό), όπως σωζόταν στις αρχές του 20ού αι. Η φωτογρα-φία του G. Millet είναι ενδεικτική της κατάστασης στην οποία βρισκόταν η βυζαντινή πόλη πριν από τα έργα αποκατάστασης των μνημείων και τον ευτρεπισμό του χώρου (Millet 1910, πίν. 22, εικ. 3).

Page 45

Οριζοντιογραφία του Μυστρά, από πίν. 1 του Millet (σχέδιο: Μιχάλης Σιγάλας).

Page 46

«Σε κάποιο από αυτά τ’ αρχοντικά θα ’ζησε και θα δίδαξε ο αρνητής του χριστιανικού Βυζαντίου, ο σοφώτατος φιλόσοφος Πλήθων ή Γεμιστός, η δόξα του Μυστρά». Το κείμενο αυτό (Χατζηδά-κης 1967, σ. 11) θα μπορούσε να αποτελέσει λεζάντα για το σκίτσο του Παντελή Ζωγράφου.

Page 47

Α’ ΜΕΡΟΣ

Page 48

... Αφού ζήτησε να περπατήσει για λίγο μόνος, άρχισε να κατηφορίζει τον λιθόστρωτο δρόμο ...(Έλλη Σολομωνίδου - Μπαλάνου 2019)

Page 49

ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΣΤΕΨΗΠερνούσε τις τελευταίες του μέρες στον Μυστρά.Νωρίς το πρωί, στις 6 Ιανουαρίου των Φώτων του 1449, ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαι-ολόγος41 βγήκε από το παλάτι και διέσχισε πεζή τη μικρή πλατεία, τη λεγόμενη περίο-δο42. Αφού ζήτησε να περπατήσει για λίγο μόνος, άρχισε να κατηφορίζει τον λιθόστρωτο δρόμο. Προορισμός του ήταν η Μητρόπολη, ο παλαιότερος ναός της καστροπολιτείας, αφιερωμένος στον Άγιο Δημήτριο. Αυτός ήταν ο δρόμος, ο οποίος θα τον οδηγούσε στο τέλος που δεν θα ερχόταν τώρα αμέσως, αλλά σε τέσσερα χρόνια43, με το σπαθί στο χέρι, πολεμώντας τους Οθωμανούς.Το προηγούμενο βράδυ δεν κοιμήθηκε καθόλου. Είχε έρθει αντιπροσωπεία από την Κων-σταντινούπολη να του αναγγείλει ότι η αυλή είχε αποφασίσει να τον χρίσει αυτοκράτορα. Το περίμενε βέβαια, αλλά πόσες φορές είχε διαψευσθεί στο παρελθόν; Ο ίδιος γνώριζε από κοντά πρόσωπα και πράγματα, αφού είχε αναπληρώσει στον θρόνο τον αδελφό του, 41 Πληροφορίες για τον Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο παρέχουν οι χρονογράφοι Δούκας, Χαλκοκονδύλης, Κριτόβου-λος και ιδιαίτερα ο Γεώργιος Σφραντζής.42 Η πλατεία στο μοναδικό φυσικό άνδηρο του Μυστρά. Την έλεγαν και forum. Θα ήταν όπως οι σύγχρονές της πλα-τείες των ιταλικών πόλεων με «πολιτικό χαρακτήρα», βλ. Μπούρας Χ., «Μεσοβυζαντινές και Υστεροβυζαντινές πόλεις από την σκοπιά της πολεοδομίας και της αρχιτεκτονικής» στο Οι βυζαντινές πόλεις (8ος-15ος αιώνας) - Προοπτικές της έρευνας και νέες ερμηνευτικές προσεγγίσεις, επιμ. Τόνια Κιουσοπούλου, σ. 12.43 Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ έφτασε στη Κωνσταντινούπολη στις 12 Μαρτίου 1449. Είναι αυτονόητο ότι το κεφάλαιο αυτό είναι υποθετικό, γιατί περιγραφή της στέψης δεν υπάρχει –όπως υπάρχει για τη στέψη του Μανουήλ Β΄ στην Κωνσταντινούπολη, στην Αγία Σοφία, η οποία τελέστηκε από τον Πατριάρχη Αντώνιο. Ορισμένοι μελετητές θεωρούν πιθανότερο ότι στον Μυστρά απλώς αναγγέλθηκε στον Κωνσταντίνο ότι χρίστηκε αυτοκράτωρ. Άλλοι πάντως θεω-ρούν ότι στον Μυστρά έγινε η τελετή της στέψης. Βλ. Ι. Κ. Βογιατζίδης, «Για το ζήτημα της στέψεως του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου», Λαογραφία VII (1923), σ. 449-456. Βλ. και 1992, σ. 63.47ΚΑΠΟΤΕ Ο ΜΥΣΤΡΑΣ

Page 50